Ξεκίνησε η δίκη του συζύγου για τη δολοφονία της 35χρονης πολύτεκνης μητέρας στους Γαργαλιάνους

Ξεκίνησε η δίκη του συζύγου για τη δολοφονία της 35χρονης πολύτεκνης μητέρας στους Γαργαλιάνους

Σε μια εξαντλητική διαδικασία με καταιγισμό αιτημάτων από την πλευρά της υπεράσπισης και κατηγορίες για κατασκευασμένο κατηγορητήριο, ξεκίνησε στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας η πολύκροτη δίκη για τη δολοφονία της 35χρονης πολύτεκνης μητέρας, η οποία το Δεκέμβριο του 2016 βρέθηκε νεκρή με μια σφαίρα στο κεφάλι μέσα στο αυτοκίνητό της στην περιοχή των Γαργαλιάνων.

Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται ο 63χρονος σήμερα σύζυγός της με τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, της οπλοφορίας και της οπλοχρησίας, ο οποίος όμως αρνείται ότι έχει οποιαδήποτε σχέση.

Αίσθηση προκάλεσε χθες η κατάθεση της μητέρας της δολοφονημένης, η οποία υπερασπίσθηκε με ένταση την αθωότητα του γαμπρού της, ενώ δήλωσε ότι μένουν στο ίδιο σπίτι και μεγαλώνουν τα τέσσερα παιδιά που έμειναν ορφανά από μητέρα.

Σφοδρή επίθεση από τους δικηγόρους υπεράσπισης του κατηγορουμένου, Βασίλη Καπερνάρο και Νίκο Νικολακόπουλο, δέχτηκε ο τότε διοικητής της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Καλαμάτας, που είναι βασικός μάρτυρας κατηγορίας και η κατάθεσή του θα ολοκληρωθεί στην επόμενη συνεδρίαση του δικαστηρίου, η οποία ορίσθηκε στις 30 Νοεμβρίου.

Εν ψυχρώ δολοφονία
Την Πρωτοχρονιά του 2016 η 35χρονη είχε γίνει είδηση, όταν γέννησε το πρώτο παιδί του χρόνου και το τέταρτο της οικογενείας της. Λίγο, όμως, πριν κλείσει η χρονιά και συγκεκριμένα στις 9 Δεκεμβρίου βρέθηκε νεκρή στο αυτοκίνητό της, έχοντας πυροβοληθεί μια φορά – σχεδόν εξ επαφής- στη δεξιά κροταφική χώρα.

Το αυτοκίνητο εντοπίσθηκε σε παράδρομο – αγροτικό δρόμο κοντά στη Λεύκη Γαργαλιάνων, ενώ από το σπίτι της είχε φύγει το προηγούμενο απόγευμα, σύμφωνα με τα όσα είχε καταθέσει από την πρώτη στιγμή ο σύζυγός της.

Εκείνο το πρωινό ο σύζυγός της πήρε εργάτες για να πάει στα χωράφια. Όπως έχει καταθέσει, καθ’ οδόν προς Λεύκη και περνώντας από τη συμβολή με παράδρομο, εργάτρια που επέβαινε στο όχημά του, του είπε ότι είδε το αμάξι της συζύγου του. Αυτός σταμάτησε και βρήκε νεκρή τη γυναίκα του. Η άτυχη γυναίκα ήταν γερμένη πάνω στο τιμόνι, με τα χέρια της σταυρωμένα και τα παράθυρα του αυτοκινήτου ανοικτά.

Ο σύζυγός της τότε κλήθηκε αρκετές φορές να καταθέσει, αλλά δεν υπήρξαν αποδείξεις για να προχωρήσει η Αστυνομία στη σύλληψή του, αν και είχε καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα από τις έρευνες που είχε κάνει.

Ωστόσο, το καλοκαίρι του 2018, από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Κυπαρισσίας, ασκήθηκε στο σύζυγο ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία. Και τότε και τώρα αρνείται την ενοχή του.


Το ένα αίτημα μετά το άλλο

Η πρώτη ημέρα εκδίκασης της υπόθεσης αναλώθηκε για πάνω από τρεις ώρες σε δικονομικά ζητήματα και κατάθεση αιτημάτων και μόνο προς το μεσημέρι ξεκίνησε η κατάθεση μαρτύρων, με το δικαστήριο να διακόπτει αναγκαστικά πάμπολλες φορές για διάσκεψη.

Αρχικά, από την υπεράσπιση κατατέθηκε αίτημα αναβολής της υπόθεσης για μάρτυρα που είχε κλητευθεί και δεν είχε γνωστοποιηθεί στον κατηγορούμενο. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα, δηλώνοντας πως δε θα εξετασθεί ο συγκεκριμένος μάρτυρας.

Ακολούθως κατατέθηκε αίτημα διακοπής της δίκης για να κληθούν κι άλλοι μάρτυρες, όπως ο ιατροδικαστής. Το δικαστήριο δέχτηκε την κατάθεση κι άλλων μαρτύρων, αλλά όχι τη διακοπή της δίκης. Ακολούθησε νέο αίτημα διακοπής για να αλλάξει η σειρά των μαρτύρων και να καταθέσει πρώτος ο ιατροδικαστής, όταν κληθεί. Το δικαστήριο το απέρριψε. Κατατέθηκε νέο αίτημα για αιτιολόγηση της απόφασης του δικαστηρίου, που επίσης απορρίφθηκε.

Η διαδικασία ξεκίνησε τρεις ώρες μετά, με την Έδρα να ρωτάει το κατηγορούμενο κι αυτός να αρνείται οποιαδήποτε σχέση με την υπόθεση. Ο δε δικηγόρος υπεράσπισης, Βασ. Καπερνάρος, μίλησε για «κατασκευασμένο κατηγορούμενο» και ότι «ντρέπεται να διαβάζει τέτοια δικογραφία», κάνοντας λόγο για τερατώδεις ελλείψεις.

«Είμαι βέβαιη ότι είναι αθώος»
Ως πρώτη μάρτυρας κατέθεσε η μητέρα της δολοφονημένης 35χρονης, η οποία ισχυρίσθηκε ότι η κόρη της έκανε χρήση χασίς, ενώ εκείνες τις ημέρες τσακώθηκαν γιατί τις πέταξε από το ψυγείο μια σακούλα με χασίς και της είπε ότι «μαζί Χριστούγεννα δε θα κάνουν».

Υποστήριξε ότι οι σχέσεις του ζευγαριού ήταν αγαθές, αλλά ξεσπούσε πολύ στην ίδια, λέγοντας κάποια στιγμή πως «αν δεν ήταν ο γαμπρός της, θα ήταν κι αυτή πεθαμένη».

Αρνήθηκε ότι την προηγούμενη ημέρα της δολοφονίας είχε τσακωθεί με τον άντρα της, αν και η πρόεδρος της επισήμανε ότι άλλα είχε πει τότε. Εκείνο το απόγευμα, κατέθεσε, έφυγε η 35χρονη και της είπε ότι θα πάει να δώσει κάποια χρήματα που χρωστάει, αλλά το βράδυ δεν επέστρεψε. Ο άντρας της την έπαιρνε όλο το βράδυ, αλλά δεν απαντούσε.

Όταν ρωτήθηκε αν πιστεύει ότι ο γαμπρός της σκότωσε την κόρη της, απάντησε χαρακτηριστικά: «Ποτέ! Είμαι βέβαιη ότι είναι αθώος. Εγώ κλείδωσα την πόρτα το βράδυ και πήγαμε και κοιμηθήκαμε. Ο Τ… με τα παιδιά προς τα πάνω κι εγώ στα ποδαράκια του».

«Αυτός είναι ο δράστης»
Στη συνέχεια κλήθηκε ο τότε διοικητής Ασφαλείας Καλαμάτας που χειρίσθηκε την υπόθεση μέχρι το Σεπτέμβριο του 2017 που έφυγε για Αθήνα.

Τότε άρχισε και η κατάθεση νέων αιτημάτων από την υπεράσπιση. Αρχικά, να μη χρησιμοποιηθούν από το μάρτυρα – αστυνομικό οι καταθέσεις του κατηγορουμένου που είχε δώσει ως μάρτυρας πριν κατηγορηθεί, ενώ ακολούθησε και αίτημα εξαίρεσης του μάρτυρα. Το δικαστήριο δέχτηκε το πρώτο αίτημα και απέρριψε το δεύτερο.

Ο τότε διοικητής Ασφαλείας Καλαμάτας κατέθεσε ότι ήταν ο δεύτερος αστυνομικός που έφτασε στον τόπο του εγκλήματος και ασχολήθηκε με τις έρευνες επί 30 συνεχόμενες ώρες. Περιέγραψε πως βρήκε τη δολοφονημένη γυναίκα, ενώ στην τσέπη της βρέθηκαν 250 ευρώ και απέκλεισαν το ενδεχόμενο ληστείας. Αναφέρθηκε στην εκεί παρουσία του συζύγου, ενώ σε ερώτηση της Έδρας για το πώς ήταν η συμπεριφορά του, απάντησε πως ήταν απόλυτα ελεγχόμενη και ψυχραιμότατος.

Επίσης, κατέθεσε ότι μία από τις εργάτριες που ήταν μαζί με το σύζυγο στο αυτοκίνητο για να πάνε για δουλειά, του είπε ότι εκείνο το πρωινό είχαν ακολουθήσει άλλο δρομολόγιο από το συνηθισμένο, και πως όταν αυτή κάποια στιγμή του είπε να μην ανησυχεί και πως από τα τηλέφωνα θα βρουν το δράστη, ο κατηγορούμενος της είπε να μην πει τέτοιο πράγμα στους αστυνομικούς.

Απαντώντας δε σε ερωτήσεις, ανέφερε ότι με τα όσα είδε και άκουσε εκεί πεποίθησή του είναι ότι δράστης της δολοφονίας είναι ο σύζυγος, ενώ ότι όλες οι ενδείξεις οδηγούσαν σε αυτόν, αλλά δεν είχαν αποδείξεις.

Κατά τη διάρκεια της κατάθεσης αυτής αρκετές φορές υπήρξε ένταση με τον δικηγόρο κ. Καπερνάρο, ο οποίος κατηγόρησε τον αστυνομικό για ψέματα, ενώ κατήγγειλε ότι ο κατηγορούμενος «έφαγε» πολύ ξύλο στην Ασφάλεια, όταν την υπόθεση είχαν αναλάβει άλλοι αστυνομικοί.

Η κατάθεση θα συνεχισθεί στις 30 Νοεμβρίου, ενώ να σημειωθεί πως δεν παρίσταται Πολιτική Αγωγή.

Της Βίκυς Βετουλάκη