Λιομάζωμα, κυνήγι και ρεβεγιόν κυριάρχησαν αυτή τη φορά
Ακόμα και 400% περισσότερες κλήσεις ανά 8ωρη βάρδια δέχεται την περίοδο της καραντίνας το Κέντρο Άμεσης Δράσης της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μεσσηνίας, το γνωστό σε όλους μας «100».
Οι άνθρωποι της βάρδιας, για 8 ώρες, βρίσκονται μπροστά στο τηλεφωνικό κέντρο της Διεύθυνσης, έτοιμοι να ανταποκριθούν από τα πιο σοβαρά περιστατικά μέχρι τις πιο αστείες απορίες πολιτών.
Kατά την πρώτη περίοδο του lockdown αλλά και αυτή που διανύουμε τώρα, ευθύς ως ανακοινωθεί ένα νέο μέτρο, το επόμενο δευτερόλεπτο το τηλεφωνικό κέντρο παίρνει «φωτιά» από τις απορίες των πολιτών για την εφαρμογή του. Άλλωστε, το «100» είναι το πιο δημοφιλές τηλεφωνικό νούμερο που σκεφτόμαστε σε κάθε δύσκολη στιγμή.
Το διαπιστώσαμε και οι ίδιοι, αφού όταν φθάσαμε στο «100» προκειμένου να συνομιλήσουμε για το δύσκολο έργο τους με τους αρχιφύλακες Σπύρο Μπαζιωτόπουλο και Κώστα Τζώρτζη, το πρώτο τηλέφωνο που χτύπησε ήταν από κυνηγό ο οποίος ήθελε να ενημερωθεί για την άρση της απαγόρευσης.
Μάλιστα, για να υπάρχει άμεση ανταπόκριση στις κλήσεις των πολιτών, όπως μας ενημέρωσε ο Αστυνομικός Διευθυντής Μεσσηνίας, ταξίαρχος Ηλίας Αξιοτόπουλος, το κέντρο της Άμεσης Δράσης ενισχύθηκε αυτή την περίοδο με προσωπικό.
700-800 κλήσεις ανά βάρδια
Ο Σπύρος Μπαζιωτόπουλος είναι ο αρχαιότερος στο «100» και έχει ακούσει πολλά.
Σε μια φυσιολογική ημέρα, τόσο η πρωινή όσο και η απογευματινή βάρδια, θα δεχθούν κατά μέσο όρο 150-200 κλήσεις η κάθε μία. Αυτό όμως όταν εφαρμόζεται lockdown αλλάζει άρδην. Όπως είπε ο κ. Μπαζιωτόπουλος, τόσο το Μάρτιο που είχαμε την πρώτη περίοδο εφαρμογής των μέτρων, όσο και τώρα, οι κλήσεις που δέχεται κάθε βάρδια αγγίζουν πλέον τις 700-800.
«Μόλις ανακοινωθεί ένα νέο μέτρο στην τηλεόραση, χωρίς καν να έχουμε εμείς στα χέρια μας κάτι επίσημο, αυτόματα αρχίζουν τα τηλέφωνα από πολίτες που ρωτούν να μάθουν πως θα εφαρμοσθεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι κλήσεις είναι τουλάχιστον 800 ανά βάρδια. Ειδικά το πρώτο 20ήμερο του lockdown που διανύουμε, ήμασταν 2-3 άτομα στη βάρδια και δεν προλαβαίναμε να σηκώνουμε τα τηλέφωνα», τόνισε κ. Μπαζιωτόπουλος.
«Ιδιαίτερα, όταν αλλάζει κάποιο μέτρο και το ακούν στην τηλεόραση, το επόμενο λεπτό θα μας καλέσουν για να μας ρωτήσουν γι’ αυτό», συμπλήρωσε ο κ. Τζώρτζης.
Τα περίεργα
Από τις πιο συχνές ερωτήσεις είναι αυτές που αφορούν τις μετακινήσεις. Και μην νομίσετε ότι οι περισσότερες γίνονται από ηλικιωμένους και ανθρώπους που μένουν σε απομακρυσμένα χωριά, που θα ήταν και λογικό να επικοινωνούν με το «100» προκειμένου να ενημερωθούν. Όπως μας είπαν οι δύο αστυνομικοί, η πλειοψηφία των κλήσεων για τέτοια θέματα γίνεται από ανθρώπους ηλικίας μεταξύ 40-60 ετών.
«Θα μας καλέσουν για το ο,τιδήποτε. Ο πολίτης ξέρει ότι είναι ένα νούμερο που θα απαντήσει και πως θα λάβει απάντηση σε αυτό που ρωτάει», συμπλήρωσαν.
Φυσικά, υπάρχουν πάντα και τα περίεργα τηλέφωνα. Τις πιο περίεργες ερωτήσεις και απορίες τις άκουσαν οι αστυνομικοί του «100» στην πρώτη καραντίνα και μάλιστα την περίοδο του Πάσχα, αλλά και σε αυτή δεν έλειψαν αυτά τα περιστατικά.
Το τελευταίο μάλιστα ήταν τη δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων, όπου κυρία τηλεφώνησε έντρομη στο «100» ρωτώντας τους αστυνομικούς αν αληθεύει ότι όσοι έστειλαν μήνυμα «6» για να μετακινηθούν για ρεβεγιόν Χριστουγέννων, ήταν παγίδα και θα τους πάει το… πρόστιμο στο σπίτι!
Επίσης, πολλοί καταφεύγουν στο «100» για να κάνουν παράπονα για το ένα ή το άλλο μέτρο, ενώ είναι επίσης πολλοί αυτοί που αγνοούν ότι τα μέτρα δεν τα θεσμοθετεί η αστυνομία, αλλά απλώς καλείται να τα εφαρμόσει.
Στο δεύτερο lockdown, το 50% των τηλεφωνημάτων που δέχτηκαν, ήταν για την ελαιοσυγκομιδή. Ρωτούσαν για τα πάντα και φυσικά οι αστυνομικοί έπρεπε να έχουν απαντήσεις σε όλα. Γιατί όπως είπαν και οι ίδιοι «τι θα πεις στον πολίτη, δεν σου απαντάω. Δεν γίνεται. Δυστυχώς, όμως, μπορεί να έχουμε απασχοληθεί σε 100 τηλέφωνα για απλές ερωτήσεις και την ίδια στιγμή κάποιος να έχει πραγματική ανάγκη και να μη μπορεί να πιάσει γραμμή για να μιλήσει μαζί μας. Ταυτόχρονα μπορούμε να δεχθούμε και να εξυπηρετούμε 6 κλήσεις. Ο έβδομος θα νομίζει ότι απλώς το τηλέφωνο χτυπάει και δεν το σηκώνουμε», τόνισαν.
Ενίσχυση με προσωπικό
Τα μοναχικά άτομα επικοινωνούσαν πάντα με το «100», αλλά τώρα ακόμα περισσότερο λόγω ανασφάλειας που μπορεί να νιώθουν, ιδιαίτερα αν τα συγγενικά τους πρόσωπα δεν μπορούν να μετακινηθούν για να πάνε κοντά τους.
Επικοινωνούν με τους αστυνομικούς για να ενημερωθούν για ό,τι τους απασχολεί ή γιατί κάτι μπορεί να άκουσαν και να τους ανησύχησε, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις μοναχικών ανθρώπων που μπορεί να πάρουν τηλέφωνο στο «100», μόνο για να μιλήσουν με κάποιον.
Ο Αστυνομικός Διευθυντής, ταξίαρχος Ηλίας Αξιοτόπουλος, παρατήρησε ότι πλέον το έργο της Αστυνομίας, εκτός από την πάταξη της εγκληματικότητας, τα τροχαία ατυχήματα και την καθημερινότητα, έχει εμπλουτισθεί και με τους ελέγχους για τα μέτρα αποτροπής εξάπλωσης του κορωνοϊού.
«Δυστυχώς, οι έλεγχοι έπρεπε να είναι αυστηροί, παρά την κρίση, την οικονομική δυσκολία και την ψυχολογική φόρτιση των συνανθρώπων μας. Οφείλαμε να το κάνουμε, γιατί υπάρχουν και άτομα που είναι αρνητές της μάσκας και δεν πιστεύουν στον κορωνοϊό. Έπρεπε να επιβληθούν αυστηρά μέτρα γιατί δεν χρωστούν τίποτα οι υπόλοιποι που είναι προσεκτικοί και τηρούν τα μέτρα όλο αυτό τον καιρό.
Πιστεύω ότι έχουμε ανταποκριθεί καλά, καθώς μέχρι και σήμερα που μιλάμε, τα κρούσματα στη Μεσσηνία είναι λίγα συγκριτικά με άλλους νομούς. Δεν βοήθησαν μόνο οι έλεγχοι. Πλέον έχει γίνει συνείδηση στην πλειονότητα των Μεσσηνίων, διότι τήρησαν τα μέτρα που εξέδιδε κάθε μέρα η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και πήγαμε πάρα πολύ καλά. Οφείλουμε να συνεχίσουμε έτσι μέχρι να έχουμε άρση των μέτρων και με τους εμβολιασμούς που ήδη ξεκίνησαν να επιστρέψουμε στην κανονικότητά μας και στους ρυθμούς της ζωής μας».
Σε ό,τι αφορά στο Κέντρο της Άμεσης Δράσης, ο κ. Αξιοτόπουλος σημείωσε ότι με κάθε νέο μέτρο, ο κόσμος έχει πολλές απορίες και έτσι αυτό ενισχύθηκε με επιπλέον άτομα ώστε να ανταποκρίνεται θετικά στα αιτήματα των πολιτών.
Κλείνοντας,
ο ταξίαρχος ευχήθηκε το νέο έτος να απαλλαγούμε από αυτό τον αόρατο και ύπουλο
εχθρό και να επιστρέψει ο κόσμος στην καθημερινότητά του.
«Να μπορέσουμε και πάλι να αγκαλιάσουμε τους δικούς μας ανθρώπους που όλο αυτό
το χρονικό διάστημα δεν μπορέσαμε να συναντηθούμε. Η Ελληνική Αστυνομία και η
Διεύθυνση Αστυνομίας Μεσσηνίας θα συνεχίσει να είναι στις επάλξεις και να
προσφέρει στον πολίτη.
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά».
Της Βίκυς Βετουλάκη