Την Καλαμάτα αναμένεται να επισκεφτεί το Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, καθώς θα εγκαινιάσει την έκθεση του κορυφαίου Έλληνα ζωγράφου, Χρήστου Μποκόρου, η οποία θα φιλοξενηθεί στο Μέγαρο Χορού, στο πλαίσιο των επετειακών εορτασμών του Δήμου για τη συμπλήρωση 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Η έκθεση παρουσιάζει το πρωτότυπο αρθρωτό έργο του Χρήστου Μποκόρου με τον τίτλο “1821, η γιορτή”, σε τέσσερις ενότητες. Η Γαλανόλευκη: ο απόηχός της. Η Ιστορία: το φως και το σκοτάδι της. Οι Ήρωες, επιφανείς και αφανείς: ο ίσκιος και το αίμα τους. Η Δόξα μονάχη: ψηλά στην κεφαλή μιας μεγάλης έρημης τράπεζας, Μνήμη δαφνοφόρος, και μπροστά της ένα αρνάκι που μας κοιτάει κατάματα.
Τα έργα έγιναν ειδικά για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό. Είναι φτιαγμένα πάνω σε υφάσματα και ξύλα. Συνιστούν «ξεχείλισμα της ψυχής» του ζωγράφου, είναι ο δικός του φόρος τιμής στο «Κοινό και το Κύριο». Στους «υποστατικούς ίσκιους» που τον ορίζουν. Ορίζουν άραγε κι εμάς; Τι σημαίνει σήμερα ο Ήρωας και η Αρετή του; Με ποιο μέτρο μετράμε τη ζωή μας; Με ποιους ίσκιους αναμετριόμαστε; Η ζωγραφική σιωπά. Καθρεφτίζεται εύγλωττη στο απροκατάληπτο βλέμμα των θεατών.
Σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, «ο εορτασμός της εθνικής επετείου μάς βάζει να στοχαστούμε πάνω σε ένα ερώτημα, όχι σε πολλά. Για να δούμε ολόκληρο το πρόσωπό μας στο κάτοπτρο που ονομάζουμε Ιστορία, οφείλουμε να απαντήσουμε σε τι ομονοούμε ως Έλληνες, όχι σε τι διαφέρουμε ο ένας από τον άλλον».
«Κοιτάζω γύρω μου και έχω την αίσθηση ότι οι μισοί είναι εναντίον των άλλων μισών, η μια μεριά θέλει να εξαλείψει την άλλη από προσώπου γης και πατρίδας. Δεν αυτοπροσδιοριζόμαστε υπέρ κάποιων αξιών, καθένας μας ετεροπροσδιορίζεται ως αντιτιθέμενος στις αξίες και τα επιχειρήματα άλλων. Το πρόθεμα –αντί– κυριαρχεί», λέει ο Χρήστος Μποκόρος,
«Ο διχασμός δεν είναι μόνον ελληνικό φαινόμενο. Δεν μπορούμε, όμως, να συνυπάρξουμε αν δεν αναγνωρίσουμε δικαίωμα στο διαφορετικό. Ας ξανασκεφτούμε, λοιπόν, σε τι μπορούμε να συμφωνήσουμε, ας ορίσουμε τα ελάχιστα κοινά στοιχειώδη για να συμπορευθούμε.
Μια χώρα δεν μπορεί να συναπαρτίζεται μόνον από αυτούς που μας αρέσουν, αυτούς με τους οποίους έχουμε ίδια ή κοντινή αντίληψη, αλλά απ’ όλους όσοι χωρούν. Και μόνον με τη συμπερίληψη των άλλων μπορούμε να πάμε μπροστά. Η ζωή δεν είναι ποτέ θεωρητικά καθαρή. Ο κόσμος μάς περιλαμβάνει όλους. Το ζητούμενο της κοινότητας είναι η εξεύρεση όρων συνύπαρξης κι όχι τεχνικών αλληλοεξόντωσης» προσθέτει.