Αναμφισβήτητα, ο Γιάννης Μπέζος αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου: στα σαράντα και πλέον χρόνια της πορείας του ως ηθοποιός έχει καταφέρει να ξεχωρίζει τόσο για το υποκριτικό του ταλέντο, όσο και για τη στάση ζωής του βαδίζοντας πάντοτε με γνώμονα την αλήθεια του, χωρίς να ενδιαφέρεται για το στρογγύλεμα των απόψεών του.
Αφορμή για τη σημερινή συζήτησή μας στάθηκε η καλοκαιρινή περιοδεία με τις αριστοφανικές «Θεσμοφοριάζουσες» τις οποίες έχει επιμεληθεί σκηνοθετικά, καθώς επίσης συμμετέχει και ενεργά στη σκηνή ως ένας εκ των πρωταγωνιστών της παράστασης.
Ας δώσουμε λοιπόν το λόγο στον ίδιο, για να μοιραστεί μερικές από τις σκέψεις του μαζί μας, πηγαίνοντας λίγο καιρό νωρίτερα, όταν τα επιβεβλημένα υγειονομικά μέτρα δεν άφησαν ανεπηρέαστο και τον καλλιτεχνικό κόσμο.
«Στην πανδημία, τον πρώτο καιρό ιδιαίτερα, τα θέατρα δε λειτουργούσαν, όπως θυμόμαστε, μιας και το πρώτο μεγάλο διάστημα της καραντίνας είχαν κλείσει τα πάντα σε όλη τη χώρα. Το ίδιο έγινε και ένα διάστημα μετά. Άλλωστε, ήταν φυσικό να μη λειτουργούν τα θέατρα δεδομένων των συνθηκών που επικρατούσαν».
Πανδημία. Τι διδάγματα, άραγε, άφησε πίσω της μια τόσο πρωτόγνωρη για πολλούς από εμάς κατάσταση, η οποία μπήκε τόσο βίαια στη ζωή όλων μας;
«Τίποτα δεν αφήνει κατά τη γνώμη μου, μόνο μια μεγάλη εμπειρία, και θα έπρεπε να αφήνει ένα στίγμα κοινωνικό και όχι τόσο στο θέατρο και στην τέχνη. Γενικότερα, δηλαδή, με την έννοια ότι αυτό που μας υπενθύμισε ήταν ότι η καθημερινή μας ελευθερία δεν είναι και τόσο αυτονόητη, τελικά, όπως είδατε και είδαμε όλοι μας. Μας υπενθύμισε ακόμα ότι χρειάζεται να έχουμε το μυαλό μας συνέχεια σε εγρήγορση, και ό,τι θα πρέπει ενδεχομένως να αντιμετωπίσουμε και άλλες αντίστοιχες καταστάσεις στο μέλλον».
«Η συνήθεια είναι το εκτροφείο των σφαλμάτων», έλεγε ο Βίκτωρ Ουγκώ. Για τον Γιάννη Μπέζο, οι ακραίες συμπεριφορές που προβληματίζουν και ανησυχούν τη σημερινή εποχή, δύσκολα θα μεταβληθούν…»
«Θεωρώ ότι οι άνθρωποι δεν αλλάζουν. Και δεν πρόκειται να αλλάξουν κιόλας ό,τι κι αν συμβεί. Το ότι πρέπει να σεβόμαστε και να υπολογίζουμε την ανθρώπινη ύπαρξη και αξιοπρέπεια είναι δεδομένο. Δε χρειάζεται να το διατυμπανίζουμε, θα πρέπει να το εμπεριέχουμε και να το ζούμε καθημερινά. Και, εάν πραγματικά θέλουμε να το υπερασπίσουμε, θα πρέπει να το αποδεικνύουμε στη ζωή μας συνεχώς. Όλα αυτά που βλέπουμε κάθε μέρα, είναι ανθρώπινες αδυναμίες, τα διαμορφώνει η αγορά και η ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία. Είναι πράγματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, πέραν της Πολιτείας που είναι υποχρεωμένη να νομοθετεί και των κινημάτων που πρέπει να κινητοποιούνται, πρέπει στην καθημερινότητα η ανθρώπινη αξιοπρέπεια να είναι το μόνιμο μέλημά μας».
Σαράντα τρία χρόνια συνεχούς καλλιτεχνικής διαδρομής. Τι είναι, όμως, αυτό που ωθεί τον 65χρονο, σήμερα, Γιάννη Μπέζο να παραμένει ακούραστος καλλιτεχνικά, και παράλληλα δημιουργικός, ώστε να συνεχίζει να αφήνει το προσωπικό του καλλιτεχνικό στίγμα;
«Δεν μπορώ να διανοηθώ τη ζωή μου κάνοντας κάτι άλλο ή μην κάνοντας κάτι. Επομένως, εφόσον έχεις να αναμετρηθείς με έργα τα οποία είναι πάρα πολλά, τόσο από τα κλασσικά όσο και από τα νεότερα, αυτά συμβαδίζουν και με την ηλικία, όλο και κάτι έχεις να πεις ακόμα στους θεατές. Μέσα σε αυτό το κλίμα, λοιπόν, προσπαθώ κι εγώ να δραστηριοποιούμαι. Βέβαια, αλλάζουν και οι απόψεις για το πώς αντιλαμβάνεσαι το θέατρο, το κοινό και τα έργα, κάτι το οποίο είναι πολύ φυσικό, και με ενδιαφέρει να τα ζω όλα αυτά στο έπακρο».
Η εξίσωση μεταξύ σκληρής δουλειάς και ταλέντου
-Αλήθεια, υπερτερεί πάντοτε το ταλέντο;
«Είναι όλα ένας συνδυασμός. Το ταλέντο ή ας πούμε καλύτερα το χάρισμα, γιατί το πρώτο είναι μια μεγάλη και πολύ παρεξηγημένη λέξη κι αυτή, το χάρισμα, λοιπόν, είναι η ροπή που έχει ένας άνθρωπος μέσα του προς την τέχνη, προς την υποκριτική, εάν θέλετε, μιας και μιλάμε γι’ αυτό. Είναι το πρώτο συστατικό και η πρώτη ύλη που πρέπει να διαθέτει κάποιος. Μετά, απαιτείται πολλή υπομονή, επιμονή, θέλει θάρρος –το θάρρος είναι ένα από τα μεγαλύτερα συστατικά σήμερα, και, βεβαίως η συνέπεια. Παράλληλα, στο επάγγελμα του ηθοποιού έχει μεγάλη βαρύτητα η δημόσια εικόνα του προς τα έξω. Αυτό, επειδή η δική μας δουλειά είναι δημόσια, δεν φτάνει μόνο να είμαστε καλοί, πρέπει ακόμα και ο λόγος, αλλά και η στάση μας να δημιουργεί παράδειγμα στον κόσμο», τονίζει.
-Ποιους ανθρώπους θαυμάζετε; Ποιοι είναι αυτοί που σας εμπνέουν;
«Με εμπνέουν οι άνθρωποι που εργάζονται πραγματικά με όρθια τη ματιά, που δεν συναγελάζονται με διάφορους παράγοντες, είτε αυτοί είναι πρόσωπα από την πολιτική, είτε πρόσωπα από την ενημέρωση ή από οποιονδήποτε άλλο τομέα. Οι άνθρωποι που κάνουν τη δουλειά τους με καθαρή ματιά, είτε είναι μεγαλύτεροι είτε νεότεροι. Αυτό είναι οριζόντιο, δεν το συγκρίνω με τις ηλικίες. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι που δουλεύουν με γνήσιο αίσθημα, και με όρθιο το κεφάλι, και όχι αυτοί που προσπαθούν ν’ αποκτήσουν βοηθητικές ρόδες βασιζόμενοι σε άλλους».
-Θεωρείτε ότι η σημερινή γενιά των ηθοποιών παρουσιάζει χάσμα συγκριτικά με αυτές των παλαιότερων;
«Αναμφισβήτητα, η σημερινή γενιά των ηθοποιών είναι καλύτερη. Αυτό που τους διαφοροποιεί είναι το γεγονός ότι είναι πιο ταλαντούχοι, είναι περισσότεροι, είναι πολλές φορές πιο θαρραλέοι, πιο διαβασμένοι και πιο ενημερωμένοι. Είναι άλλης γενιάς. Και, έτσι συμβαίνει πάντοτε, αφού και οι γενιές οι δικές μας ήταν καλύτερες από τις προηγούμενες. Ο κόσμος δεν πρέπει να βασίζεται σε αυτά που ακούγονται τώρα, ότι δηλαδή παλιά ήταν όλα καλύτερα κλπ. Επειδή εγώ πρόλαβα και αυτά τα «καλά», μπορώ να πω ότι δεν έχουν καμία σχέση με σήμερα, και δεν υπάρχει καμία σύγκριση μεταξύ τους. Στην εποχή μας το υλικό είναι πολύ πολύ καλύτερο, οι συνθήκες παραγωγής είναι καλύτερες. Τα πάντα είναι καλύτερα, αν το σκεφτεί κανείς ευρύτερα, ακόμα και οι αίθουσες των θεάτρων είναι σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι ήταν κάποτε. Εάν ανατρέξει κανείς στο παρελθόν, και την δεκαετία το ’70 θα μείνει άναυδος».
Οι «Θεσμοφοριάζουσες» στη σύγχρονη Ελλάδα
Λίγο πριν το κλείσιμο, η συζήτηση περνά στην αποψινή παράσταση, τις «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη, οι οποίες αποτελούν και τον κύριο λόγο της επικοινωνίας μας. Άραγε, τι μηνύματα περνά σήμερα μια τέτοια αριστοφανική παράσταση, αλλά και τι έχει να πει ο Γιάννης Μπέζος από την πλευρά του σκηνοθέτη;
«Κατά τη γνώμη μου, δεν περνά μηνύματα, απλώς υπενθυμίζει ότι δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά κάτι, στον τρόπο που ζούμε, στον τρόπο που σκεφτόμαστε. Έχουν αλλάξει για παράδειγμα οι συνήθειές μας, τα έχει αλλάξει η τεχνολογία και ο χρόνος, αλλά οι ανθρώπινες αδυναμίες και τα προτερήματα μένουν τα ίδια, επειδή το έργο είναι πολιτικό με μια έννοια.
Το εν λόγω έργο έχει να κάνει σε σχέση με τις γυναίκες και τη θέση τους μέσα στην ενεργή κοινωνία του 5ου αιώνα, και βλέπουμε μέσα από τα λόγια του Αριστοφάνη και μέσα από αυτά που εκφράζει ότι υπάρχουν πράγματα που θα μπορούσε κανείς να δει και στη σημερινή κοινωνία. Αυτό δείχνει ότι δεν αλλάζει εύκολα ο άνθρωπος, θέλει αγώνα για να αλλάξει. Δε φτάνουν οι νόμοι και τα φλάμπουρα. Θέλει βαθύτερη παιδεία με την ευρεία έννοια και προσωπική δουλειά. Αυτή είναι η άποψη η δική μου, τουλάχιστον. Δεν φτάνει να λέμε μόνο πράγματα και να εκτοξεύουμε συνθήματα. Πρέπει να τα εννοούμε κιόλας».
- Πληροφορίες
Πέμπτη 4 Αυγούστου,
θέατρο Κάστρου Καλαμάτας,
ώρα έναρξης: 21:30
Της Χριστίνας Μανδρώνη