Ο Γιάννης Κωστόπουλος ήταν ένας πραγματικός ευπατρίδης που διαδραμάτισε το δικό του, ξεχωριστό ρόλο στην Ιστορία της χώρας. Ήταν, πάνω απ’ όλα, ένας πρωτοπόρος άνθρωπος με πολλά ενδιαφέροντα, από την ιστιοπλοΐα έως την Ιστορία.
Τραπεζίτης μέχρι το μεδούλι, κουβαλούσε μέσα του το DNA μιας παράδοσης που μεταδιδόταν από γενιά σε γενιά. Θυμάμαι μία συζήτηση μαζί του τα πρώτα χρόνια της κρίσης, νομίζω το 2010.
Η χώρα κατέρρεε, οι πλατείες ήταν γεμάτες αγανακτισμένους και οι τράπεζες άδειαζαν με ραγδαίο ρυθμό. Ενώ συζητούσαμε μου λέει: «Ξέρεις τι έκανε ο θείος μου ο Πάνος στη μεγάλη κρίση του 1929; Ο κόσμος ανησυχούσε και είχε αρχίσει να συζητάει αν έπρεπε να βγάλει τα λεφτά του από την Τράπεζα Καλαμών (η οποία ανήκε στην οικογένεια). Ο θείος βγήκε στην κεντρική πλατεία της Καλαμάτας και σταμάτησε ένα γνωστό παράγοντα της πόλης. “Έλα εδώ”, του είπε, “έμαθα ότι θέλεις να τραβήξεις τα λεφτά σου από εμάς γιατί ανησυχείς. Πάμε να στα δώσω”. “Όχι, προς Θεού, τι είναι αυτά που λέτε, κε Κωστόπουλε”, του είπε ο πελάτης και έτσι έληξε η μικρή κρίση στην Καλαμάτα».
Όπως έκανε πάντα, συνέχισε την κουβέντα, έπειτα από μια ιστορική αναδρομή, με ένα σχόλιο για το παρόν: «Ξέρεις τι έμαθα από τους παλιούς; Ότι κάθε χρονιά δε θα είναι απαραίτητα καλύτερη από την προηγούμενη. Αυτό πρέπει να το θυμάστε εσείς οι νεότεροι που έχετε καλομάθει και δεν περάσατε κρίσεις και περιπέτειες».
Δεν ξέχασα αυτή την προειδοποίηση που μέχρι τώρα έχει επαληθευθεί πλήρως.
Ο Κωστόπουλος είχε τρέλα με την Ιστορία, την παράδοση και τις… σημαίες. Ουαί και αλίμονο αν έβλεπε σε κάποιο εμβληματικό κτήριο της πρωτεύουσας σκισμένη ή ξεθωριασμένη σημαία. Θα έπαιρνε την ίδια μέρα τηλέφωνο για να στείλει μία καινούργια και να βεβαιωθεί ότι θα κυματίζει όπως πρέπει.
Ήταν ένας από τους ανθρώπους που έφεραν δυναμισμό και εξωστρέφεια στην οικονομία με τις πράξεις τους. Του άρεσε το «παιχνίδι εξουσίας», αν και σε ορισμένες περιπτώσεις τον οδήγησε σε λανθασμένες τραπεζικές κινήσεις. Αυτό ήταν ένα κεφάλαιο που δεν του άρεσε να συζητάει, καθώς αποτραβιόταν από τη διοίκηση της τράπεζας και έβλεπε αυτά που είχε κτίσει να πέφτουν σιγά σιγά.
Ίσως καταλάβαινε, ως άνθρωπος ευθύνης που ήταν, ότι ανέχθηκε πολλά και θα μπορούσε με την ισχύ του να προλάβει άλλα που οδήγησαν τη χώρα στην παρακμή και στην κρίση.
Τα τελευταία χρόνια ήταν δύσκολα γιατί καταλάβαινε πως η εποχή και ο «κόσμος» της ακμής του έσβηναν. Σήκωνε πάντοτε, όμως, το τηλέφωνο για να πει ένα αστείο ή να διορθώσει μία ανακρίβεια σε ένα ρεπορτάζ της εφημερίδας για το ποιος καθιέρωσε τον τάδε αγώνα ιστιοπλοΐας.
Μοιραζόταν την αγωνία του, γιατί το Ίδρυμα δεν μπορούσε να δώσει πια υποτροφίες και οι μικρομέτοχοι να λάβουν μέρισμα όπως παλιά. Ήταν από πολλές απόψεις ένας ξεχωριστός και ιδιαίτερος άνθρωπος που έγραψε Ιστορία, πρόσφερε και έζησε τη ζωή του με τρόπο έντονο και μοναδικό
(από τη στήλη του Αλέξη Παπαχελά στην “Καθημερινή”)
πηγή: kathimerini.gr