Άνθισαν πρόωρα οι ελιές
Έχουν αρχίσει και πετάνε… ανθό τα ελαιόδεντρα (και όχι μόνον) λόγω της παρατεταμένης καλοκαιρίας που επικρατεί στη χώρα, η οποία και έχει ξεγελάσει ήδη τα δέντρα.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του ΑγροΤύπου, το φαινόμενο παρατηρείται όχι μόνο στις πολύ νότιες ζώνες καλλιέργειας, όπως η Κρήτη και η νότια Πελοπόννησος, στις νοτιοανατολικές (νησιά Αιγαίου), αλλά και σε ζώνες που είναι πιο… βόρεια, όπως η Δυτική Ελλάδα κ.λπ.
«Έχουν αρχίσει και ανθίζουν τα ελαιόδεντρα λόγω του καλού καιρού και της ζέστης που επικρατεί όλο αυτό το διάστημα. Μπορεί να είναι ελάχιστα τα ελαιόδεντρα που έχουν βγάλει ανθό, όμως αν δεν αλλάξει ο καιρός και συνεχιστούν οι ίδιες θερμοκρασίες, τότε από αρχές Φεβρουαρίου κι έπειτα το ποσοστό αυτό θα διευρυνθεί και σίγουρα θα υπάρξει πρόβλημα με την παραγωγή της νέας χρονιάς», τονίζει στον ΑγροΤύπο ο κ. Τάκης Λυραντζής, ελαιοπαραγωγός από το Δήμο Πελλάνας, στα βόρεια του Νομού Λακωνίας.
Όπως δήλωσε μιλώντας στον ΑγροΤύπο ο κ. Δημήτρης Σχοινοπλοκάκης, από τις Λουσακιές Κισσάμου, ο οποίος καλλιεργεί αρκετά στρέμματα με βιολογικές, ελαιοποιήσιμες ελιές: «Στην περιοχή μας δεν έχει πιάσει καθόλου κρύο και δεν έχει ρίξει και νερά. Φανταστείτε ότι τις ελιές τις μαζέψαμε σε συνθήκες καλοκαιρίας… Κατ’ επέκταση, έχω δει ήδη δέντρα, που έχουν ανθοφορήσει, παρότι πολύ νωρίς. Κάτι τέτοιο συνέβη και το 2013 στην Κρήτη. Τότε άνθισαν πρόωρα οι ελιές και τον Απρίλιο έπιασε νοτιάς και τα έκαψε, με αποτέλεσμα να υπάρξει μεγάλη οικονομική ζημιά σε χιλιάδες ελαιοπαραγωγούς από την απώλεια εισοδήματος.
Το 2013 η απώλεια εισοδήματός μας ήταν στα ίδια επίπεδα με το 2018, όταν οι μύκητες κατέστρεψαν την κρητική ελαιοπαραγωγή. Βέβαια και τις δύο φορές δε δόθηκαν αποζημιώσεις ή ενισχύσεις».
«Στην περιοχή του Αποκόρωνα και του Κισσάμου δεν έχω δει ακόμα ελαιόδεντρα να ανθίζουν, όμως παρατηρούμε πως λόγω της παρατεταμένης ζέστης και των υψηλών θερμοκρασιών οι ελιές που δεν είχαν δώσει καρπό πολύ φέτος, έχουν αρχίσει και προετοιμάζονται να δώσουν ανθό πολύ πρόωρα», λέει μιλώντας στον ΑγροΤύπο ο γεωπόνος – ερευνητής, Κωνσταντίνος Χαρτζουλάκης, σημειώνοντας ακόμη: «Η ελιά, όπως όλα το οπωροφόρα δέντρα, για να δώσει καλή παραγωγή είναι απαραίτητο να περάσει μια χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια του χειμώνα με χαμηλές θερμοκρασίες (180 ώρες με θερμοκρασία <7 βαθμούς Κελσίου ή 10 εβδομάδες με θερμοκρασία <12,2 βαθμούς Κελσίου, αν και υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ποικιλιών), για να διακοπεί ο λήθαργος και να γίνει η διαφοροποίηση των οφθαλμών».
Καθοριστική η επόμενη περίοδος
«Οι υψηλές θερμοκρασίες (>10 βαθμούς Κελσίου) που επικράτησαν το Δεκέμβριο και εφόσον συνεχιστούν για μακρότερο χρονικό διάστημα και η έλλειψη βροχοπτώσεων μπορεί να επιδράσουν αρνητικά στην ερχόμενη παραγωγή της ελιάς, λόγω μειωμένης διαφοροποίησης των οφθαλμών (μείωση του αριθμού ταξιανθιών), αύξησης του ποσοστού ατελών ανθέων (μειωμένη καρπόδεση), πρώιμης ανάπτυξης των ταξιανθιών (κίνδυνος να καταστραφούν τα άνθη αν υπάρξει απότομη πτώση της θερμοκρασίας κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου τέλη του χειμώνα και αρχές της άνοιξης), ασύγχρονης ανθοφορίας (δυσκολεύει την καρπόδεση και ανάπτυξη καρπών) και αύξησης του δακοπληθυσμού λόγω ευνοϊκών συνθηκών για τη διατήρηση των διαχειμαζόμενων μορφών του δάκου.
Οι καιρικές συνθήκες τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο θα είναι καθοριστικοί. Ας περιμένουμε, όμως, και τις επόμενες εβδομάδες πώς θα εξελιχθεί ο καιρός και αν θα επαληθευτούν κάποιες προγνώσεις, που κάνουν λόγο για αλλαγή», προσθέτει ο κ. Χαρτζουλάκης.
Οι εντατικές μορφές ελαιοκαλλιέργειας «ευαίσθητες» στην κλιματική κρίση
Στη συνέχεια ο κ. Χαρτζουλάκης θέτει έναν ακόμα προβληματισμό αναφορικά με το μέλλον της ελαιοκαλλιέργειας, ειδικά σε χώρες, όπως η Ισπανία, που έχει επενδύσει πολλά στην εντατική και υπέρ-εντατική καλλιέργεια της ελιάς, με πυκνές φυτεύσεις, δίνοντας έμφαση στην ποσότητα και τον τελικό όγκο παραγωγής.
Όπως εξηγεί επ’ αυτού: «Αυτού του είδους οι καλλιέργειες απαιτούν πολλούς φυσικούς πόρους, όπως για παράδειγμα το νερό, κάτι που με την κλιματική αλλαγή δεν μπορεί να είναι εφικτό. Κάπως έτσι είδαμε φέτος την Ισπανία να την… πατάει όσον αφορά στον όγκο της παραγωγής, λόγω της ξηρασίας».