Η οικογένεια των Αγαπηνών ήταν μια από τις λαμπρότερες οικογένειες, που ταύτισε την παρουσία της με την Αναγέννηση και την Ελευθερία της Πατρίδας, είτε στον πόλεμο, είτε στην πολιτική, είτε στις επιστήμες και τη δικαιοσύνη. Ταύτισαν τη ζωή τους με την Ιστορία της περιοχής των Γαργαλιάνων σε τέτοιο βαθμό που οι δύο έννοιες απέκτησαν ταυτοσημία. Διακόσια χρόνια μετά η πόλις των Γαργαλιάνων συναισθάνεται την ανάσα των Αγαπηνών και οι Αγαπηνοί αγαλλιάζουν από όπου βρίσκονται, διότι οι απόγονοί τους συνεχίζουν να τους τιμούν και να μνήσονται την προσφορά τους. Οι Αγαπηνοί δεν είναι λίγες οι φορές που με την παρουσία τους συνέβαλαν ακόμα και σε γεγονότα που καθόρισαν την τύχη της Ελλάδος, αποκομίζοντας την ευγνωμοσύνη και το σεβασμό του πανελληνίου, ιδιαίτερα με τον αγώνα και τη θυσία του μακεδονομάχου Σαράντου Αγαπηνού ή Τέλλου Άγρα. Έζησαν με την ευπρέπεια που ταιριάζει σε αριστοκράτες, πολιτεύτηκαν με τη σοφία, την ανιδιοτέλεια και τη φρόνηση που ταιριάζει σε ευπατρίδες, προστάτευσαν την κοινωνία από τις κακοτοπιές του διχασμού θυσιάζοντας τίτλους και καριέρες, προσέφεραν όλα τα πλούτη τους στον Αγώνα, πολέμησαν χωρίς να ζητήσουν ανταλλάγματα, συντήρησαν καθ’ όλην την επανάσταση μαζί με τους άλλους προεστούς του τόπου ένα μόνιμο στρατιωτικό σώμα από την περιοχή των Γαργαλιάνων που ξεπερνούσε τους 150 ενόπλους. Η άποψη ότι ο Αντώνιος Αγαπηνός υπήρξε ο πολιτικός αρχηγός και ο Διονύσιος ήταν ο στρατιωτικός αρχηγός της Επανάστασης, δε φαίνεται να ευσταθεί. Μπορούμε να πούμε μετά βεβαιότητας ότι τόσον ο Αντώνιος Αγαπηνός όσο και ο Διονύσιος Αγαπηνός αφιερώθηκαν αποκλειστικά στον ένοπλο αγώνα της Ελευθερίας και μόνο όταν ο διχασμός και ο εμφύλιος του 1825 κορυφώθηκαν και ο κίνδυνος για την κοινότητα ήταν πλέον προφανής ο Αντώνιος Αγαπηνός χρειάστηκε να ασχοληθεί με την προστασία της. Υπήρξαν και οι δύο απαράμιλλοι στρατιωτικοί και πολιτικοί.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι Αγαπηνοί ήταν γηγενείς της πόλεως των Γαργαλιάνων. Στις καταγραφές των εκλογικών καταλόγων, των Γαργαλιάνων του 1844, 1864 και 1871 αναφέρονται ως «εκ γενετής», ενώ αναγράφονται σε αυτούς οι οικογένειες που εγκαταστάθηκαν μετέπειτα στους Γαργαλιάνους όπως και η χρονολογία εγκατάστασής τους, π.χ. η οικογένεια Θ(ε)ιακού το 1828.
Αναμφισβήτητη προϋπόθεση για να συμμετέχει κάποιος στις συνελεύσεις της κοινότητας από τη δευτέρα Τουρκοκρατία στην Ελλάδα 1717 και στα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης ήταν να είσαι γηγενής κάτοικος της περιοχής. Οι Αγαπηνοί που αναγράφονται στους εκλογικούς καταλόγους της πόλεως των Γαργαλιάνων είναι: ο Αντώνιος Αγαπηνός (1788), ο Διονύσιος Αγαπηνός (1802), ο Δημήτριος Αγαπηνός (1815), ο Διονύσιος Αγαπηνός του Ηλία (1828) και ο Ανδρέας Αγαπηνός του Αντωνίου (1845-1892), πατέρας του Τέλλου Άγρα.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι μάλλον ο πατέρας του Αντωνίου και Διονυσίου Αγαπηνού ήταν Ανδρέας προς εκπλήρωση της αδιάλυτης συνήθειας τα παιδιά να δίνουν ως όνομα του πρώτου αγοριού αυτό του πατέρα τους.
Οι Αγαπηνοί προσέφεραν όλα τα πλούτη τους χάριν της Ελευθερίας της Πατρίδας, ο δε Πύργος τους κάηκε και λεηλατήθηκε από τα στίφη του Ιμπραήμ, καταστρέφοντας ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της οικογένειας και της πόλεως των Γαργαλιάνων.
Αντώνιος Αγαπηνός
Γεννήθηκε στους Γαργαλιάνους το 1788 (υπάρχει στους εκλογικούς καταλόγους 1844) και πέθανε πριν από το 1964.
Ο Αντώνιος Αγαπηνός μεγάλωσε κάτω από τη φροντίδα και την επιμέλεια του προεστού και πρωτοσύγκελου Άνθιμου Ανδριανόπουλου, που όπως διασώζει ο Σωτήριος Λυριτζής, η λαϊκή παράδοση των κατοίκων των Γαργαλιάνων τον θέλει ως «Πρωτοσύγκελο Αγαπηνό». Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Ιωάννη Ανδριανόπουλου Μαγγιώρου ( Ταγματάρχη ) του Ρωσικού Στρατού προς τον αδελφό του Άνθιμο Ανδριανόπουλο την 4η Μαΐου 1795, όπου τον προτρέπει «…να έχεις έγνοια τον Αντωνάκη».
Ο Αντώνιος Αγαπηνός ήταν τότε 7 χρονών. Ορκίζεται στη Φιλική Εταιρία μετά τον Ιούνιο του 1820, μαζί με τον αδελφό του Διονύσιο και τον Δημήτριο Παπαχριστοφίλου.
Η επανάσταση τον βρίσκει σε ηλικία 33 χρονών. Πρωτοστατεί του Αγώνα της Ελευθερίας και αρχηγός όλων των ανδρών από την περιοχή των Γαργαλιάνων πολεμούν ηρωικά για την απελευθέρωση του Νεοκάστρου και της Μεθώνης. Πολεμάει με αυταπάρνηση στην άλωση της Τριπολιτσάς και στην καταστροφή του Δράμαλη παρά τον Μήτρο Αναστασόπουλο και το Γενναίο Κολοκοτρώνη.
Στις 23 Απριλίου 1823 υπογράφει ως πρώτος μετά τους ιερείς Γεώργιο Οικονόμο Σπηλιοτόπουλο και τον Σακελλάριο Μπενέτο το αίτημα για τη μεταφορά της περιοχής των Γαργαλιάνων και της Χώρας στην επαρχία του Νεοκάστρου, με βασική αιτία το φατριασμό που έχει επικρατήσει πρόωρα και άκαιρα στην επαρχία της Αρκαδιάς και την παρεπόμενη σπουδαρχία, πρόωρη και άκαιρη προσπάθεια των άλλων για την κατάληψη θέσεως εξουσίας, που ήταν πέρα και έξω από τον Αγώνα για την Ελευθερία.
Στις 9 Μαΐου 1823 υπογράφει ως πρώτος μετά τον ιερέα Σακελλάριο Μπενέτο για την απομάκρυνση του Διονυσίου Αλεξόπουλου από το αξίωμα του πληρεξουσίου της κοινότητας των Γαργαλιάνων, μια πράξη μοναδική στη διχασμένη τότε Ελλάδα, για να προστατεύσει την κοινότητα από το διχασμό. Και αντικαθίσταται από το σοφό και ευγενή Αντώνιο Λούκα.
Στις 4 Ιουνίου 1823 αναγνωρίζοντας την αξία του παίρνει το βαθμό του υποχιλίαρχου παρά του Μήτρου Αναστασόπουλου και του Εκτελεστικού. Μια σχέση που οι Αγαπηνοί θα κρατήσουν μέχρι το τέλος του Αγώνα.
Στις 14 Ιανουαρίου 1825 τιμάται με το βαθμό του χιλίαρχου, από τον Παπατσώνη και το Εκτελεστικό.
Από τον Απρίλιο του 1825 και μέχρι την πτώση του πολεμάει στο Νεόκαστρο τις ορδές του Ιμπραήμ και όταν τραυματίζεται ο Παπατσώνης και μεταφέρεται στους Γαργαλιάνους, αναλαμβάνει την αρχηγία του Σώματος αποτελούμενο από 200 άντρες. Μετά την κατάληψη των κάστρων και τη Σφακτηρία συνεχίζει τον κλεφτοπόλεμο από το στρατόπεδο της Αγυιάς.
Στις 23 Δεκεμβρίου 1825 συμμετέχει στη επαρχιακή συνέλευση στο Σουλιμά, μαζί με τους Νικόλαο και Αναστάση Παπαχριστοφίλου, όπου πλέον αποκαθίσταται η ομόνοια και τερματίζεται ο διχασμός.
Στις 4 Ιανουαρίου 1829 ως Δημογέρων μαζί με τον Διονύσιο Αλεξόπουλο, που πλέον έχει αποκατασταθεί, υπογράφουν την αίτηση για δάνειο από τον Εθνικό Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια.
Στις 23 Ιανουαρίου 1831 υπογράφει ως πρωτοδημογέροντας της επαρχίας Αρκαδίας (Τριφυλίας), ως πρώτος, αναφορά των δημογερόντων και πολιτών της επαρχίας, όπου δηλώνουν υποστήριξη στο πρόσωπο και το έργο του Εθνικού Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, όταν ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και ο αδελφός του Κωνσταντίνος αποχώρησαν και ο ανεψιός τους Καζάκος απέδρασε από τις φυλακές του Άργους και άρχισε η στάση. Για άλλη μια φορά οι Αγαπηνοί είχαν τη φρόνηση και την διορατικότητα των κινδύνων, που καιροφυλακτούσαν ή δημιουργούσαν οι άνθρωποι.
Η Πατρίδα, τιμώσα την προσφορά του στην Επανάσταση, τον κατατάσσει στη Βασιλική Φάλαγγα και στην 12η τετραρχία με το βαθμό, τον αντίστοιχο του τακτικού στρατού, του υπολοχαγού, με το ΦΕΚ 26,1836 Εν Αθήναις, 10 Ιουνίου.
Το 1844 εκλέγεται πάρεδρος στο Δήμο Φλεσσιάδος (Δημοτικές αρχές 1844. Δήμαρχος Οικονομόπουλος
Πάρεδροι: Αντώνιος Αγαπηνός, Διονύσιος Αγαπηνός, Παν. Δενδρομοίρης, Παν. Κάππος, Δημητρόπουλος, Γεώργιος Αναγνωστόπουλος, Θεόδωρος Μαγκανάς, Δημητρακόπουλος, Χριστόφορος Ντερέσκος, Δημ. Μπάρκας, Κυριάκος Σταυρόπουλος, Κοσμάς Γαρδικιώτης).
Στις 20 Ιουλίου 1845 συμμετέχει στην επιτροπή για την εξέταση των μαθητών του Δημοτικού Σχολείου Γαργαλιάνων Η εξεταστική επιτροπή αποτελείτο από τους Ν. ιερέα Μάστορα (Μαστοράκης ),Αντώνιο Αγαπηνό και Ν. Χριστοφίλου.
Οι Αγαπηνοί έδειξαν ιδιαιτέρα μέριμνα για την εκπαίδευση, φθάνοντας πολλές φορές σε σύγκρουση όταν τους έπνιγε το άδικο.
Αναλαμβάνει Δασονόμος στο Δήμο Φλεσσιάδος μέχρι το 1846, όταν και εκλέγεται επαρχιακός σύμβουλος Τριφυλίας, οπότε και παραιτείται.
Τιμήθηκε με τον αργυρούν σταυρό και έφερε τιμητικώς τη φουστανέλα μέχρι το τέλος της ζωής του.
Νυμφεύθηκε την αδελφή του Αντώνη Λούκα (1799), δημογέροντα και προεστού των Γαργαλιάνων, Παρασκευή ή Πετζεχρούλα, η οποία πέθανε πολύ νέα, χωρίς να αποκτήσουν τέκνα. Η Πετζεχρούλα ήταν τόσο όμορφη που της τραγουδούσαν:
«Λάμπει ο ήλιος λάμπει
Λάμπει στα βουνά
Λάμπει και η Πετζεχρούλα
στου Λούκα τα γυαλιά» ( γυάλινα παράθυρα).
Ύστερα νυμφεύθηκε την Ουρανία Παπατζ(σ)ώνη, άγνωστο πότε, αδελφή του προύχοντα της επαρχίας των Εμπλακίων Παναγιώτη Παπατζώνη. Η Ουρανία είχε άλλες τέσσερις αδελφές Η αδελφή της Αναστασία είχε παντρευτεί τον προεστό της Καρύταινας Κανέλλο Δεληγιάννη, μια άλλη τον Δαρειώτη, μια άλλη τον Μπενάκη και η τελευταία τον Μπούμπουλη γιό της Μπουμπουλίνας.
Αποκτά τουλάχιστον 2 παιδιά, τον Ανδρέα, πατέρα του μακεδονομάχου Σαράντου Αγαπηνού ή Τέλλου Άγρα και την Κοκκωνιά, η οποία, όπως μας πληροφορεί ο Σωτήριος Λυριντζής, παντρεύτηκε τον Πέτρο Χαλαζωνίτη.
Διονύσιος Αγαπηνός. Γεννήθηκε στους Γαργαλιάνους το 1802 (υπάρχει στους εκλογικούς καταλόγους και του 1864) και πέθανε πριν από το 1870. Το 1812 συναντάει τον Καλλίνικο Καστόρχη σε ηλικία 10 ετών, όπου διαμένει στο Πύργο των Αγαπηνών και του διδάσκει τα γράμματα. Η επανάσταση τον βρίσκει στην ηλικία των 19 ετών κι ακολουθεί το μεγαλύτερο αδελφό του Αντώνη στον αγώνα της Ελευθερίας. Η σχέση των δύο αδελφών είναι άρρηκτη, μάλιστα ο Διονύσιος ( Νιόνιος ) Αγαπηνός οδηγούσε τους πολεμιστές από την περιοχή των Γαργαλιάνων στις μάχες, όταν δε συμμετείχε ο Αντώνης Αγαπηνός όπως στην πολιορκία των Παλαιών και στη μάχη στου Λάλα.
Εν αντιθέσει με τον αδελφό του Αντώνη, η δικαίωση άργησε να έρθει.
Στις 2 Μαΐου 1841 αναγνωρίζονται οι υπηρεσίες προς την Πατρίδα και τιμάται με το χαλκούν αριστείον και την 5 Ιουλίου 1844 με το αργυρούν νομισματόσημον.
Από τα πιστοποιητικά έγγραφα του Διονυσίου Αγαπηνού αντλούμε τις σημαντικότερες πληροφορίες για τους Γαργαλιανιώτες αγωνιστές του 1821.
Στις 12 Ιουνίου 1844, οι υποστράτηγοι Ιωάννης (Γενναίος) Θ. Κολοκοτρώνης, Δ. Πλαπούτας και Κανέλλος Δεληγιάννης βεβαιώνουν ότι ηγείτο σώματος εκατό αντρών στους πολέμους κατά του Δράμαλη και του Ιμπραήμ, ως και εις πολιορκία των Αθηνών υπό την αρχηγία του Γενναίου.
Στις 9 Νοεμβρίου 1846 ο οπλαρχηγός Αναγνώστης Παπατσώρης βεβαιώνει ευρισκόμενος στους Γαργαλιάνους για τη συμμετοχή του στην πολιορκία του Νεοκάστρου και των Παλαιών Πατρών, στην μάχη στα Δερβενάκια, όπου διακρίθηκε για τη γενναιότητά και τον ηρωισμό του, και στην πολιορκία των Αθηνών όπου έδειξε άπειρο γενναιότητα και πατριωτισμό.
Εις το «Ιστορικό Λεξικό των Πατρών» του Κ. Ν. Τρανταφύλλου, Πάτρα 1995 έκδοση του τυπογραφείου Π.Χ. Κούλη, διαβάζουμε ότι ο Διονύσιος Αγαπηνός ηγήθηκε 100 αντρών από την περιοχή των Γαργαλιάνων (Ελευθ. Α΄81).
Είναι εσφαλμένη η άποψη ότι ο Διονύσιος Αγαπηνός υπήρξε μόνο ως ο στρατιωτικός αρχηγός των ενόπλων της περιοχής των Γαργαλιάνων. Πολιτικός και στρατιωτικός αρχηγός στην κοινότητα των Γαργαλιάνων και την ευρύτερη περιοχή ήταν ο Αντώνης Αγαπηνός, όπως η ιεραρχία της οικογένειας επέβαλε, γιατί οι Αγαπηνοί σεβόντουσαν τους θεσμούς και τις συνήθειες. Με το πλήρωμα του χρόνου ανέλαβε αυτός τα ηνία. Ωστόσο λειτούργησαν αδιαίρετοι και με ισχυρούς δεσμούς. Υπήρξε η αμοιβαία τυφλή εμπιστοσύνη, γεγονός που επιβεβαιώνεται από το ότι ο Διονύσιος Αγαπηνός στην συλλογή υπογραφών για την παραμονή του Δημοδιδασκάλου Τρύφωνα Παπασωτηριάδη υπογράφει και για τους δύο.
Ο Διονύσιος Αγαπηνός χρημάτισε επί χρόνια πρόεδρος της κοινότητας των Γαργαλιάνων, όπως έγραφα επιβεβαιώνουν, διαγράφοντας τη δική του αυτόνομη, λαμπρή πολιτική παρουσία.
Οι Αγαπηνοί ταυτίστηκαν με την προσπάθεια να δημιουργηθεί το πρώτο σχολείο στους Γαργαλιάνους, η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε το 1843.
Ο Διονύσιος συγκρούστηκε με τον τότε Υπουργό Παιδείας Ι. Κωλέττη και επέβαλε την επανατοποθέτηση του Δημοδιδασκάλου Τρύφωνα Παπασωτηριάδη στους Γαργαλιάνους.
Στις 20 Νοεμβρίου 1947 κατευθύνει στασιαστικό κίνημα στους Γαργαλιάνους, ως φαίνεται φιλελευθέρων αρχών.
Νυμφεύτηκε την Ζωή Παναγοπούλου και δεν απέκτησαν τέκνα.
Για τον Δημήτριο Αγαπηνό (1815), μόλις 6 ετών το 1821, δεν έχουν ευρεθεί εισέτι στοιχεία. Μπορούμε να υποθέσουμε δύο ενδεχόμενα ή ότι ήταν μικρότερος αδελφός των Αντώνη και Διονύσιου ή ότι πρόκειται για άλλη οικογένεια Αγαπηνών, όπως η παρουσία του Αγαπηνού Διονύσιου του Ηλία ( 1828) επιβεβαιώνει.
Ανδρέας Αγαπηνός του Αντωνίου Γεννήθηκε στους Γαργαλιάνους το 1845 και πέθανε το 1892 σε ηλικία 47 ετών. Γιος του Αντωνίου Αγαπηνού, που τον γέννησε σε ηλικία 57 ετών. Είναι εγγεγραμμένος στους εκλογικούς καταλόγους του 1871, ότε δεν υπάρχουν οι Αντώνιος και Διονύσιος Αγαπηνός, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι μεγάλωσε και σπούδασε με τη φροντίδα της μητέρας του. Αλλά η ζωή του Ανδρέα θα παρουσιαστεί, σε άλλο σημείωμα.
-Από τα «Τετράδια Ιστορίας» του Παναγιώτη Α. Κατσίβελα, ιατρού
Βιβλιογραφία:
1. Γενικά Αρχεία του Κράτους
2. Γαργαλιάνοι Ο Τόπος και η Ιστορία του Σ. Λυριτζή
3. Ιστορία Γαργαλιάνων «Αρχαία ιστορία Τουρκοκρατία και Επανάσταση Σ. Λυριτζή
4. Ιστορία των Γαργαλιάνων, Γαργαλιάνοι και Τέλλος Άγρας, επιμέλεια Θεοδώρου- Φοίβου Λυριτζή
5. Η Συμβολή της Περιοχής των Γαργαλιάνων στην Επανάσταση, Παναγιώτη Α. Κατσίβελα.