Ο Πρόεδρος Μπάιντεν στην πρώτη συνάντησή του με τον Ταγίπ Ερντογάν δεν πέτυχε την απόσυρση των ρωσικών πυραύλων S-400 από το τουρκικό έδαφος. Υποχρέωσε, όμως, τον Τούρκο Πρόεδρο σε αναδίπλωση, με αποτέλεσμα την τουρκική πρόταση οι S-400 να διατεθούν στο ΝΑΤΟ για επιχειρήσεις εκτός περιοχής χωρών NATO (out of NATO area operations) στις οποίες θα εμπλέκεται η Συμμαχία (π.χ. Συρία, Ιράν, Ιράκ, Αφγανιστάν κ.λπ.) και ακόμα την ασαφή διαβεβαίωση ότι οι τουρκικοί S- 400 δε θα χρησιμοποιηθούν εναντίον των κρατών μελών του ΝΑΤΟ.
Στο σημείο αυτό, σύμφωνα με τα υπάρχοντα αξιόπιστα στοιχεία της συνάντησης αυτής, ο πρόεδρος Μπάιντεν υπενθύμισε στον Ερντογάν ότι δεν μπορεί νατοϊκή χώρα να επιτεθεί σε άλλη χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, επικαλούμενος το άρθρο 5 τη Συμμαχίας, που δεσμεύει όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ να συνδράμουν κάποια νατοϊκή χώρα που δέχεται επίθεση από άλλη, τρίτη, εκτός Συμμαχίας χώρα και μόνον.
Δι’ αυτού του τρόπου, ο Αμερικανός πρόεδρος υπενθύμισε/απαγόρευσε στον Ερντογάν να αποπειραθεί να χρησιμοποιήσει τους S- 400 εναντίον της Ελλάδας, δηλαδή κατατρόπωσε τον τουρκικό ισχυρισμό, που η Άγκυρα χρησιμοποιεί ευρέως τον ισχυρισμό της, ότι «η Τουρκία απειλείται από την Ελλάδα».
Είναι άγνωστο μέχρι στιγμής, αν και πότε η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα θελήσει να αξιοποιήσει αυτή την κατηγορηματική τοποθέτηση του κ. Μπάιντεν για την προστασία και ασφάλεια της Ελλάδας από τους απειλητικούς τουρκικούς S- 400.
Μέχρι στιγμής όμως η ελληνική κυβέρνηση έχει αποφύγει επιμελέστατα και με «θρησκευτική ευλάβεια» να αναφερθεί είτε δημοσίως είτε στις ελληνοτουρκικές συναντήσεις στην πραγματική απειλή των S- 400 για την ασφάλεια της χώρας. Ακόμα και όταν υπάρχει η δημόσια επίσημη ομολογία του Τούρκου ΥΕΘΑ κ. Ακάρ, ο οποίος με Twitter εξήγησε ότι «…η Τουρκία αγόρασε τους ρωσικούς πυραύλους για να αντιμετωπίσει μια “ενοχλητική Πολεμική Αεροπορία”», δηλαδή την ελληνική Π.Α.
Στην περίπτωση που η τουρκική πρόταση έρθει τελικώς προς συζήτηση στο ΝΑΤΟ, η Αθήνα έχει την άμεση ανάγκη υποστήριξης των ΗΠΑ και μέσα στη Συμμαχία. Το σκοτεινό και πονηρό σημείο της τουρκικής πρότασης είναι αν οι S-400 θα αναγνωρίζουν ως «φίλια» μόνον τα αεροσκάφη που διαθέτουν οι χώρες μέλη στη Συμμαχία. Ή, αν οι τουρκικοί S-400 θα αναγνωρίζουν «ως φίλια» και τα εθνικά αεροσκάφη των νατοϊκών χωρών και, επομένως, δε θα τα χτυπούν. Αυτή η δεύτερη περίπτωση αφορά άμεσα και αποκλειστικά τα αεροσκάφη της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας (όταν δε φορούν το καπέλο του ΝΑΤΟ), αλλά και τα αμερικανικά αεροσκάφη του 6ου Στόλου στις επιχειρήσεις τους. Γι’ αυτό και η παραπάνω εμβόλιμη τοποθέτηση Μπάιντεν προς τον Ερντογάν έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα.
Αμέσως μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ ο ΥΠΕΞ Δένδιας στην Αθήνα παραπονιόταν στον εκπρόσωπο του CDU για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, εκφράζοντας την «απογοήτευσή του», γιατί το CDU δεν υποστηρίζει τα ψηφίσματα για την επιβολή εμπάργκο όπλων στην Τουρκία και παραδεχόταν ότι το Βερολίνο δε λαμβάνει υπόψη του τα παράπονα του Μητσοτάκη ότι δε διατηρείται η ισορροπία στο Αιγαίο.
Την ίδια στιγμή, η ΥΕΘΑ της Γερμανίας Αννεγκρέτ Κραμπ- Καρενμπάουερ βρισκόταν στην Άγκυρα για συνομιλίες με τον Τούρκο ομόλογο της Ακάρ- φυσικά για τις πωλήσεις γερμανικών οπλικών συστημάτων στην Τουρκία.
Η Γερμανίδα βρήκε την ευκαιρία να συμφωνήσει απόλυτα με την πρόταση Ερντογάν στον Μπάιντεν να αναλάβει η Άγκυρα τη στρατιωτική εποπτεία στο Αφγανιστάν και ειδικά στην Καμπούλ, μετά την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων.
Σημειώνεται ότι τις παραμονές της Συνόδου του ΝΑΤΟ ο Ακάρ είχε τριμερή συνάντηση με τους ΥΕΘΑ Ιταλίας και Βρετανίας, πάνω στο βρετανικό αεροπλανοφόρο Queen Elizabeth στο λιμάνι της Αουγκούστα της Σικελίας.
Η τριμερής συνάντηση ήταν για «δουλειές», καθώς το αεροπλανοφόρο που ναυπηγεί η Ισπανία για λογαριασμό της Τουρκίας είναι σχεδόν έτοιμο. Ο Ερντογάν θέλει να το φορτώσει με τα βρετανικής κατασκευής αεροσκάφη κάθετης απογείωσης /προσγείωσης HARRIER, που θα τα αγοράσει δεύτερο χέρι από την Ιταλία, αφού βεβαίως δώσουν την άδεια οι Βρετανοί.
Σημειώνεται ακόμα ότι, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, μόνον το δεκάμηνο 1 Ιανουαρίου-1 Οκτωβρίου 2020 η Γερμανία είχε πουλήσει στην Τουρκία εξοπλιστικά 867 εκ. ευρώ, η Ισπανία 470 εκ. ευρώ, η Ιταλία 375 εκ. ευρώ.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη με την ήπια πολιτική της απέναντι στην Άγκυρα και το Βερολίνο δεν τόλμησε τον περσινό Δεκέμβρη και στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ (όταν μπορούσε να παίξει με τις κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας) να απαιτήσει από τους Ευρωπαίους εταίρους ρήτρα ώστε οι πωλήσεις εξοπλιστικών στην Τουρκία να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον κράτους μέλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ.
Της Κύρας Αδάμ