Σπύρος Ρομποτής: «Σε όσες χώρες έχει εφαρμοστεί ο θεσμός έχει σημαντικά οφέλη»
Μπορεί ως διάταξη να είναι ενεργή από το καλοκαίρι του 2019, ωστόσο η πανδημία και η αναστολή λειτουργίας των δικαστηρίων δεν επέτρεψαν την ευρεία εφαρμογή της. Πλέον, όμως, ο θεσμός της ποινικής διαπραγμάτευσης έχει αρχίσει να κερδίζει έδαφος και ήδη στη Μεσσηνία έχουν ολοκληρωθεί οι πρώτες, με την τελευταία να επικυρώνεται στην προχθεσινή συνεδρίαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων.
Πρόκειται για τη διαπραγμάτευση – χωρίς δίκη- μεταξύ εισαγγελέα και κατηγορουμένου που ομολογεί την πράξη του για την ποινή που θα του επιβληθεί.
Ο δε δικηγόρος Αθηνών, Σπύρος Ρομποτής, επικύρωσε την Πέμπτη ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Καλαμάτας τη δεύτερη κατά σειρά τους τελευταίους μήνες υπόθεση πελάτη του με ποινική διαπραγμάτευση.
Τι είναι
Τι είναι, όμως, η ποινική διαπραγμάτευση; Στις περιπτώσεις των αυτεπαγγέλτως διωκομένων εγκλημάτων ο κατηγορούμενος δικαιούται μέχρι την τυπική περάτωση της κύριας ανάκρισης ή της προανάκρισης να ζητήσει εγγράφως ο ίδιος ή ο συνήγορός του την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαπραγμάτευσης με τον αρμόδιο εισαγγελέα, αντικείμενο της οποίας μπορεί να είναι μόνο η επιβλητέα κύρια ή παρεπόμενη ποινή.
Εξαιρούνται από αυτή τη διάταξη τα κακουργήματα που απειλούνται με ποινή ισόβιας κάθειρξης, αυτά που αφορούν τρομοκρατική οργάνωση και τρομοκρατικές πράξεις, αλλά και τα κακουργήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής (βιασμός, κατάχρηση ανικάνου σε γενετήσια πράξη, γενετήσια πράξη με ανήλικο ή ενώπιόν του, κατάχρηση ανηλίκων, διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας, πορνογραφία ανηλίκων, πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων).
Όταν ο κατηγορούμενος υποβάλλει το αίτημα, η δικογραφία διαβιβάζεται στον αρμόδιο εισαγγελέα (Πλημμελειοδικών ή Εφετών), ο οποίος οφείλει να κρίνει αν η συγκεκριμένη ποινική υπόθεση είναι κατάλληλη προς διαπραγμάτευση, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις τέλεσης της πράξης και της προσωπικότητας του κατηγορουμένου.
Προς το σκοπό αυτό ο εισαγγελέας καλεί υποχρεωτικά τον κατηγορούμενο να εμφανισθεί ενώπιόν του μετά ή δια συνηγόρου και, αν το κρίνει αναγκαίο, τον παθόντα μετά ή δια συνηγόρου.
Αν ο κατηγορούμενος συμφωνήσει με τον εισαγγελέα την ποινή που θα του επιβληθεί, συντάσσεται πρακτικό διαπραγμάτευσης, που υπογράφεται από τον εισαγγελέα, τον κατηγορούμενο και τον παριστάμενο συνήγορό του. Το πρακτικό αυτό περιέχει την ομολογία του κατηγορουμένου για την πράξη που κατηγορείται, τη συμφωνηθείσα ποινή, καθώς και τον τρόπο έκτισής της.
Σπ. Ρομποτής
Στη Μεσσηνία ελάχιστες υποθέσεις έχουν ακολουθήσει αυτό το δρόμο, αν και θεωρείται συμφέρουσα επιλογή τόσο για τον κατηγορούμενο όσο και για την οικονομία των διοικητικών και δικαστικών διαδικασιών.
Μία από τις λίγες που έγιναν ολοκληρώθηκε προχθές από το δικηγόρο Αθηνών, Σπύρο Ρομποτή, είναι δε η δεύτερη που κάνει στην περιοχή μας. «Εισάγεται στην ελληνική έννομη τάξη ο θεσμός αγγλοσαξονικής μεν προέλευσης, αλλά ιδιαίτερα διαδεδομένος, ιδίως στις χώρες του δυτικού κόσμου, της ανταλλαγής – τρόπων τινά – της ομολογίας του κατηγορούμενου με επιβολή σε αυτόν μειωμένης ποινής. Η νεοπαγής αυτή διάταξη τιτλοφορείται ως ποινική διαπραγμάτευση και αναφέρεται στο άρθρο 303 του ΠΚ.
Σε όσες χώρες ο θεσμός αυτός έχει ενταχθεί και λειτουργήσει έχει αποδώσει σημαντικά, καθότι έχει αποσυμφορήσει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.
Η συμβατότητα του θεσμού της ποινικής διαπραγμάτευσης με την ευρωπαϊκή σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει αναγνωρισθεί και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπου γίνεται δεκτό ότι ο θεσμός αυτός, αφενός, εξυπηρετεί καθότι προσφέρει σημαντικό όφελος στην ταχεία απονομή της δικαιοσύνης και, αφετέρου, ανακουφίζει ως προς το φόρτο εργασίας τα ποινικά δικαστήρια», εξήγησε ο κ. Ρομποτής.
Όταν μια διαπραγμάτευση είναι επιτυχημένη και καταλήξει σε συμφωνία, το πρακτικό της επικυρώνεται από το αρμόδιο δικαστήριο, ενώ η Έδρα του έχει το δικαίωμα και για περαιτέρω μείωση της ποινής του κατηγορουμένου.
Οι δύο υποθέσεις που οδηγήθηκαν σε ποινική διαπραγμάτευση από τον κ. Ρομποτή αφορούσαν παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών, χωρίς επιβαρυντικές περιστάσεις και με αποδεδειγμένη και στις δύο περιπτώσεις την εξάρτηση των κατηγορουμένων από τις ναρκωτικές ουσίες.
Στην τελευταία περίπτωση, που επικυρώθηκε προχθές, ο κατηγορούμενος αντιμετώπιζε έως 5 χρόνια ποινή φυλάκισης και συμφωνήθηκε ποινή φυλάκισης 3,5 ετών, την οποία και θα εκτίσει.
Να σημειωθεί ότι ο τρόπος έκτισης της ποινής περιλαμβάνεται στη συμφωνία, ενώ κατά των αποφάσεων που επικυρώνονται κατόπιν διαπραγμάτευσης δε χωρά έφεση.
Της Βίκυς Βετουλάκη