Η διένεξη κυβέρνησης και Βενιζέλου, με αφορμή τη νομιμότητα των παρακολουθήσεων, έχει μεγάλο νομικό ενδιαφέρον, πέρα του ότι αποκαλύπτει και πολιτικές διαστάσεις.
Μέχρι τώρα παρατηρούσαμε μια σύμπλευση των απόψεων του Βενιζέλου με την κυβέρνηση, μια σύμπλευση προσεκτική και πάντα με αποστάσεις ασφαλείας, στη λογική της αμοιβαίας αποδοτικότητας.
Ο μεν Μητσοτάκης αξιοποιούσε τη στήριξη σε κρίσιμα ζητήματα της κυβέρνησης, ο δε Βενιζέλος πλάταινε την αποδοχή του στον κεντρώο χώρο.
Μήπως το ατόπημα της παρακολούθησης σήμανε το τέλος της σύμπλευσης; Το τέλος αυτό πιθανόν να γεννήσει προοπτικές στο μέλλον.
Οφείλουμε, πάντως, να παραδεχθούμε ότι ο Βενιζέλος είναι μία από τις σπάνιες περιπτώσεις πολιτικού που κοίταξε κατάματα το παρελθόν, κάνοντας με γενναιότητα την αυτοκριτική του. Είναι ο μόνος πολιτικός που έχει το βάρος της προσωπικότητας να κοντραριστεί με τον Μητσοτάκη.
Με τη διένεξη έχει αποκτήσει ένα νέο απαιτητικό κοινό. Και το ερώτημα είναι, θα το αξιοποιήσει; Ο δρόμος είναι μακρύς και δύσβατος. Θα τον διανύσει;
Η αλήθεια είναι πως με τον «Κύκλο ιδεών», μια προσπάθεια πρόσκλησης να απαντήσουμε στην πρόκληση της νέας πραγματικότητας, δεν είχε καταφέρει να τονίσει αρκετά την ιδιαιτερότητα του δικού του δρόμου.
Πάντως, με την περίπτωση Ανδρουλάκη έκαμε και αυτός παιχνίδι.
Δε χρειάζεται να το κρύβουμε, το ΠΑΣΟΚ μέχρις στιγμής τουλάχιστον δε βγήκε ωφελημένο όσο θα περίμενε.
Είναι αλήθεια ότι δεν έχει ανάγκη από τη στοργή που του δείχνει ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως, δεν κάνει και κάτι να το εμποδίσει. Ο χειρισμός της υπόθεσης από πλευράς ΠΑΣΟΚ νομίζω ότι υποφέρει.
Το πολιτικό εκτόπισμα του γεγονότος είναι πολύ μικρότερο από το θόρυβο που ξεσήκωσε. Ας αφήσουμε το γινάτι, αν θέλουμε να ξεχωρίσουμε.
Υ.Γ.: Η δυναμική επανεμφάνιση του Βενιζέλου δεν αφήνει περιθώρια στο ΣΥΡΙΖΑ να οικειοποιηθεί άλλο την υπόθεση.
Του Μιχάλη Βασ. Σούμπλη