Μπορεί μια χώρα με 12% ανεργία να χρειάζεται αλλοδαπούς για να καλύψει τις ανάγκες σε εργατικά χέρια; «Ναι», τουλάχιστον στην περίπτωση της Ελλάδας. Η συζήτηση για τους όρους συμμετοχής μεταναστών στην παραγωγική βάση της οικονομίας είναι το θέμα που αναπόφευκτα θα ανοίξει προσεχώς, καθώς ήδη παρατηρούνται μεγάλα ελλείμματα στην αγορά εργασίας, αλλά και στη δημογραφική ανάπτυξη της χώρας.
Στην ελληνική οικονομία, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Βασίλη Κωστούλα στην “Καθημερινή”, επικρατεί το παράδοξο να διατηρείται η υψηλότερη ανεργία στην Ευρωζώνη –αγγίζει το 30% στις ηλικίες έως 35 ετών– και να καταγράφονται συγχρόνως ελλείψεις σε εργατικά χέρια, που δημιουργούν ρίσκα για την ανάπτυξη.
Μετά τα ερωτήματα της «Κ» σε κυβερνητικούς παράγοντες και αναλυτές της αγοράς, προκύπτει ότι η ελληνική οικονομία μεσοπρόθεσμα θα χρειαστεί 200.000 επιπλέον εργαζομένους στη γεωργία και στις ιχθυοκαλλιέργειες, 150.000 στη μακροχρόνια φροντίδα, 50.000 στον τουρισμό και εκατοντάδες χιλιάδες έξτρα απασχολούμενους στις κατασκευές, αφού ξεκλειδώσουν τα μικρά και μεγάλα έργα που τράβηξαν χειρόφρενο ή κατέβασαν στροφές, στην αρχή λόγω της πανδημίας και στη συνέχεια λόγω της εκτόξευσης στις τιμές των υλικών με ώθηση από την ενεργειακή κρίση.
«Μόνο και μόνο το Ελληνικό αρκεί, για να αντιληφθεί κανείς τον όγκο των εργασιών που θα δούμε στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Ήδη στα δημόσια έργα για μεγάλους οδικούς άξονες δε βρίσκουν εργαζομένους, ψάχνουν κόσμο στη Μέση Ανατολή», μας είπε πηγή του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, μιλώντας για έλλειψη εργατικού δυναμικού, που βάζει «ταβάνι» στην παραγωγή της ελληνικής οικονομίας.
Στις δομές υποδοχής προσφύγων βρίσκονται σήμερα 18.000 αιτούντες άσυλο –υπάρχει δυνατότητα για 53.000– από τους οποίους είναι σε θέση να εργαστεί το 50%. Όμως, ακόμη και οι δικαιούχοι ασύλου με δυνατότητα εργασίας, αμέσως μόλις πάρουν τα απαραίτητα χαρτιά στα χέρια τους, σε υψηλό ποσοστό αναχωρούν για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είτε για να επωφεληθούν από καλύτερα συστήματα πρόνοιας είτε επειδή γνωρίζουν καλύτερα τη γλώσσα.
Η συγκεκριμένη δεξαμενή δεν περιλαμβάνει τους παράτυπους μετανάστες, οι οποίοι είτε εισήλθαν στην Ελλάδα χωρίς να εντοπιστούν είτε παρέμειναν στη χώρα κατά παράβαση της 9μηνης άδειας παραμονής για συγκεκριμένη εργασία.
Έχουν καταγραφεί εργοδότες οι οποίοι χρειάζονταν αλλοδαπούς εργαζομένους για περισσότερο από 9 μήνες, όμως τους έχασαν λόγω λήξης της προθεσμίας με βάση την κείμενη νομοθεσία. Υπάρχουν άλλωστε περιπτώσεις –βλέπε Αλβανοί υπήκοοι– οι οποίοι μετά ένα διάστημα εγκαταλείπουν την Ελλάδα για προορισμούς με χαμηλότερο όριο χορήγησης ιθαγένειας. Ενίοτε 3ετία έναντι 7ετίας στη χώρα μας.
«Ήδη στα δημόσια έργα για μεγάλους οδικούς άξονες δε βρίσκουν εργαζομένους, ψάχνουν κόσμο στη Μέση Ανατολή».
Το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής συγκεντρώνει τις ανάγκες για εργατικά χέρια από κάθε περιφέρεια και υποβάλλει αντίστοιχα αιτήματα στις πρεσβείες χωρών που πληρούν τις προδιαγραφές. Όμως ο στοιχειώδης μηχανισμός μιας πρεσβείας συνήθως δεν είναι επαρκής για την εξέταση και διεκπεραίωση της πληθώρας των αιτημάτων, γεγονός που δημιουργεί χώρο για θεσμική παρέμβαση από το κράτος, προκειμένου να ενισχυθεί το οργανωμένο σκέλος εισαγωγής εργατικών χεριών από άλλες χώρες.
Σε αυτήν τη φάση, σε μια σειρά από τομείς, η ελληνική αγορά εργασίας είναι αντιμέτωπη με χαμηλή προσφορά και υψηλή ζήτηση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που μεταφέρει πηγή της «Κ» από τις καλλιέργειες ακτινιδίων στην Ήπειρο, όπου συχνά δε διαλέγει ο εργοδότης εργαζόμενο αλλά ο εργαζόμενος εργοδότη, ανάλογα με το ύψος του ημερομισθίου.
Παράλληλα, η προσφορά προγραμματιστών και συναφών επαγγελμάτων δεν ξεπερνά τη ζήτηση των αντίστοιχων κλάδων, οι οποίοι στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας τα επόμενα χρόνια θα χρειαστεί να αυξήσουν δραστικά το προσωπικό τους.
Αντίστοιχα, στους ευρύτερους τεχνικούς τομείς, λείπουν επαγγελματίες όπως οι μηχανικοί, ιδίως οι πιο έμπειροι, οι οποίοι θα μπουν να πιάσουν δουλειά στο εργοτάξιο.
Το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ακόμα υψηλή ανεργία δε σημαίνει τελικά ότι διαθέτει απόθεμα εργαζομένων που είναι σε θέση να καλύπτουν τις ανάγκες, καθώς: α) το ποσοστό ανεργίας είναι σε ένα βαθμό πλασματικό, διότι έχει από πίσω αδήλωτη εργασία, η οποία συνδυάζεται και με τα οφέλη των κρατικών επιδομάτων, β) υπάρχουν εργασίες –βλέπε αγροτικές, καθαριότητας, φροντίδας ηλικιωμένων, αλλά και κατασκευαστικές– στις οποίες οι Έλληνες γυρνούν την πλάτη, διότι μπορούν, και γ) η ελληνική αγορά αντιμετωπίζει ζήτημα αναντιστοιχίας δεξιοτήτων και σε επαγγέλματα εξειδίκευσης.