Με βάση την εμπειρία που έχει η Μεσσηνία από καταστροφικές πυρκαγιές, ιδιαίτερα ανησυχητικά είναι τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης για Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS, European Forest Fire Information System) για τη χώρα μας, 15 μέρες πριν από την ολοκλήρωση του πρώτου μέρους της φετινής αντιπυρικής περιόδου (1η Μαΐου έως 30 Ιουλίου).
Όπως αναφέρεται σε άρθρο που δημοσίευσε προχθές το meteo.gr, ως τις 12 Ιουλίου είχαν καεί 109.830 στρέμματα, ποσοστό αυξημένο κατά 300% σε σχέση με το μέσο όρο της περιόδου 2000-2008.
Παράλληλα, εκδηλώθηκαν 21 συμβάντα δασικών πυρκαγιών, με τον αντίστοιχο μέσο όρο του διαστήματος 2000-2008 να είναι τα 8 συμβάντα, γεγονός που σημαίνει αύξηση 160%!
Το άρθρο της επιστημονικής ομάδας του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) βλέπει σύνδεση με την κλιματική αλλαγή και συνιστά να δοθεί στο άμεσο μέλλον μεγαλύτερη έμφαση στην πρόληψη παρά στην καταστολή των πυρκαγιών.
Ανάλογη άποψη έχει εκφράσει και η οικολογική οργάνωση WWF μετά τη μεγάλη φωτιά στα Γεράνεια Όρη στα τέλη Μαΐου, με τον υπεύθυνο Δράσεων, Ηλία Τζηρίτη, να τονίζει στην «Εφ.Συν.» ότι μεγαλύτερη σημασία έχει η διαχείριση των δασών και ο πληρέστερος σχεδιασμός για τις δράσεις πρόληψης, φοβούμενος πυρκαγιές με ακόμα μεγαλύτερη ένταση τα επόμενα χρόνια και όχι μόνο εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Με βάση τα δεδομένα του EFFIS, οι καμένες εκτάσεις στην Ελλάδα φέτος έφτασαν τα 109.830 στρέμματα, έναντι 27.640 στρεμμάτων κατά μέσο όρο μεταξύ 2000-2008. Τη μερίδα του λέοντος σε αυτόν το μαύρο απολογισμό έχει η δασική πυρκαγιά του Σχίνου, όπως και εκείνες σε Κεφαλονιά, Χίο, Έβρο, αλλά και Βαρνάβα, Νέα Στύρα το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε. Αξιοσημείωτο είναι ότι από τα μέσα Απριλίου (κι ενώ η αντιπυρική περίοδος ξεκινά μετά την Πρωτομαγιά) είχαν εκδηλωθεί περίπου 20 πυρκαγιές, ποσοστό αυξημένο κατά 163% σε σύγκριση με το διάστημα 2000-2008.
Στο άρθρο του meteo.gr αναφέρεται ότι τα ανησυχητικά αυτά στοιχεία είναι σύμφωνα με «το ευρύτερο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της στις δασικές πυρκαγιές (πρωιμότερη έναρξη περιόδου δασικών πυρκαγιών, ακραία συμβάντα)». Παρόμοια εικόνα προκύπτει και από μελέτες του δικτύου του WWF σε παγκόσμιο επίπεδο την περίοδο 2019-2020, οι οποίες δείχνουν ότι οι πυρκαγιές αυξήθηκαν κατά 13% και οι αντιπυρικές περίοδοι επιμηκύνθηκαν κατά 20%.
Έτσι, χαρακτηρίζεται ως επιτακτική η ανάγκη μεταβολής των στρατηγικών αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών καθώς μέχρι σήμερα δίνεται βάρος και χρηματοδότηση στην καταστολή και πολύ λιγότερο στην πρόληψη και τη διαχείριση μέσω σύγχρονων επιστημονικών εργαλείων. Σύμφωνα με κοινή έρευνα του WWF και του Μεσογειακού Ινστιτούτου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR), το μεγαλύτερο μέρος από το συνολικό ποσό των 241 εκατομμυρίων ευρώ που έχει διατεθεί το διάστημα 2015-2020 για τη δασοπροστασία από διάφορες πηγές και μέσω χρηματοδοτήσεων της Ε.Ε. στις αρμόδιες ελληνικές υπηρεσίες αφορά κατά κύριο λόγο (70-80%) δράσεις καταστολής και μόνο ένα μικρό μέρος αφορά την πρόληψη.
Όπως μας εξηγεί ο Ηλίας Τζηρίτης από το WWF, τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι στο άμεσο μέλλον θα σημειωθεί αύξηση της έντασης των πυρκαγιών. Αυτό, τόσο γιατί η κλιματική αλλαγή πολλαπλασιάζει τις επικίνδυνες μέρες εντός της αντιπυρικής περιόδου δημιουργώντας πιο έντονες ξηροθερμικές συνθήκες, όσο και γιατί σημειώνεται αύξηση της καύσιμης ύλης σε όλες τις μεσογειακές χώρες.
Το γεγονός αυτό αποδίδεται στην απουσία συγκεκριμένου σχεδίου δασικής διαχείρισης, αλλά και στην έλλειψη δραστηριοτήτων στις δασικές περιοχές με την εγκατάλειψη της υπαίθρου.
Ανάμεσα στις προτάσεις του WWF για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση μιας σύνθετης πρόκλησης είναι η διαχείριση της καύσιμης ύλης εντός των δασών με σεβασμό στη βιοποικιλότητα, η ενίσχυση της Δασικής Υπηρεσίας σε προσωπικό και πόρους και η τεκμηριωμένη ενημέρωση των τοπικών πληθυσμών για τα αίτια των πυρκαγιών με τη δημιουργία μιας δημόσια προσβάσιμης βάσης δεδομένων, ώστε να εκλείψουν η καχυποψία και οι θεωρίες συνωμοσίας.
Καίριας σημασίας κρίνεται ακόμη η εκπόνηση σχεδίων πρόληψης και αντιπυρικής προστασίας σε κάθε δήμο ξεχωριστά, όπως και η επιτάχυνση των Δασικών Χαρτών, ώστε να μη μεταβάλλεται ο χαρακτήρας των καμένων δασικών εκτάσεων. «Απαιτείται συνδυασμός νέων τεχνολογιών και παραδοσιακών μέσων.
Χρειάζεται συνεργασία της επιστημονικής κοινότητας με τους ανθρώπους της δράσης. Οι πολιτικές ηγεσίες προσπαθούν επικαλούμενες την κλιματική αλλαγή να καλύψουν τις ευθύνες τους», καταλήγει ο κ. Τζηρίτης.