Απεστάλη χθες στις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για διαβούλευση το νέο μέτρο (Μ21) του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2014-2020 που αφορά στην έκτακτη και προσωρινή στήριξη στους γεωργούς των τομέων που πλήττονται ιδιαίτερα από τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19.
Αναγνωρίζοντας ο υπουργός Μάκης Βορίδης την εξέχουσα σημασία του ελαιολάδου ως εθνικού – στρατηγικού προϊόντος για τον πρωτογενή τομέα και τη συνοχή του κοινωνικού ιστού των αγροτικών περιοχών, σε όρους απασχόλησης (αριθμού γεωργών/γεωργικών εκμεταλλεύσεων), όγκου/αξίας παραγωγής και εξαγωγών, καθώς και το γεγονός ότι έχει πληγεί από την πανδημία ποικιλοτρόπως (διαταραχές στον εφοδιασμό, διασυνοριακοί και εγχώριοι περιορισμοί διακίνησης προϊόντων, κλείσιμο εστίασης, πτώση τουρισμού κλπ.), με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της τιμής διάθεσής του, αποφάσισε τη στήριξη των παραγωγών – κατά κύριο επάγγελμα γεωργών – από το νέο Μέτρο του ΠΑΑ.
«Οι Έλληνες παραγωγοί για τους ανωτέρω λόγους και για την αποφυγή υψηλής αποθεματοποίησης εν όψει της νέας συγκομιδής, διέθεσαν το προϊόν τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις να υπάρξει ουσιαστικός κίνδυνος στη συνέχιση της παραγωγικής τους δραστηριότητας λόγω έλλειψης ρευστότητας» όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά από το υπουργείο.
Ειδικότερα, το νέο μέτρο (Μ21) θα αφορά σε περίπου 145 χιλιάδες κατά κύριο επάγγελμα γεωργούς, οι οποίοι ήταν εγγεγραμμένοι ως τέτοιοι στο Μητρώο Αγροτών & Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων (ΜΑΑΕ) έως και τη λήξη υποβολής φορολογικής δήλωσης έτους 2020 (οικονομικό έτος 2019) και είχαν δηλώσει στο ΟΣΔΕ (έτους 2019) καλλιέργεια ελιάς (ελαιοποιήσιμης ή/και διπλής κατεύθυνσης).
Η συνολική συγχρηματοδοτούμενη ενίσχυση που προβλέπεται να χορηγηθεί στους δικαιούχους, ανέρχεται σε 126,3 εκατομμύρια ευρώ και αφορά κατ’ αποκοπή εφάπαξ ποσό, σύμφωνα με τις κλάσεις, με βάση την έκταση που αυτοί εμπίπτουν, αθροιστικά για ελιά ελαιοποιήσιμη ή/και διπλής κατεύθυνσης (πίνακας).
Εφόσον το νέο μέτρο λάβει τη σχετική έγκριση της Ε.Ε., η ένταξη των δικαιούχων προβλέπεται να γίνει το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.