Αλληλαπήχθησαν και ενεκλείσθησαν εις… αποθήκην και… εγένοντο δεκτοί εν τω κρατητηρίω
«ΘΑΡΡΟΣ» 25 Νοεμβρίου 1906
Η υπηρέτρια Κωνσταντίνα Στρογγίλη υπηρετούσα εις τινά ενταύθα αξιωματικόν προ καιρού τάχε ψήση χειμωνιάτικα με κάποιον νέον Μανδιλάρην ονόματι, ο οποίος της είχε τρώση την καρδίαν, καθώς και αυτός είχεν υποδουλωθή με τα κάλλη της.
Ο έρως των αυτός δεν ηδύνατο να τους κρατή μακράν περισσότερον καιρόν φαίνεται και προχθές την νύκτα αψηφούντες και κρύο και τα λοιπά ευκόλως εννοούμενα, ώχοντο απιόντες, της ευηγμένης δούλας συμπαραλαβούσης μεθ’ εαυτής αναγκαία τινά ρούχα, για το ταξείδι φαίνεται.
Και χωρίς ν’ αργήσουν αμέσως πομπωδώς κατασκηνώνουν εν μια… συκαποθήκη, δια το ασφαλές της προφυλάξεως φαίνεται και δια τον φόβον της πείνας, διότι εντός της αποθήκης εύρον σωρούς σύκων, προς τα οποία δεν ήργησαν να επιτεθούν.
Χωροφύλακες διακόπτοντες την ευτυχίαν
Η υπόθεσις έως εδώ έβαινε φυσικώτατα και χωρίς τίποτε το σπουδαίον να παρουσιάζη.
Δυστυχώς όμως εις την συνέχειαν του ειδυλλίου αναφαίνονται οι χωροφύλακες, οι οποίοι μυρισθέντες την βρώμα της απαγωγής έσπευσαν προς καταδίωξιν των αλληλαπαχθέντων.
Με όλας τας ερεύνας των καθ’ όλην την νύκτα και κατά τα εξημερώματα κατόρθωσαν να τους εύρουν… καθεύδοντας εντός της αποθήκης επί των σύκων. Έκπληκτοι ούτοι δια την τόσον αποτόμως κοπείσαν ευτυχίαν των εσηκώθησαν και ηκολούθησαν τους ασπλάχνους αυτούς καταστροφείς της ευτυχίας των, οι οποίοι εν πομπή και κατατάξει τούς ωδήγησαν εις το κρατητήριον, δια ν’ αλλάξη η σκηνή, επί το δραματικώτερον.
Και τοιουτοτρόπως έληξε το τρυφερόν αυτό ειδύλλιον, περιπεσόν εις τας χείρας της… ασπλάγχνου Αστυνομίας και Εισαγγελίας.