Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έχουν ήδη επηρεάσει ολόκληρο τον πλανήτη, καθώς βρισκόμαστε όλο και πιο συχνά αντιμέτωποι με ακραίες καιρικές συνθήκες, όπως η ξηρασία, η υπερβολική ζέστη, οι δυνατές βροχές, οι πλημμύρες και οι κατολισθήσεις. Άλλες συνέπειες της ραγδαίας κλιματικής αλλαγής είναι η αύξηση της στάθμης της θάλασσας, η μείωση των υδατικών αποθεμάτων στην ξηρά, η οξίνιση των θαλασσών και η απώλεια βιοποικιλότητας.
Προκειμένου να περιοριστεί η παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμό Κελσίου – όριο που η Διακυβερνητική Επιτροπή για την κλιματική αλλαγή κρίνει ως ασφαλές – κρίνεται αναγκαία η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως τα μέσα του 21ου αιώνα.
Στους στόχους αυτούς για το Δήμο Καλαμάτας έχει προταθεί η αξιοποίηση των μεγάλων απορροών του Ταϋγέτου, αλλά και των σημαντικών πηγών του Πηδήματος και του Αγίου Φλώρου, που δίνουν την ευκαιρία για τη δημιουργία φραγμάτων, τεχνητών λιμνών και υδάτινων πάρκων.
Η κατανάλωση ενέργειας για ύδρευση θα γίνεται με μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, λόγω της υδροκίνησης, καθώς και της συγκράτησης των υδάτων που ενισχύουν αειφόρα το φυσικό περιβάλλον, χωρίς τις εκπομπές ρύπων.
Η διατήρηση της βιοποικιλότητας και η ενίσχυση των δασικών εκτάσεων απορροφούν εκατοντάδες τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Γεγονός που σταθεροποιεί ή καθυστερεί σημαντικά την αύξηση της θερμοκρασίας στην ευρύτερη περιοχή.
Όσον αφορά στα ύδατα, είναι σημαντικό να επισημάνουμε προτάσεις για την πλήρη αξιοποίηση και εκμετάλλευσή τους μέσω της ανακύκλωσης και της επαναχρησιμοποίησης. Επίσης, όπως αναφέραμε με συνεχείς παρεμβάσεις, θα πρέπει τα πλεονάζοντα ύδατα της πλημμυρικής παροχής να μένουν σε λεκάνες ανάσχεσης ή φράγματα και λιμενοδεξαμενές, προκειμένου να κάνουμε αποθήκευση και τεχνητό εμπλουτισμό και να καθυστερούν να φτάσουν στη θάλασσα.
Η επάρκεια του Νέδοντα και, κατ’ επέκταση, η επάρκεια της περιβαλλοντικής μελέτης των αντιπλημμυρικών έργων είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό θέμα για το Δήμο Καλαμάτας. Οι μελέτες αυτού του αντικειμένου απαιτούν διερεύνηση σε βάθος και εξειδικευμένα κριτήρια και μοντέλα προσομοίωσης. Κρίνονται αποκλειστικά από επιστημονικά και όχι πολιτικά κριτήρια για να γνωμοδοτήσουμε με ασφάλεια ως Δ.Σ. για το μέλλον της πόλης μας.
Η σημαντικότερη παράμετρος στην ΜΠΕ που θα έπρεπε να εξεταστεί είναι η απώλεια υδατικών αποθεμάτων στο υπέδαφος και τον υδροφόρο ορίζοντα της πεδινής ζώνης της Καλαμάτας και της λεκάνης του Νέδοντα, λόγω ταχείας μεταφοράς του νερού στη θάλασσα. Αποτέλεσμα είναι το έλλειμμα αυτό, σε μια ήδη υποβαθμισμένη ζώνη που είναι στο κόκκινο λόγω έλλειψης νερού, να μετατραπεί σε μείζον περιβαλλοντικό ζήτημα από την εισχώρηση του θαλάσσιου νερού στο υπέδαφος της Καλαμάτας, προκειμένου να ισορροπήσει την αλλαγή που θα επιφέρει το άνοιγμα και η διεύρυνση του Νέδοντα.
Όλα αυτά θα έχουν άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής, με αύξηση της αλατότητας, ταπείνωση της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα, μείωση και υποβάθμιση της αγροτικής παραγωγής, αλάτωση των εδαφών, αλλαγή σε χλωρίδα και πανίδα, ερημοποίηση και πολλά άλλα.
Προφανώς θα πρέπει να προταθεί η λύση που έχει εξετάσει ήδη η Δημοτική Αρχή με την εισήγηση για την κατασκευή φράγματος στην περιοχή της Αρτεμισίας, όπως προσδιορίζεται στην αναγνωριστική υδρογεωλογική έκθεση που κατατέθηκε για την εξομάλυνση των επιπτώσεων και έγινε αποδεκτή με ενδιαφέρον ως εναλλακτική πρόταση από τον κύριο Καρνέση, υπεύθυνο του φορέα υλοποίησης του έργου από το ΥΠΕΚΑ.
Ο ίδιος μου ζήτησε να του αποστείλουμε τη σχετική υδρογεωλογική έκθεση που προτείναμε στη συνάντηση που έγινε πριν από ένα χρόνο στο Δημαρχείο με αντικείμενο την ΜΠΕ, και την αποδοχή της πρότασης με τη σύμφωνη γνώμη των παρατάξεων του Δημοτικού Συμβουλίου.
Στην υδρογεωλογική έκθεση προσδιορίζεται με μεγάλη σαφήνεια ότι ένα ποσοστό της τάξης του 20% του συνολικού όγκου των νερών της πλημμυρικής παροχής είναι αυτό που δεν επαρκεί να διέλθει από τη σημερινή διατομή του χειμάρρου.
Αν, λοιπόν, αυτή την ποσότητα, την κρατήσουμε και την αποθηκεύσουμε με ένα μικρό φράγμα στην περιοχή Αρτεμισίας, που διέρχεται και ο κύριος όγκος των υδάτων της λεκάνης απορροής, δε θα δημιουργηθεί το παραμικρό πρόβλημα πλημμύρας.
Επιπροσθέτως, θα έχουμε πολλές θετικές επιπτώσεις και ελάχιστες, ίσως και μηδενικές αρνητικές.
Δηλαδή, τεχνητό εμπλουτισμό των υδροφόρων στρωμάτων, λεκάνη κατάκλισης για αναψυχή και δραστηριότητες περιβάλλοντος, ποσότητες για άρδευση και ύδρευση, ακόμα και της Καλαμάτας, με φυσική ροή. Δυνατότητα παραγωγής ενέργειας και πολλά άλλα.
Με δυσκολία θα βρούμε μη αναστρέψιμες αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε ένα τόσο σημαντικό αναπτυξιακό έργο για τον Ταΰγετο και το Δήμο Καλαμάτας.
Ακόμα και αρνητικές επιπτώσεις που σχετίζονται με οικονομικά μεγέθη και κριτήρια κατασκευής και λειτουργίας του υδραυλικού έργου κατασκευής ταμιευτήρα εμπλουτισμού – άρδευσης – ύδρευσης.
Συνεπώς, η πρόταση κατασκευής του φράγματος ανοίγει το δρόμο για τη διάσωση της Καλαμάτας και την απαλλαγή της από το φόβο της πλημμύρας. Επίσης, τα άλλα γειτονικά υδατορέματα θα μπορούν να διευθετηθούν ανάλογα, μέσα από την υφιστάμενη κοίτη του χειμάρρου, όταν δεν μπορούν να εκφορτιστούν από τη δική τους, που είναι ήδη διευθετημένη και διέρχονται από τον αστικό ιστό.
Η αναπτυξιακή προοπτική του τόπου μας προχωρά μέσα από σύγχρονα έργα υποδομής που προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης που απειλεί το σημερινό άνθρωπο.
Του Μιχάλη Δ. Αντωνόπουλου
Γεωλόγου – γεωτεχνικού Περιβάλλοντος M.Sc., αντιπροέδρου ΓΕΩΤΕΕ Πελοποννήσου & Δυτικής Ελλάδος, προέδρου ΑΣ Καλαμάτας, δημοτικού συμβούλου