Μετά την προχθεσινή συνεδρίαση της Οικονομικής Επιτροπής Καλαμάτας για τη δημιουργία Συνεδριακού Κέντρου στο Μέγαρο Χορού
Με αφορμή την πρόθεση του δημάρχου Καλαμάτας για δημιουργία δημοτικού Συνεδριακού Κέντρου στο Μέγαρο Χορού, που πληροφορηθήκαμε πρόσφατα από τον τοπικό Τύπο, θα θέλαμε να εκφράσουμε την άποψή μας, ασκώντας μια καλόπιστη κριτική.
Είναι προφανές ότι η αναζήτηση νέων χρήσεων του συγκεκριμένου πολυτελούς και πολυδάπανου κτηρίου γίνεται, γιατί οι ελάχιστες υφιστάμενες χρήσεις δεν καλύπτουν τις δαπάνες συντήρησής του. Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι, επομένως, εύλογα και πολλά:
1. Πριν από την κατασκευή του Μεγάρου είχε εκπονηθεί μελέτη βιωσιμότητας ή απλά ήταν (και αυτό) ένα ακόμα έργο βιτρίνας προς εντυπωσιασμό των δημοτών;
2. Ο σχεδιασμός του είχε ενταχθεί σε ένα ευρύτερο σχέδιο βιώσιμης πολιτιστικής διαχείρισης & τουριστικής ανάπτυξης της πόλης και της ευρύτερης περιοχής της;
3. Ο εμπνευστής ή οι εμπνευστές του ζήτησαν την άποψη του υπουργείου Πολιτισμού, κατ’ εξοχήν αρμόδιου για τη διαχείριση και την προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς; Γιατί πρέπει να θυμίσουμε ότι στη θέση αυτή υπήρχε ένα σημαντικό μνημείο της βιομηχανικής κληρονομιάς της πόλης, το Ελαιουργείο-Σαπωνοποιείο Λιναρδάκη, το οποίο κατεδαφίστηκε παρασέρνοντας μαζί του και την τελευταία απόδειξη της μακροχρόνιας ελαιοκομικής και βιομηχανικής παράδοσης της Καλαμάτας.
4. Τέλος, και για να έρθουμε στο σήμερα, πώς προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας ενός ακόμη συνεδριακού κέντρου στην Καλαμάτα; Έγινε κάποια έρευνα αναγκών για την ανάπτυξη του τουρισμού συνεδρίων;
Στα παραπάνω ερωτήματα οι απαντήσεις έρχονται από μόνες τους, αρκεί να κάνουμε μια μικρή αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν:
Μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 1986, στόχος της τότε Δημοτικής Αρχής ήταν η δημιουργία μιας νέας πόλης, αποκομμένης όμως από το ιστορικό παρελθόν της, κάτι που είναι πασιφανές από την περίπτωση του Μεγάρου Χορού. Με άλλα λόγια, ο αφανισμός ενός σημαντικού μνημείου της νεότερης οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας της πόλης (εργοστάσιο Λιναρδάκη) και η αντικατάστασή του από ένα υπερμοντέρνο κτήριο πανομοιότυπο συνηθισμένων αντίστοιχων αρχιτεκτονημάτων πόλεων της Ελλάδας και του εξωτερικού (Μέγαρο Χορού).
Αξίζει να σημειωθεί ότι η απόφαση της κατεδάφισης του εμβληματικού εργοστασίου ελήφθη στα μέσα της δεκαετίας του ’80, εποχή που οι διαμορφώσεις παλαιών βιομηχανικών κτηρίων σε πολυχώρους πολιτισμού ήταν επιλογή πολλών Δήμων (π.χ. «Βίλκα» Μύλος Χατζηγιαννάκη – Πολυχώρος πολιτισμού και ψυχαγωγίας «Μύλος» στη Θεσσαλονίκη, Πλινθοκεραμοποιείο Τσαλαπάτα – Βιομηχανικό Μουσείο και χώρος πολιτιστικών και ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων στο Βόλο κ.λπ.), διότι συνδύαζε ανάδειξη της σύγχρονης τοπικής ιστορίας και ρεαλιστική κάλυψη αναγκών της πόλης (χώροι διοργάνωσης εκδηλώσεων, θεματικό μουσείο, εξωτερικοί χώροι πολλαπλών χρήσεων κ.ά.). Θυμίζουμε εδώ ότι η Καλαμάτα δε διαθέτει μουσείο ελιάς το οποίο θα μπορούσε να είχε φιλοξενηθεί στο ελαιουργείο – σαπωνοποιείο Λιναρδάκη.
Δύο περίπου δεκαετίες αργότερα (το 2011 & 2015), η Δημοτική Αρχή Καλαμάτας αγνόησε εγκεκριμένη από το Περιφερειακό Συμβούλιο πρόταση του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας, για δημιουργία Πολυχώρου «Μεσογειακή Πόλη» στις πρώην Σχολές Παπαφλέσσα, με δημόσια δαπάνη 7.317.108,17 ευρώ. Ένα έργο με όραμα την τόνωση της μεσογειακής ταυτότητας της Καλαμάτας και τη μετατροπή της σε «νότια πύλη της Ελλάδος στη Μεσόγειο». Η καινοτομία του προτεινόμενου έργου ήταν η μετεξέλιξη των τεχνικών σχολών Παπαφλέσσα του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας σε ένα υπερσύγχρονο και καλά δομημένο πολιτιστικό και ταυτόχρονα αναπτυξιακό εργαλείο με λειτουργίες που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην προβολή μιας άγνωστης στο ευρύ κοινό πολιτιστικής και βιομηχανικής κληρονομιάς της Καλαμάτας, στην αναβάθμιση της εικόνας της και επίσης θα ωφελούσε εκατοντάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις του πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα της Καλαμάτας και της ευρύτερης περιοχής. Αντ’ αυτού, το κτήριο – πασαλείφεται – για να φιλοξενήσει κάποιες υπηρεσίες της περιφέρειας…
Σήμερα, ο Δήμος Καλαμάτας προσπαθεί να καλύψει όπως όπως κενά λανθασμένων επιλογών του παρελθόντος, συνεχίζοντας όμως με αυτό τον τρόπο μια παράδοση πρωτοβουλιών με πενιχρά αποτελέσματα, που μαρτυρούν άγνοια των αναγκών της πόλης σε υποδομές και δε λαμβάνουν υπόψη τη βιώσιμη τουριστική και πολιτιστική της ανάπτυξη.
Θυμίζουμε ότι η Καλαμάτα διαθέτει συνεδριακό κέντρο 1.000 θέσεων με όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές του υπουργείου Τουρισμού και πολλές ακόμη αίθουσες πολλαπλών χρήσεων σε ξενοδοχεία της Καλαμάτας, αλλά και σε δημόσια κτήρια, όπως το Εργατικό Κέντρο, το Πνευματικό Κέντρο, το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, υπολείπεται όμως κλινών που θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν τους συμμετέχοντες σε συνέδρια! Άραγε, η σημερινή Δημοτική Αρχή γνωρίζει ότι τα τελευταία 20 τουλάχιστον χρόνια δεν έχει ακυρωθεί κανένα συνέδριο λόγω έλλειψης συνεδριακής αίθουσας, αλλά αντίθετα έχουν ματαιωθεί πολλά λόγω έλλειψης ξενοδοχειακών κλινών;
Επομένως, σε τι θα ωφελήσει ένα ακόμα συνεδριακό (δημοτικό) κέντρο; Μήπως, η απάντηση είναι: «εξυπηρέτηση πελατειακών σχέσεων»;
Όπως και να είναι, και αν κρίνουμε από την περίπτωση του Μεγάρου Χορού, οι βαρύγδουπες αποφάσεις έργων μετά τους σεισμούς του 1986 προκάλεσαν εντυπωσιασμό αλλά έγιναν με αμφίβολα κριτήρια και, κυρίως, αποδείχθηκαν μακροπρόθεσμα ανεπαρκείς για την τοπική οικονομία – με πρώτο απτό αποτέλεσμα – την έλλειψη ξενοδοχειακών κλινών που περιορίζει την υψηλή τουριστική περίοδο της Καλαμάτας σε 20-30 ημέρες το χρόνο και της επιβάλλει ένα ρόλο κατώτερο των δυνατοτήτων της.
Συμπέρασμα είναι, ότι καλό είναι το πάθημα να γίνει μάθημα, διαφορετικά η Καλαμάτα θα περιστρέφεται γύρω από το σημείο «μηδέν», δηλαδή έργα βιτρίνας, εξυπηρέτηση των ημετέρων και θα απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα και τις αναπτυξιακές ανάγκες της πόλης και της περιοχής.
Tου Γιώργου Καραμπάτου
Εκτελεστικού διευθυντή Οργανισμού «Δρόμοι της Ελιάς», τέως προέδρου Επιμελητηρίου Μεσσηνίας