-Ήρθε στην Καλαμάτα για την εξαιρετική συλλογή ελληνικών ενδυμασιών «Βικτωρία Γ. Καρέλια» που στεγάζεται στο ομώνυμο μουσείο, για να αντλήσει έμπνευση για μία νέα κολεξιόν
Είναι καλοκαίρι του 1980 και μια παρέα νεαρών Ιταλών, που μόλις έχουν τελειώσει το σχολείο, κάνουν το παρθενικό τους ταξίδι στο εξωτερικό. Προορισμός τους η Ελλάδα. Έχουν ακούσει τόσα πολλά για τις απαράμιλλες φυσικές ομορφιές της, την ιστορία της, τα νόστιμα παραδοσιακά φαγητά της. Νοικιάζουν ένα αυτοκίνητο και ξεκινούν να οργώνουν τη χώρα. Κάποια στιγμή φθάνουν στα Μετέωρα. Ένα μέλος της συντροφιάς, η νεαρή Μαρία, στέκεται με δέος απέναντι στους βράχους που υψώνονται μπροστά της. Εντυπωσιάζεται από τα μοναστήρια που φτιάχτηκαν σε τόσο μεγάλο ύψος και δίνει μια υπόσχεση στον εαυτό της: Το βλέμμα της θα είναι πάντα στραμμένο ψηλά!
Όπως περίτρανα αποδείχτηκε, την υπόσχεση αυτή την κράτησε και με το παραπάνω, μιας και κατάφερε να βάλει την υπογραφή της σε έναν από τους πιο λαμπερούς αλλά και ανταγωνιστικούς χώρους, αυτόν της παγκόσμιας μόδας. Η Μαρία Γκράτσια Κιουρί, που βρέθηκε πριν από λίγα 24ωρα στη χώρα μας, συνοδευόμενη από την κυρία Μαρέβα Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη, ως επίσημη εκπρόσωπος του Dior, είναι η πρώτη γυναίκα καλλιτεχνική διευθύντρια στην 70χρονη ιστορία του διάσημου γαλλικού οίκου.
Η επίσκεψή της στη χώρα μας πραγματοποιήθηκε προκειμένου να δει από κοντά την εξαιρετική Συλλογή Ελληνικών Ενδυμασιών «Βικτωρία Γ. Καρέλια» που στεγάζεται στο ομώνυμο μουσείο της Καλαμάτας, με στόχο να αντλήσει έμπνευση για μία επερχόμενη κολεξιόν που θα είναι αφιερωμένη την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
Όσοι παρακολουθούν τη μακρόχρονη δημιουργική πορεία της στο χώρο της μόδας, δεν εκπλήσσονται ιδιαίτερα από αυτήν της την επιλογή, καθώς οι επιρροές του ιστορικού παρελθόντος, αλλά και των τεχνών, αποτελούσαν ανέκαθεν ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης για εκείνη. Από τα πρωτότυπα σόου της στα οποία συμμετείχαν άλλοτε ακροβάτες κι άλλοτε χορευτές μέχρι το αφιέρωμά της στις παραδοσιακές ρουμανικές φορεσιές, η Μαρία Γκράτσια Κιουρί έβρισκε πάντα έναν ιδιαίτερο τρόπο να συνδυάζει το χθες με το σήμερα και το αύριο. Παράλληλα, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε πως, όπως η ίδια έχει αποκαλύψει, η κόρη της λατρεύει από παιδί την ελληνική μυθολογία, μια αδυναμία την οποία συμμερίζεται η διάσημη μητέρα της, η οποία πιστεύει ακράδαντα πως στην Ελλάδα γεννήθηκε οτιδήποτε σχετίζεται με τον πολιτισμό!
Δυναμική, αποφασιστική, ταλαντούχα, αλλά και φεμινίστρια επί της ουσίας, καθώς ηγείται εδώ και χρόνια των αγώνων για τη θέση που πρέπει να κατέχει η γυναίκα στο σύγχρονο κόσμο, ξεκίνησε τις επαναστάσεις από τα εφηβικά της κιόλας χρόνια. Τότε που η μοδίστρα μητέρα της και ο στρατιωτικός πατέρας της προσπαθούσαν να την πείσουν να ντύνεται σαν ένα «κανονικό» κορίτσι της ηλικίας της. Εκείνη, όμως, άφηνε στην άκρη τα χαριτωμένα φορέματα και τα μπλουζάκια με τις δαντέλες και αγόραζε από τις υπαίθριες αγορές της Ρώμης, όπου μεγάλωνε, στρατιωτικά τζάκετ τα οποία συνδύαζε με φθαρμένα τζιν παντελόνια. Η επιλογή αυτή αποτελούσε, για το εφηβικό της μυαλό, υπέρτατη πράξη διεκδίκησης της ανεξαρτησίας της από το στενό κλοιό του οικογενειακού περιβάλλοντος.
Η δεύτερη επανάσταση θα έρθει τη στιγμή που θα κληθεί να επιλέξει τον επαγγελματικό της προσανατολισμό. Οι γονείς της επιθυμούν να ακολουθήσει ένα σίγουρο δρόμο, όπως αυτόν του γιατρού ή του δικηγόρου. Οι παραπάνω επιλογές, όμως, μοιάζουν βαρετές στη γεμάτη όνειρα και διάθεση για καινοτομία Μαρία, που θέλει να μεγαλουργήσει στο λαμπερό κόσμο της μόδας. Όταν η οικογένειά της αρνείται να πληρώσει τις σπουδές της σε ιδιωτική σχολή, εκείνη δεν το βάζει κάτω. Εγκαταλείπει το δημόσιο πανεπιστήμιο στο οποίο φοιτούσε τα τελευταία δύο χρόνια και αφιερώνεται ολοκληρωτικά στη μόδα, την οποία προσεγγίζει, όχι ως μια μεγάλη εμπορική αγορά, αλλά ως πολιτιστική και καλλιτεχνική έκφραση.
Από τα πρώτα της κιόλας βήματα στο χώρο αντιλαμβάνεται τη διαφορετική αντιμετώπιση που έχουν οι γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους της. Γι’ αυτό και ανάμεσα στις βασικές της προτεραιότητες συμπεριλαμβάνεται, διαχρονικά, η ανάδειξη της θέσης της σύγχρονης γυναίκας στην οικογένεια, στην κοινωνία, στον επαγγελματικό στίβο. Και την πάγια αυτή θέση της φροντίζει να την εκφράζει και μέσα από τα ρούχα που σχεδιάζει.
«Σήμερα διαπιστώνω ότι όλες οι νέες που σπουδάζουν και εργάζονται θέλουν να δουν πώς μπορούν να συμφιλιώσουν την επαγγελματική και την προσωπική τους ζωή. Και θα ήθελα να τους μεταφέρω ένα μήνυμα: πρέπει να πιστεύουν στον εαυτό τους και να ακολουθούν τη διαίσθησή τους» θα δηλώσει με νόημα πέρσι, στο Παρίσι, παραλαμβάνοντας το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής για τη συμβολή της στη μόδα και στο φεμινισμό, συμπληρώνοντας συγκινημένη: «Μέχρι σήμερα παραμένω ένα γεμάτο περιέργεια κορίτσι, που πήγε σχολείο στη Ρώμη για να μάθει σχέδιο μόδας».
Ήταν το ίδιο αυτό δυναμικό κορίτσι που στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 θα εισβάλει δυναμικά στους διαδρόμους του Valentino φέρνοντας νέο αέρα με το ταλέντο και τις καινοτόμες ιδέες της. Θα εργαστεί εκεί για 25 ολόκληρα χρόνια και μαζί με το μόνιμο συνεργάτης της, Πιέρ Πάολο Πικόλι, θα συνεχίσουν επάξια τη λαμπρή ιστορία του διάσημου ιταλικού οίκου, στον οποίον ενσωματώνουν νέες, εξαιρετικές σειρές αξεσουάρ, κυρίως τσάντες και γυαλιά, που γίνονται ανάρπαστα. Το 2008 θα αναλάβουν εξ ολοκλήρου την καλλιτεχνική διεύθυνση του διάσημου ιταλικού brand δημιουργώντας εντυπωσιακές κολεξιόν, γυναικείες και ανδρικές, με ρούχα υψηλής ραπτικής. Ανάμεσα στους διάσημους πελάτες τους είναι και αρκετές σταρ του Χόλιγουντ, από τη Γκουίνεθ Πάλτροου και την Κίρα Νάιτλι μέχρι την Κέιτι Πέρι και την Lady Gaga. Η διεθνής καταξίωση για τη Μαρία Γκράτσια Κιουρί αποτελεί ένα μεγαλεπήβολο προσωπικό της όνειρο που έχει πλέον κατακτηθεί, ενώ έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια όμορφη οικογένεια με δύο υπέροχα παιδιά που έχουν μάθει από μικρά να αναγνωρίζουν το δικαίωμα αλλά και την ανάγκη της μητέρας τους να παραμένει ενεργή και δημιουργική.
Οι περισσότεροι θεωρούν πως θα συνεχίσει στον Valentino μέχρι την ώρα που θα αποφασίσει να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Κι όμως, εκείνη θα κάνει για μία ακόμη φορά την έκπληξη και θα προτιμήσει την περιπέτεια από τη σιγουριά, την εξέλιξη από τη σταθερότητα. Τον Ιούλιο του 2016 ο χώρος της παγκόσμιας μόδας δονείται από μια μεγάλη είδηση: Η Μαρία Γκράτσια Κιουρί αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση του Dior σπάζοντας την παράδοση 69 ολόκληρων χρόνων που ήθελε αποκλειστικά και μόνον άνδρες στο τιμόνι του θρυλικού γαλλικού οίκου μόδας. Ανάμεσά τους και οι γκουρού του χώρου Yves Saint Laurent, Gianfranco Ferre και John Galliano!
Η 52χρονη, τότε, Μαρία όχι μόνον δε φοβάται τις συγκρίσεις και το γεγονός ότι θα… παίζει πλέον μπάλα εκτός έδρας, αλλά βλέπει αυτήν την πρόταση ως ιδανική ευκαιρία μιας ανανέωσης, προσωπικής και επαγγελματικής, που αποζητούσε έντονα τα τελευταία χρόνια. Το να φύγει από τη Ρώμη για να κατακτήσει το Παρίσι, και μάλιστα από την ιστορική έδρα του Dior, αποτελεί για εκείνη μια πρόκληση που της επαναφέρει το νεανικό ενθουσιασμό, εκείνο το κοριτσίστικο πάθος που με απίστευτη δύναμη την έσπρωχνε μπροστά και την οδηγούσε σε νέους, πρωτοποριακούς δρόμους.
Από την πρώτη κιόλας κολεξιόν του Dior που υπογράφει το ιδιαίτερο, και γεμάτο μηνύματα στυλ της γίνεται απολύτως αντιληπτό. Δε διαγράφει τη μεγάλη ιστορία του οίκου και τα στοιχεία εκείνα που τον έκαναν να ξεχωρίσει. Αντιθέτως, τα ενσωματώνει σε νέες, δικές της προτάσεις οι οποίες καλύπτουν την πολυσχιδή προσωπικότητα και τις ανάγκες της σύγχρονης γυναίκας. Δίνει πλέον μια διαφορετική οπτική στην έννοια της θηλυκότητας!
ΠΗΓΗ:protothema