Πώς η Λίντα Καπετανέα κατάφερε να πραγματοποιήσει το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας μέσα στην πανδημία

Πώς η Λίντα Καπετανέα κατάφερε να πραγματοποιήσει το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας μέσα στην πανδημία

Τα σχέδια και οι κινήσεις για το 27ο Φεστιβάλ

Οι φορείς που ανταποκρίθηκαν στον «κλειστό πολιτισμό»

Κατά το 2020 οι πολιτιστικές εκδηλώσεις ακυρώνονταν η μία μετά την άλλη και, τελικά, όσες πραγματοποιήθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν ελάχιστες. Μία από αυτές, λοιπόν, ήταν και το Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.

Κι ενώ υπήρξαν στιγμές που οι διοργανωτές σκέφτηκαν ότι μπορεί τελικά να μη διεξαχθεί, η καλλιτεχνική διευθύντρια Λίντα Καπετανέα δεν το «έβαλε κάτω» και κατάφερε να πείσει τους ανθρώπους του Δήμου Καλαμάτας, αλλά και του υπουργείου Πολιτισμού, ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί προσαρμοσμένο στα υγειονομικά πρωτόκολλα.

Τη Λίντα Καπετανέα, λοιπόν, φιλοξενεί το monopolis.gr ανάμεσα σε άλλους επικεφαλής δημόσιων και ιδιωτικών οργανισμών που κατάφεραν να ανταποκριθούν στον «κλειστό πολιτισμό» και να παράξουν πολιτισμό και εκδηλώσεις, παρότι έμοιαζε ακατόρθωτο.
Ακολουθεί το απόσπασμα για το φετινό Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας και πώς η κα Καπετανέα κατάφερε να το πραγματοποιήσει, αλλά και τι σχεδιάζει για το 27ο Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας:

Ήταν ο μοναδικός πολιτιστικός θεσμός της χώρας που κατάφερε να παρακάμψει τη συνθήκη του «κλειστού πολιτισμού», διοργανώνοντας σχεδόν όλες τις προβλεπόμενες εκδηλώσεις του. Η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, Λίντα Καπετανέα, εξηγεί πως «η βασική μας προσέγγιση ήταν πολύ απλή χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν εύκολη και η υλοποίησή της. Προσπαθήσαμε, επικοινωνώντας το με κάθε τρόπο στα διάφορα επίπεδα διοίκησης, να μην ακυρωθεί το Φεστιβάλ, αλλά να το διοργανώσουμε προσαρμόζοντάς το με βάση τις δυνατότητες της πόλης και τα ισχύοντα μέτρα κατά της πανδημίας. Δηλαδή, χρησιμοποιώντας ανοιχτούς και εναλλακτικούς χώρους, τηρώντας τα υγειονομικά πρωτόκολλα κατά γράμμα, κάνοντας τις αναγκαίες αλλαγές στο πρόγραμμα και εστιάζοντας στη σωστή διαχείριση του κοινού μέσα από μια μεγάλη ομάδα εκπαιδευμένων εργαζομένων του Φεστιβάλ, εθελοντών και δημοτικής αστυνομίας.

Μπήκαμε σε όλη αυτή τη λογική κυρίως για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί είδαμε ότι η ανάγκη για επαφή με την τέχνη είναι, σε καιρό κρίσης, πιο μεγάλη από ποτέ, και δεύτερον γιατί με την τρέχουσα υγειονομική κρίση πλήττεται βαθύτατα ο κόσμος του πολιτισμού – πόσω μάλλον του χορού. Εφόσον η υπόλοιπη οικονομία ήταν ανοιχτή, έτσι κι εμείς έπρεπε να κάνουμε τα πάντα για να λειτουργήσουμε. Το εύκολο θα ήταν να πούμε “δεν πειράζει τα λέμε του χρόνου”. Επιπλέον, η χρηματοδότησή μας είναι κατά 85% δημόσια, άρα, εκτός των άλλων, είχαμε χρέος να παλέψουμε να μείνουμε ανοιχτοί και να δουλέψουν όλοι όσοι σχετίζονται με το Φεστιβάλ.

Αυτό για μας σήμαινε πρακτικά περισσότερο τρέξιμο, λιγότερα έσοδα, τεχνικές δυσκολίες και αυξημένο κόστος παραγωγής. Όταν, όμως, τελείωσε και τα καταφέραμε, και δεν ήταν θέμα τύχης αλλά οργάνωσης και καλής συνεργασίας, η συγκίνηση, η χαρά και η ικανοποίηση ήταν τεράστια. Νομίζω ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε και το 2021, έχοντας αυτή την πολύτιμη εμπειρία. Δεν είναι καθόλου εύκολο. Είναι, όμως, εφικτό».

H καλή διοργάνωση έφερε και θετικά αποτελέσματα, τηρουμένων των αναλογιών και των επιβεβλημένων χωρητικοτήτων. Συνολικά, παρακολούθησαν το Φεστιβάλ 3.489 θεατές – δηλαδή περίπου το 1/3 του κοινού που επισκέπτεται την Καλαμάτα – με όλες τις παραστάσεις sold out. Διατέθηκαν περί τα 2.000 εισιτήρια, ωστόσο το κοινό ήταν πολύ μεγαλύτερο, καθώς δεν μπορεί να υπολογιστεί ο κόσμος που παρακολούθησε τις “ανοιχτές” παραστάσεις στην κεντρική πλατεία της πόλης.

Το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας ήταν, με αυτά τα δεδομένα, και ο θεσμός με τις μικρότερες οικονομικές πληγές. Στο πλαίσιό του χρειάστηκε να ακυρωθούν μόνον οι δράσεις για παιδιά και για μεγάλες ηλικίες άνω των 50 ετών, καθώς και να αντικατασταθούν κάποια έργα συνόλου με αυτά που μπορούσαν να ταξιδέψουν λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις από διάφορες χώρες. 

«Το μεγαλύτερο κόστος που πληρώσαμε ήταν οι κενές θέσεις των θεατών. Οι άνθρωποι που έλειπαν ως παρουσίες ήταν η μεγαλύτερη απώλεια» τονίζει η καλλιτεχνική του διευθύντρια.

Έχοντας αυτό το προηγούμενο, η Λίντα Καπετανέα σχεδιάζει ήδη την οργάνωση του 2021, αντιστεκόμενη στην ψηφιακή συνθήκη που έχουν αρχίσει να οικειοποιούνται άλλες διοργανώσεις. «Η μεταφορά της εμπειρίας μιας παράστασης είναι αδύνατη. Η ψηφιακή αποτύπωση για μας είναι πάντα το τελευταίο σενάριο, γιατί δεν είναι αυτό που θέλουμε. Αντιστεκόμαστε σε αυτό. Δε λειτουργεί έτσι το πράγμα. Και το θέατρο, όπως και ο χορός, θα επιβιώσουν. Είναι ανίκητα. Εμείς θεωρούμε ότι δε γίνεται να μην έχουμε κοινό. Είναι πάντα η έσχατη λύση ο ψηφιακός δρόμος. Επιμένουμε στους φυσικούς χώρους. Το πρόγραμμα σχεδιάζεται κανονικά λαμβάνοντας όλα τα παραπάνω υπόψη» σημειώνει.

Για να προστατευθεί ο πολιτισμός και οι άνθρωποί του, η Λίντα Καπετανέα εισηγείται την επιτακτική ανάγκη μιας συνολικότερης αντιμετώπισης σε εθνικό όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο. «Πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο όλα τα χρηματοδοτικά μέσα που δίνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το σχεδιασμό προγραμμάτων που αφορούν στην προετοιμασία έργων αλλά και για την καλλιτεχνική έρευνα, η οποία δυστυχώς είναι αρκετά υποτιμημένη, και όλα αυτά πρέπει να αφορούν στην επόμενη μέρα. Ας μη μιλάμε σαν να έγινε σήμερα το πρώτο lockdown. Τα προβλήματα παραμένουν, αλλά οι συνθήκες αλλάζουν ραγδαία, σύμφωνα με το ρυθμό που ορίζει ο ιός. Πρέπει να μπει ένας ορίζοντας για τα επόμενα χρόνια και μέχρι τότε να στηριχθεί ο κλάδος.

Ήδη μέχρι σήμερα έχουν χαθεί εκατομμύρια ευρώ εντός Ευρώπης από την ακύρωση των παραγωγών. Πρόσφατες έρευνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως προς το τι δημιουργεί το αίσθημα κοινότητας ανάμεσα στους Ευρωπαίους πολίτες δείχνουν ότι οι βασικοί παράγοντες είναι ο πολιτισμός, μετά η ιστορία και οι κοινές αξίες, και ακολουθούν η γεωγραφία και η οικονομία. Από το 2022 και μετά, που ξεκινά η νέα περίοδος χρηματοδότησης, θα πρέπει έμπρακτα να αποδείξει και η Ευρώπη και η χώρα μας ότι ο πολιτισμός είναι προτεραιότητά τους».

Επιμέλεια: Παναγιώτης Μπαμπαρούτσης