Άραγε, τι να περιμένομε από τη νέα χρονιά; Ένα μαγικό ραβδί να εκπληρώσει τις ευχές μας; Ή τι να διαγράψομε από τον παλαιό χρόνο;
Αυτός ο χρόνος να ’ναι καλύτερος ή αυτός ο κόσμος; Κι αν αυτός ο κόσμος μάς ασχημαίνει, τι θα κάνομε εμείς να τον κοσμήσομε; (Εξ ου και τ’ όνομά του).
Λέμε συχνά γιατί η Θεία Του Πρόνοια δεν κάνει κάτι. «Νους αποστάς του Θεού ή κτηνώδης καθίσταται ή δαιμονιώδης».
Μα κι όσοι δεν προβαίνουμε σε ανήθικες πράξεις, ας μην έχομε την ψευδαίσθηση ότι τα κάνομε όλα καλά και σωστά.
Δεν πρέπει να καταδικάζομε όσους έγιναν απάνθρωποι. Ήταν κάποτε αθώες υπάρξεις που δεν τους πρόσεξαν αυτοί που έπρεπε.
Γι’ αυτό και οι κακοποιοί, όταν δεν έχουν φτάσει στο στάδιο της δαιμονικής αναλγησίας, μπροστά στις κάμερες κρύβουν τα πρόσωπά τους. Να μην καταδικάζομε βιαστικά. Η ανθρώπινη κοινωνική συμπεριφορά δεν είναι έμφυτη, αλλά μαθαίνεται μέσα από τα κατάλληλα πρότυπα. Πόση, όμως, εξαθλίωση κι «αναπηρία» έχει τούτος ο κόσμος;
Προσπαθούμε οι ταλαίπωροι άνθρωποι ν’ αποχαιρετούμε το παλαιό και να καλωσορίζουμε το καινούριο!
Ο δρόμος από τα κατώτερα στ’ ανώτερα είναι σαν κάτι παλαιό να «πεθαίνει» και κάτι καινούριο «ν’ ανθίζει». Ο θάνατος είναι το τέλος κάθε αρχής.
Ο Χριστός είπε: «…άσε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους…» (Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο). Εδώ μιλά για ένα θάνατο που υφίσταται, όταν ο άνθρωπος είναι ακόμα στην επίγεια ζωή του. Εκτός από το σωματικό θάνατο υπάρχει και ο πνευματικός θάνατος.
«Μήπως είναι η αλήθεια στο θάνατο κι η ζωή μήπως κρύβει την πλάνη; Ό,τι λέμε πως ζει, μήπως πέθανε κι είναι αθάνατο ό,τι έχει πεθάνει;» (Γεωργίου Δροσίνη).
Της Γεωργίας Νυφούδη – Βούλγαρη