Ξεκίνησε η δίκη για το φόνο του 39χρονου Κώστα για ένα λογαριασμό τηλεφώνου
Δίχως ίχνος μεταμέλειας και χωρίς καν να ζητήσει, έστω και τυπικά, μία συγγνώμη, όταν του δόθηκε ο λόγος, εμφανίσθηκε ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καλαμάτας ο 73χρονος που πέρυσι στις 7 Απριλίου για ένα λογαριασμό σταθερού τηλεφώνου που δεν πήρε σε έντυπη μορφή σκότωσε με μια σφαίρα τον 39χρονο ιδιοκτήτη του καταστήματος «Γερμανός» στην Κυπαρισσία.
Το θύμα, πατέρας ενός δίχρονου παιδιού, πυροβολήθηκε εντός καταστήματος στην κοιλιακή χώρα, ενώ λίγη ώρα αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή, βυθίζοντας όλη την περιοχή στη θλίψη, μην μπορώντας κανείς να πιστέψει πως για έναν τέτοιο λόγο χάθηκε μια ζωή.
Τραγικές φιγούρες στα δικαστήρια η σύζυγός του, τα αδέλφια του και, κυρίως, η μητέρα του, που συγκλόνισαν με τις περιγραφές τους.
Όλοι οι μάρτυρες, ακόμα και ο αστυνομικός στον οποίο ο δράστης παραδόθηκε, περιέγραψαν την απίστευτη ψυχραιμία και ηρεμία που έδειχνε ο δράστης μετά την πράξη του.
Την Παρασκευή ολοκληρώθηκαν οι καταθέσεις των μαρτύρων του κατηγορητηρίου, ενώ έγιναν δεκτά από το δικαστήριο δύο αιτήματα των δικηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης, να κληθούν να καταθέσουν δύο ακόμα μάρτυρες. Για το λόγο αυτό το δικαστήριο διέκοψε τη συνεδρίαση για τις 22 Μαρτίου.
Ο 73χρονος αντιμετωπίζει τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας και της παράνομης κατοχής όπλου και πυρομαχικών.
Ούτε μία συγγνώμη
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο που διάβασε η εισαγγελέας, λίγο μετά τις 11.00 το πρωί εκείνης της ημέρας, «σε ήρεμη ψυχική κατάσταση τόσο κατά τη λήψη της απόφασης όσο και κατά την εκτέλεση της πράξης», ο κατηγορούμενος πήγε στο κατάστημα «Γερμανός» προκειμένου να διαμαρτυρηθεί γιατί δεν ελάμβανε το λογαριασμό σταθερού τηλεφώνου σε έντυπη μορφή και να ζητήσει τη διακοπή της σύνδεσης. Δεν ικανοποιήθηκε από τις εξηγήσεις του 39χρονου ιδιοκτήτη του καταστήματος, έφυγε και πήγε στα ΕΛΤΑ Κυπαρισσίας, όπου κι εκεί διαμαρτυρήθηκε για τη μη αποστολή έντυπου τηλεφωνικού λογαριασμού. Πάλι δεν ικανοποιήθηκε από τις απαντήσεις και με ταξί πήγε στο σπίτι του, πήρε ένα 32άρι περίστροφο smith & wesson, το γέμισε με 6 σφαίρες και έβαλε και μια 7η σφαίρα στην τσέπη του. Λίγο πριν από τις 12 μπήκε και πάλι στο κατάστημα «Γερμανός», πήγε στο ταμείο που βρισκόταν ο 39χρονος, τον σημάδεψε και του είπε: «Είπες ότι έχεις α…, ρε. Κατέβασε τα παντελόνια» και τον πυροβόλησε.
Σε έρευνα που ακολούθησε στο σπίτι του οι αστυνομικοί βρήκαν άλλο ένα περίστροφο του 1898, πάνω από 80 σφαίρες, 54 φυσίγγια, ένα μαχαίρι κι ένα τσεκούρι διπλής όψης.
Όταν πριν από την έναρξη των καταθέσεων ρωτήθηκε αν έχει να πει κάτι για όσα αναφέρονται στο κατηγορητήριο, ο κατηγορούμενος χωρίς ίχνος μεταμέλειας και δίχως να ζητήσει συγγνώμη, το πρώτο που είπε ήταν ότι είναι λάθος η ώρα που αναφέρεται και πρόσθεσε: «Αποδέχομαι την πράξη, όχι την κατηγορία. Πήγα να μου ζητήσει συγγνώμη. Πήγα από μέσα να τον σημαδέψω στα πόδια. Από την ταραχή μου τον χτύπησα αλλού. Ήθελα να του δώσω το χρόνο να μου ζητήσει συγγνώμη…».
Ο συνήγορος υπεράσπισής του συμπλήρωσε ότι δεν είχε ανθρωποκτόνο δόλο και πως χωρίς να δικαιολογείται η πράξη, σκοπός του ήταν να φοβίσει το θύμα, πυροβολώντας τον στα πόδια, γι’ αυτό και ζήτησε τη μετατροπή της κατηγορίας σε μη σκοπούμενη θανατηφόρα σωματική βλάβη.
«Με κοιτούσε με ψυχρό βλέμμα»
Πρώτη κατέθεσε η σύζυγος του 39χρονου θύματος, εκπαιδευτικός. Όπως είπε, ο 3χρονος γιος τους έχασε τον πατέρα του χωρίς να προλάβει να αποτυπώσει τη φιγούρα του στη μνήμη του και πλέον δεν κατοικούν στην Κυπαρισσία.
Για την ημέρα εκείνη, ανέφερε πως κατευθυνόταν στο κατάστημα του συζύγου της, όταν της τηλεφώνησαν ότι τον πυροβόλησαν. Όταν έφτασε, δεν την άφησαν να πλησιάσει, ενώ ακολούθησε το ασθενοφόρο στο νοσοκομείο και λίγη ώρα μετά την ενημέρωσαν για το θάνατό του.
Περιέγραψε τον σύζυγό της ως έναν άνθρωπο που ήταν πάντα ήρεμος, είπε ότι δε γνωρίζει τον κατηγορούμενο, πως έμαθε στη συνέχεια πως όλα έγιναν για ένα λογαριασμό, ενώ από το βίντεο που είδε διαπίστωσε ότι ο δράστης πυροβόλησε τον άντρα της σχεδόν εξ επαφής. Όταν έκανε αναφορά στο παιδί της, ο δικηγόρος υπεράσπισης δήλωσε στο δικαστήριο πως επιθυμία του κατηγορουμένου είναι όλη του η περιουσία να διατεθεί στο παιδί του θύματος.
Ο αδελφός του θύματος ήταν από τους πρώτους που έφτασε μετά το περιστατικό. Ανέφερε, επίσης, ότι δε γνώριζε τον κατηγορούμενο και πως δολοφόνησε τον αδελφό του χωρίς λόγο. Μετά, όμως, έμαθε ότι είχε δημιουργήσει κι άλλα επεισόδια. Όπως περιέγραψε, παλιά ως εργαζόμενος σε κατάστημα στην Κυπαρισσία τσακώθηκε με τον εργοδότη και πήγε στο κατάστημα με καραμπίνα, ενώ άλλη μια φορά που τσακώθηκε με πελάτες, πήγε στην κουζίνα και βγήκε με ένα μαχαίρι. Επίσης, κατέθεσε ότι από τη γειτονιά τού είπαν πως ένα βράδυ που έπαιζαν παιδιά στο δρόμο, βγήκε με όπλο και τα απείλησε γιατί έκαναν φασαρία.
Για τον αδελφό του, ανέφερε ότι ήταν ένας ήσυχος άνθρωπος και εξυπηρετικός στη δουλειά του. Κατέληξε λέγοντας ότι από την πλευρά του κατηγορουμένου δεν έχουν ακούσει ούτε μία συγγνώμη.
Η αδελφή του θύματος βρισκόταν στο σπίτι της με το παιδί της και το παιδί του άτυχου 39χρονου, όταν την ειδοποίησαν. Είπε ότι ο αδελφός της με τη γυναίκα του ήταν το πιο αγαπημένο ζευγάρι που έχει δει ποτέ και για ένα λογαριασμό έμεινε ορφανό ένα παιδί και μια γυναίκα μόνη της να το μεγαλώσει.
Στο βίντεο που είδε από τη στιγμή της δολοφονίας, είπε ότι η αίσθηση που της δημιουργήθηκε είναι ότι ο δράστης μετά τον πυροβολισμό φαίνεται ανακουφισμένος, ενώ κι αυτή κατέληξε ότι δεν έχουν ακούσει συγγνώμη ούτε από τον ίδιο ούτε από την οικογένειά του.
Με συνεχώς τσακισμένη φωνή, η μητέρα του 39χρονου χαρακτήρισε το παιδί της υπέροχο πλάσμα, που δύσκολα έχανε την ψυχραιμία του και κανείς στην πόλη δεν είχε κάνει κάποιο παράπονο. «Σκότωσε το παιδί μου και βγήκε από το μαγαζί και πανηγύριζε. Αν είχε φιλότιμο, θα ζητούσε συγγνώμη, αλλά δείχνει ότι δεν έχει μετανιώσει για τίποτα. Κάθισα τώρα απέναντι και τον κοιτούσα και με κοιτούσε με ψυχρό βλέμμα, σαν να μου έλεγε καλά έκανα και σκότωσα το παιδί σου. Θέλω τη μεγαλύτερη τιμωρία. Με έχει σκοτώσει και μένα μαζί και σήμερα με σκοτώνει δεύτερη φορά», είπε η τραγική μάνα.
Αυτόπτες μάρτυρες
Η υπάλληλος, που εκείνη τη στιγμή ήταν στο κατάστημα, είπε ότι ο 39χρονος ήταν καλός εργοδότης, προστάτευε τους υπαλλήλους όταν δημιουργούνταν κάποιο πρόβλημα και πάντα ευγενικός.
Περιέγραψε ότι την πρώτη φορά που πήγε στο κατάστημα ο δράστης άρχισε να ζητά εξηγήσεις σε έντονο ύφος, ενώ ο 39χρονος προσπαθούσε ήρεμα να του εξηγήσει ότι πλέον δεν εκδίδονται έντυποι λογαριασμοί και ότι για να διακόψει τη σύνδεση πρέπει να επικοινωνήσει με τον πάροχο. «Ο Κώστας προσπαθούσε να τον ηρεμήσει και να του εξηγήσει ποια είναι η διαδικασία που πρέπει να κάνει. Ο 73χρονος ξεκίνησε να αγριεύει κι αυτό κράτησε κανένα πεντάλεπτο. Φεύγοντας, έβγαλε μια κραυγή και άρχισε να πηγαινοέρχεται έξω από το μαγαζί λέγοντας κάτι σε έντονο ύφος, που δεν μπορούσα να ακούσω», κατέθεσε, και για όταν επέστρεψε ο δράστης δεύτερη φορά, πρόσθεσε: «Τον είδα να μπαίνει πάλι και τον άκουσα να λέει “Για να δω τα α…. σου, για κατέβασε τα παντελόνια σου”. Άκουσα τον Κώστα να φωνάζει “Τι πας να κάνεις ρε;” και άκουσα τον κρότο. Δεν πίστεψα στην αρχή ότι ήταν πυροβολισμός, αλλά τον είδα που έβγαινε με το όπλο στο χέρι και έτρεξα. Είδα το θύμα στο πάτωμα.
Ο δράστης όταν έφευγε ήταν πάρα πολύ ήρεμος και βγήκε με σταθερά βήματα, κρατώντας το όπλο σαν κάτι θετικό».
Η υπάλληλος περιέγραψε ότι ο δράστης μετά την πράξη του πηγαινοερχόταν έξω από το μαγαζί, ενώ ερωτώμενη εκτίμησε ότι σκοπός του ήταν να σκοτώσει.
Η δεύτερη υπάλληλος τη στιγμή του πυροβολισμού ήταν στην τουαλέτα και όπως είπε, άκουσε τη φωνή του θύματος «τι κάνεις εκεί, ρε» και μετά τον κρότο, που αρχικά δεν πίστεψε πως ήταν πυροβολισμός.
Όταν βγήκε, είδε το θύμα στο πάτωμα και το δράστη έξω από το κατάστημα να κρατάει το όπλο και να πηγαίνει πάνω κάτω. «Πανικοβλήθηκα, νόμιζα ότι θα μπει πάλι μέσα και θα πυροβολήσει κι εμάς. Μπήκα στην τουαλέτα κα κάλεσα το 100 και το 166», πρόσθεσε.
Όπως είπε ακόμη, στην πρώτη επίσκεψη του δράστη στο κατάστημα ο 39χρονος προσπαθούσε ήρεμα να εξυπηρετήσει τον 73χρονο, τον οποίο άκουσε κάποια στιγμή να λέει «με αποκαλείς ψεύτη, ρε» και έφυγε βλασφημώντας.
Τελευταίος μάρτυρας κατέθεσε αξιωματικός του Α.Τ. Τριφυλίας, ο οποίος είπε ότι ενημερώθηκε για πυροβολισμούς στο κατάστημα, ενώ έπειτα από λίγο μπήκε στο τμήμα ο κατηγορούμενος, λέγοντάς του ότι ήρθε να παραδοθεί, γιατί είναι αυτός που πυροβόλησε. Έβγαλε δε από τη τσέπη του το περίστροφο και το παρέδωσε.
Στον αστυνομικό είπε ότι προσβλήθηκε από το θύμα και για αυτό πήγε να πάρει το περίστροφο, επέστρεψε, αλλά ο 39χρονος ήταν αμετανόητος και τον πυροβόλησε.
«Όταν μπήκε θεώρησα ότι είναι κάποιος ηλικιωμένος που ήρθε να κάνει το γνήσιο της υπογραφής. Ήταν ψύχραιμος και πολύ ήρεμος και δεν έδειχνε ότι είχε κάνει κάτι τέτοιο. Και στο κρατητήριο μετά δεν έδειξε σημάδια μετάνοιας. Πίστευε ότι έκανε κάτι που έπρεπε να κάνει. Ήταν σαν να έκανε κάτι φυσιολογικό», πρόσθεσε.
Απαντώντας σε ερώτηση του συνηγόρου υπεράσπισης, είπε πως πίστευε ότι είχε πυροβολήσει το θύμα στο πόδι, ενώ ο δικηγόρος πρόσθεσε πως όταν αργότερα έμαθε ότι ο 39χρονος πέθανε, είπε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας στην Καλαμάτα, ότι δεν τη θέλει τη ζωή του.
Της Βίκυς Βετουλάκη