Στην πλειονότητα των εκτός σχεδίου περιοχών της χώρας έχει παγώσει η έκδοση οικοδομικών αδειών για οικόπεδα 750, 1200 και 2.000 τετραγωνικών μέτρων. Κι αυτό, παρότι από το 2023 δε θα επιτρέπεται η δόμηση στα οικόπεδα αυτά.
Αυτό υποστηρίζει ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Διπλωματούχων Αγρονόμων –Τοπογράφων Μηχανικών, Μιχάλης Καλογιαννάκης.
Οι ιδιοκτήτες πρέπει να γνωρίζουν πως για τα οικόπεδα κάτω των τεσσάρων στρεμμάτων δόθηκε μια μεταβατική διετία, προκειμένου όσοι ιδιοκτήτες το επιθυμούν να προχωρήσουν στην έκδοση οικοδομικών αδειών.
Δεν έχει γίνει κάτι
Ωστόσο, αν και ο χρόνος μετράει αντίστροφα, σύμφωνα με τον Μιχάλη Καλογιαννάκη, αυτός ο πρώτος χρόνος ( που ολοκληρώνεται σε έναν μήνα) για τη συντριπτική πλειοψηφία των ιδιοκτητών που διαθέτουν τέτοιου είδους οικόπεδα έχει περάσει χωρίς αυτοί να μπορούν να κάνουν κάτι προς την κατεύθυνση της έκδοσης οικοδομικών αδειών.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Εύλογο το ερώτημα: γιατί συμβαίνει αυτό; Κατά τον πρόεδρο του Πανελληνίου Συλλόγου Διπλωματούχων Αγρονόμων –Τοπογράφων Μηχανικών και σύμφωνα με όσα δήλωσε σε ρεπορτάζ του «Οικονομικού Ταχυδρόμου», αυτό συμβαίνει για τρεις λόγους. Ο πρώτος αφορά στον καθορισμό του οδικού δικτύου της χώρας, που μέχρι στιγμής έχει γίνει μόνο για λίγους δρόμους.
Για να εκδοθεί άδεια δόμησης σε αυτά τα αγροτεμάχια θα πρέπει να έχουν πρόσωπο σε χαρακτηρισμένο δρόμο. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (848/2018) ακύρωσε όλες τις υπάρχουσες οικοδομικές αποφάσεις της Αυτοδιοίκησης για την αναγνώριση δημοτικών, αγροτικών και κοινοτικών οδών και απαγόρευσε να εκδοθούν νέες. Οι αποφάσεις αυτές αφορούν στην πλειοψηφία των οδών αυτών.
«Δυστυχώς η διαδικασία καθορισμού του οδικού δικτύου για το σύνολό του, δεν έχει ξεκινήσει ακόμη και φαίνεται πως θα απαιτηθεί αρκετός χρόνος», επισημαίνει ο Μιχάλης Καλογιαννάκης.
«Σε ορισμένες περιπτώσεις, και εφόσον οι αντίστοιχες αποκεντρωμένες διοικήσεις των περιφερειών (όχι οι εκλεγμένες περιφέρειες) ενεργήσουν, ορίστηκε η διαδικασία η οποία μπορεί να ακολουθηθεί μεμονωμένα. Είναι πάντως σίγουρο πως για να χαρακτηριστεί πρώτη οδός με τη διαδικασία αυτή, θα χρειαστεί να περάσει και το 2022».
Ο δεύτερος λόγος, κατά τον πρόεδρο των Αγρονόμων –Τοπογράφων Μηχανικών, είναι η καθυστέρηση κύρωσης των δασικών χαρτών και εξέτασης των αντιρρήσεων που έχουν υποβληθεί.
Όπως λέει στον “Οικονομικό Ταχυδρόμο”, στις περιοχές που έχουν κυρωθεί μερικώς οι δασικοί χάρτες και είχαν αναρτηθεί πριν από τέσσερα χρόνια, η εξέταση των αντιρρήσεων «τρέχει με ρυθμούς χελώνας». Στις περιοχές αυτές, όπου η διαδικασία υποβολής αντιρρήσεων κατά δασικών χαρτών είναι σε εξέλιξη, η πρόσφατη παράταση που δόθηκε ως την άνοιξη, στην ουσία παγώνει κάθε δυνατότητα αδειοδότησης.
«Αν συνυπολογιστεί και η καθυστέρηση εξέτασης των αντιρρήσεων που θα υποβληθούν, αλλά και της κύρωσης του δασικού χάρτη, θα είναι έκπληξη αν η διαδικασία ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2022», συμπληρώνει.
Ο τρίτος λόγος, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η υποστελέχωση ορισμένων πολεοδομιών, σε συνδυασμό με την πολυνομία, αλλά και την πανδημία, που οδηγούν σε μεγάλες καθυστερήσεις στην έκδοση οικοδομικών αδειών.
Η προθεσμία δεν μπορεί να μετρά την περίοδο της πανδημίας
«Η προθεσμία της μεταβατικής διετίας για την απαγόρευση της εκτός σχεδίου δόμησης στα μικρά γεωτεμάχια δεν μπορεί να μετρά κατά την περίοδο της πανδημίας», τονίζει μιλώντας στον «ΟΤ» ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ, Στράτος Παραδιάς.
Κι αυτό επειδή, όπως αναφέρει, «η προσοχή και η αγωνία των πολιτών ήταν και είναι στραμμένη στο πώς δε θα ασθενήσουν και όχι στο πώς θα πάρουν άδεια δόμησης. Αλλά και η προσέλευση των μηχανικών στις αρμόδιες πολεοδομικές, δημοτικές, αρχαιολογικές, δασικές κ.λπ. είναι ουσιαστικά αδύνατη και η δυνατότητα λήψης οποιασδήποτε αδείας εκτός πάσης πραγματικότητας. Η προθεσμία αυτή πρέπει άμεσα να παραταθεί για μια ακόμη διετία».
Θα διαμορφωθεί το τοπίο από το 2023 για τα ακίνητα σε εκτός σχεδίου περιοχές
Πλέον, με το νέο σκηνικό που έχει διαμορφωθεί, η ανώτατη επιτρεπόμενη δόμηση για κατοικία στις εκτός σχεδίου περιοχές (έως το τέλος του 2023) καθορίζεται από τα 86 έως τα 186 τετραγωνικά μέτρα, ενώ η έκδοση των οικοδομικών αδειών για τις περιοχές αυτές επιβαρύνεται με νέο τέλος 250 έως 5.000 ευρώ.