Μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως των θυμάτων της τραγωδίας στα Τέμπη πραγματοποιήθηκε χθες σε όλους τους ναούς της χώρας, και, κατ’ αντιστοιχία στο μητροπολιτικό Ιερό Ναό Υπαπαντής του Χριστού Καλαμάτας.
Ο Σεβασμιώτατος φανερά συγκινημένος, από το θλιβερό αυτό γεγονός, πριν το Τρισάγιο ανέφερε : “Μπροστά στο τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα, το οποίο συνέβη στην περιοχή των Τεμπών και από αυτό έχασαν τη ζωή τους αλλά και τραυματίστηκαν δεκάδες συνάνθρωποί μας, στην πλειονότητά τους νέοι, στεκόμαστε με πνεύμα βαθιάς οδύνης. Ολόκληρος μάλιστα ο κόσμος συμμετέχει στον βαθύτατο πόνο για τον αδόκητο και απάνθρωπο θάνατο και τον τραυματισμό των συνανθρώπων μας.
Υποκλινόμαστε και συμπάσχουμε με τους συγγενείς των θυμάτων, εκφράζοντας την αγανάκτησή μας και την καταδίκη μας για τον τρόπο και τα αίτια που προκάλεσαν το συγκεκριμένο θανατηφόρο ατύχημα.
Είναι πολυτέλεια για την Πατρίδα μας να θυσιάζονται συνάνθρωποί μας και μάλιστα νέοι, με δημιουργικότητα και με δύναμη για ζωή, στο βωμό της ανευθυνότητας, της ιδιοτέλειας και της υποκρισίας, όταν μάλιστα η Πατρίδα μας δοκιμάζεται από την μάστιγα της υπογεννητικότητας, υπονομεύοντας με τον τρόπο αυτό το μέλλον μας ως Έθνος.
Προσευχόμεθα υπέρ αναπαύσεως της ψυχής «των αδίκω θανάτῳ τελειωθέντων» και υπέρ της ταχείας και πλήρους αναρρώσεως των τραυματιών και των «εν ασθενείᾳ» κατακειμένων αδελφών και συνανθρώπων μας.
Ευχόμεθα όπως ο Κύριος δίνει ενίσχυση και παρηγοριά στους γονείς, τους οικείους, τους συγγενείς και τους φίλους των θυμάτων και των ασθενών.
Αδελφικά επίσης συμπαραστεκόμαστε στους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες από τις επαρχίες των οποίων προέρχονται τα θύματα και οι τραυματίες και κυρίως στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμο, στην εκκλησιαστική επαρχία του οποίου ανήκει η περιοχή των Τεμπών, που και πάλι, για τρίτη φορά, δοκιμάζεται από παρόμοια, όπως και κατά το παρελθόν, συμβάντα και ο οποίος ανταποκρίθηκε και συμπαραστάθηκε άμεσα στις πρώτες ανάγκες των συγγενών και τους ενίσχυσε υλικά και πνευματικά.
Αυτή τη στιγμή η ανταπόκρισή μας στις άμεσες ανάγκες για προσφορά αίματος πρέπει να θεωρείται δεδομένη και επιβεβλημένη. Είναι μία πράξη πραγματικής ανιδιοτελοῦς, ανυπόκριτης και απροσωπόληπτης έκφρασης αγάπης στην οποίαν όλοι πρέπει να συμμετάσχουμε.
Η σκέψη μας θα πρέπει να στραφεί επίσης, προς όλους εκείνους οι οποίοι υπερέβησαν τις σωματικές τους δυνάμεις για να ανταποκριθούν στο καθήκον τους, στη διάσωση δηλαδή κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Τους διασώστες, τους πυροσβέστες, τα Σώματα Ασφαλείας, τους ιατρούς και νοσηλευτές της περιοχής της Λάρισας, αλλά και τους συνεπιβάτες εκείνους, οι οποίοι ξεπέρασαν τα όρια της αυτοσυντήρησής τους και προσφέρθηκαν βοηθώντας τους συμφοιτητές και φίλους τους, γνωστούς και άγνωστους, να απεγκλωβιστούν και να διασωθούν από την φονική λαίλαπα της φωτιάς”.