Υπό δρακόντεια αστυνομικά μέτρα στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας
Τραγικές φιγούρες τα δύο παιδιά του ζευγαριού, με την κόρη να ζει τη δολοφονία της μάνας της
Παρουσία μεγάλης αστυνομικής δύναμης και με τον 46χρονο γυναικοκτόνο να φορά συνεχώς αλεξίσφαιρο γιλέκο, ξεκίνησε χθες στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καλαμάτας η δίκη της δολοφονίας της 44χρονης συζύγου του στον Πύργο Δυρού Ανατολικής Μάνης το Νοέμβριο του 2020, μέσα στο σπίτι τους και μπροστά στα μάτια της – τότε- 15χρονης κόρης τους.
Από το πρωί και καθόλη τη διάρκεια της δίκης υπήρξαν αρκετές στιγμές έντασης με συγγενείς της άτυχης γυναίκας να βάλλουν κατά του κατηγορουμένου, με τραγικές φιγούρες τα δύο παιδιά του ζευγαριού.
Μάλιστα, ο 20χρονος γιος του ζευγαριού, που εκείνη την ημέρα έλειπε από το σπίτι, στη θέα του πατέρα του όταν τον έφεραν οι αστυνομικοί στην αίθουσα του δικαστηρίου, άρχισε να του φωνάζει ζητώντας να του πει πού είναι η μητέρα του, ενώ η μάνα του θύματος, όταν κλήθηκε από το δικαστήριο να καταθέσει, περνώντας μπροστά από τον κατηγορούμενο τον έφτυσε.
Ο 46χρονος κατηγορούμενος, ο οποίος και μέσα στην αίθουσα βρισκόταν συνεχώς σε κλοιό από αστυνομικούς, στην αρχή της διαδικασίας εμφανίσθηκε μετανιωμένος ζητώντας μια μεγάλη συγγνώμη. Στη συνέχεια το μόνο που είπε ήταν: «Δεν πιστεύω ότι την έχω σκοτώσει. Πιστεύω ότι θα τη βρω σπίτι όταν γυρίσω».
«Δεν μας είχε πει τίποτα»
Το περιστατικό συνέβη στις 22 Νοεμβρίου του 2020, περίπου στις 10.00 το βράδυ Κυριακής, με τον 46χρονο να πυροβολεί με κυνηγετική καραμπίνα δύο φορές κατά της γυναίκας του, με την πρώτη να αστοχεί έπειτα από παρέμβαση της ανήλικης κόρης του και τη δεύτερη να την τραυματίζει θανάσιμα.
Ως πρώτος μάρτυρας κατέθεσε ο αδελφός της δολοφονημένης, ο οποίος κατοικεί μόνιμα στην Πάτρα. Όπως είπε, μόλις ένα-δύο μήνες πριν από το έγκλημα έμαθε ότι η αδελφή του αντιμετώπιζε σωματική και λεκτική βία από τον άντρα της, με τον οποίο είχαν γνωρισθεί στο Γυμνάσιο, ερωτεύτηκαν και, μάλιστα, παντρεύτηκαν κρυφά από τις οικογένειές τους.
Κατέθεσε πως έμαθε ύστερα από τα ανίψια του ότι την έβριζε χυδαία και τη χτυπούσε, ενώ περίπου 15 ημέρες πριν τον είχε πάρει τηλέφωνο η άλλη τους αδελφή, λέγοντάς του ότι το ζευγάρι τσακώνεται συνέχεια και πως η αδελφή τους θέλει να χωρίσει. Είπε ακόμη πως ο κατηγορούμενος την αποκαλούσε «γελάδα», ενώ τη ζήλευε παθολογικά, σε σημείο που η αδελφή του δεν είχε ούτε κινητό τηλέφωνο. «Όλα αυτά τα κρατούσε μέσα της. Δε μας είχε δώσει να καταλάβουμε τίποτα. Αυτό ήταν το λάθος που έκανε η αδελφή μου και το κάνουν κι άλλες γυναίκες», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ερωτώμενος για το πώς ο κατηγορούμενος έβλεπε το γάμο, ο μάρτυρας απάντησε πως σε συζητήσεις εξέφραζε την άποψη ότι ο άντρας πρέπει να είναι ψηλά και η γυναίκα νοικοκυρά, κατώτερη και με τα μάτια χαμηλά.
Τέλος, σε ερώτηση για το αν θύμα και θύτης αντιμετώπιζαν ψυχολογικά προβλήματα, απάντησε αρνητικά.
Μεγάλος τσακωμός
Από τις πιο τραγικές φιγούρες της χθεσινής διαδικασίας ήταν η ανήλικη κόρη του ζευγαριού, καθώς ο πατέρας της την ανάγκασε να βιώσει τη χειρότερη ανάμνηση της ζωής της, καθώς ήταν μπροστά στο έγκλημα.
Η 17χρονη κοπέλα περιέγραψε εκείνη την ημέρα τι έκαναν μέχρι το βράδυ που ήταν στο σπίτι οι τρεις τους, μιας και ο αδελφός της έλειπε.
Όπως περιέγραψε, κάποια στιγμή ο πατέρας της τής έδειξε κάτι μηνύματα στο κινητό, από τα οποία δεν έβγαινε νόημα, και όπως είπε λίγο αργότερα, δεν έδειχναν να είναι συνομιλία, αλλά μάλλον αυτοματοποιημένα από κάποια εταιρεία. Μεταξύ του ζευγαριού ξεκίνησε μεγάλος τσακωμός, όμως, όπως ανέφερε η κοπέλα, δεν μπόρεσε να καταλάβει ακριβώς για ποιον λόγο. Πήραν, συνέχισε, την αδελφή του πατέρα της, ο οποία πήγε σπίτι για να μιλήσει με τον αδελφό της και να ηρεμήσει τα πνεύματα.
Όταν έφυγε η θεία της, η κοπέλα ανέφερε ότι πήγε να κάνει μπάνιο, ενώ όταν βγήκε, πήρε τη μητέρα της και πήγαν στο δωμάτιό της, όπου ξάπλωσαν σε δύο μονά κρεβάτια.
«Θα με σκοτώσει…»
Έπειτα από λίγο η 17χρονη, σε πολύ φορτισμένο κλίμα, περιέγραψε ότι μπήκε στο δωμάτιο ο πατέρας της, φώναξε στη μητέρα της «με τον κουμπάρο μας…» και την έφτυσε.
Βγήκε από το δωμάτιο και η 44χρονη είπε στην κόρη της: «Κ…., θα με σκοτώσει». Το κορίτσι τής απάντησε: «Αυτό δε θα το αφήσω εγώ να γίνει», ενώ εκείνη τη στιγμή άκουσαν το θόρυβο της καραμπίνας να οπλίζει.
Η κοπέλα με δάκρυα στα μάτια περιέγραψε ότι είδε τον πατέρα της να μπαίνει στο δωμάτιο και να σημαδεύει τη μητέρα της. Πετάχτηκε από το κρεβάτι και του άρπαξε το χέρι, με αποτέλεσμα ο 46χρονος να πυροβολήσει αλλά να αστοχήσει και στη συνέχεια να χαστουκίσει την κόρη του.
Η μητέρα της πετάχτηκε από το κρεβάτι και βγήκε από το δωμάτιο, ενώ φώναξε στην κόρη της να πάρει τηλέφωνο την Αστυνομία.
Το δεύτερο και μοιραίο πυροβολισμό, όπως είπε, δεν τον άκουσε. Πήρε την Αστυνομία και πηγαίνοντας μέσα είδε τη μητέρα της στο πάτωμα με αίματα και τον πατέρα της να λέει: «τη σκότωσα».
«Εγώ στη φυλακή, κι η μάνα σου στο χώμα»
Μιλώντας για την οικογένειά της, η κοπέλα παρατήρησε ότι πάντα υπήρχε ένταση στο σπίτι. Χαρακτηριστικά είπε: «Είχαμε μεγαλώσει με αυτό». Πρόσθεσε δε ότι ο πατέρας της ζήλευε τη μάνα της και αυτή δεν πήγαινε πουθενά. Ούτε κινητό είχε γι’ αυτό το λόγο. Είπε, επίσης, ότι ο πατέρας της ζήλευε τον κουμπάρο τους και όποτε ερχόταν σπίτι, μετά υπήρχαν φασαρίες.
Μάλιστα, ανέφερε ότι κάποια στιγμή, έπειτα από ένα ακόμα επεισόδιο, ο πατέρας της τής είχε πει: «Να δεις κάποια στιγμή εγώ θα είμαι στη φυλακή κι η μάνα σου στο χώμα».
Εν συνεχεία επιβεβαίωσε πως η μητέρα της ήθελε να χωρίσει, καθώς και ότι τη στιγμή του εγκλήματος δεν κρατούσε τίποτα που θα μπορούσε να τον απειλήσει, ενώ κατευθυνόταν προς την έξοδο του σπιτιού για να γλιτώσει.
Κατόπιν κατέθεσαν η αδελφή του θύματος, η οποία είπε ότι ο κατηγορούμενος ήταν βίαιος με τη γυναίκα του, η ανιψιά του θύματος που εργαζόταν στο κατάστημα που είχε ο κατηγορούμενος, η μητέρα της άτυχης 44χρονης, που ανέφερε πως αν ήξερε τι περνούσε το παιδί της, θα τον σκότωνε η ίδια, και ο γιος του ζευγαριού, ο οποίος ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος δεν άφηνε τη μητέρα του να έχει κοινωνική ζωή.
Μετά την ολοκλήρωση της κατάθεσής του η δίκη διεκόπη και θα συνεχισθεί την Τρίτη.
Της Βίκυς Βετουλάκη