Όταν η κυβέρνηση του Μητσοτάκη ισοπεδώνει ημέρα με την ημέρα το βιοτικό επίπεδο του λαού και όλα τα δικαιώματά του, φυσικό είναι να υπάρχει η απαίτηση να καταδικασθεί με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο και χωρίς καμία αναστολή.
Το ζητούμενο είναι τι θα αντικαταστήσει αυτό το χάος που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία.
Κατ’ αρχάς, πρέπει να επισημανθεί ότι τη Ν.Δ. και τον Μητσοτάκη τον έφερε στην κυβέρνηση η απελπισία του ελληνικού λαού από τη διακυβέρνηση της χώρας από τις προηγηθείσες κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ. Επίσης, η βαθιά απογοήτευση από την τεράστια και πρωτόγνωρη εξαπάτηση του ελληνικού λαού, που επένδυσε τις ελπίδες του στον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, σε τέτοιο μάλιστα σημείο, παρά την εγκληματική πολιτική του κ. Μητσοτάκη, που να φαντάζει (δυστυχώς και σήμερα) σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού ως μοναδική λύση, ενώ είναι σίγουρο ότι θα συνεχίσει με πιο καταστροφικό τρόπο την ίδια πολιτική. Μάλιστα, σε πολύ χειρότερες συνθήκες, αφού από 1/1/2024 δε θα υπάρχει κάποια δημοσιονομική χαλάρωση που επιβλήθηκε από την πανδημία του Covid και με την αναμφισβήτητη πραγματικότητα του εκτοξευμένου δημοσίου χρέους, πάνω από 400 δισ. και τη συρρίκνωση του ΑΕΠ κάτω από 192 δισ., όταν στην κρίση πριν από 12 χρόνια μπήκαμε με δημόσιο χρέος 300 δισ. και το ΑΕΠ ήταν 220 δισ., και επιπλέον με ξεπουλημένο το δημόσιο πλούτο της χώρας από την παρούσα κυβέρνηση και την προηγούμενη του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και επίσης εκτοξευμένο το ιδιωτικό χρέος σε δυσθεώρητα ύψη, που απειλεί πλέον άμεσα τη συντριπτική πλειοψηφία των λαϊκών οικογενειών.
Πολλούς ανθρώπους βασανίζει το ερώτημα:
Ήταν αποφασισμένος ο κ. Τσίπρας, όταν εξελέγη ως πρωθυπουργός, να υπερασπιστεί τα λαϊκά συμφέροντα και δεν τα κατάφερε ή είχε προαποφασίσει ότι θα ξεπουλήσει την εμπιστοσύνη που του έδειξε ο ελληνικός λαός και θα προδώσει την εντολή του;
Από την απάντηση σε αυτό το ερώτημα πολύς κόσμος εξαρτά την ψήφο του στις επερχόμενες εκλογές, και στο ερώτημα αυτό αναζητούν απάντηση καλόπιστοι άνθρωποι, με αγαθές προθέσεις, από όλους τους πολιτικούς χώρους.
Επειδή στον προβληματισμό αυτό, με την παραδοχή ότι στην πολιτική τον κύριο λόγο έχουν οι πράξεις και όχι η ψυχανάλυση, παραθέτω τα παρακάτω ερωτήματα:
1. Για ποιον λόγο ο κ. Τσίπρας πριν σχηματίσει κυβέρνηση με τον Καμένο είχε επισκεφθεί το Τέξας της Αμερικής, το City του Λονδίνου, το Κόμο της Ιταλίας, το Βατικανό και τους πρεσβευτές των G20 και, μάλιστα, κεκλεισμένων των θυρών, τους οποίους, όπως ο ίδιος δήλωσε στις 23/1/2025, δύο μέρες πριν από τις εκλογές, διαβεβαίωσε ότι: «Είμαι η τελευταία ευκαιρία του συστήματός σας να ανακτήσει τη χαμένη αξιοπιστία του».
2. Γιατί παρά το γεγονός ότι στις εκλογές της 25ης/1/2015 που αναδείχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ο μεγάλος νικητής με ποσοστό 36,34, εκλέγοντας 149 βουλευτές, ενώ η Ν.Δ. έλαβε ποσοστό 27,81 και εξέλεξε 76 βουλευτές, δεν προχώρησε σε νέες εκλογές, στις οποίες σίγουρα θα σάρωνε, κερδίζοντας άνετη αυτοδυναμία, ούτε απευθύνθηκε σε άλλα κόμματα, όπως το ΠΑΣΟΚ που είχε 13 βουλευτές, και το ΠΟΤΑΜΙ που είχε 17 βουλευτές, για να σχηματισθεί κυβέρνηση και ήταν συγγενικά με αυτόν κόμματα; Πριν ακόμη ξημερώσει η επόμενη ημέρα των εκλογών (26/1/2015) συμφώνησε συγκυβέρνηση με τον ακροδεξιό Πάνο Καμένο, ο οποίος μάλιστα πρώτος ανήγγειλε με δημόσιες δηλώσεις του τη συγκυβέρνηση αυτή, πριν ακόμη την ανακοινώσει ο κ. Τσίπρας.
3.Γιατί στις 18/2/2015 ψήφισε ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον ακραιφνή δεξιό και Καραμανλικό Προκόπη Παυλόπουλο, παρά το γεγονός ότι από το ίδιο το κόμμα του είχαν προταθεί ονόματα, όπως ο Μανώλης Γλέζος, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μανώλης Δρεττάκης, η Ιωάννα Καρυστιάνη και ο Κώστας Γαβράς.
4. Γιατί στις 20/2/2015, λίγες ημέρες μετά την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και πριν ακόμη κλείσει μήνας από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ, υπέγραψε η κυβέρνηση την παράταση του 2ου μνημονίου και την αναγνώριση του χρέους που κατά δήλωση του υπογράψαντος Γ. Βαρουφάκη στις 4/10/2022 στην ΕΡΤ: «Χρησιμοποιήθηκε για να δρομολογηθεί το 3ο μνημόνιο, που ήταν καταστροφικό».
Χαρακτηριστική είναι η δημόσια δήλωση του Μανώλη Γλέζου, ευρωβουλευτή τότε του ΣΥΡΙΖΑ, στις 22/2/2015 (εφημερίδα Αυγή 23/2/2015), όπου ανέφερε: «Με τη μετονομασία της τρόικας σε θεσμούς, του μνημονίου σε συμφωνία και των δανειστών σε εταίρους, όπως και όταν βαφτίζεις το κρέας ψάρι, δεν αλλάζεις την προηγούμενη κατάσταση, κρίμα και πάλι κρίμα. Από την πλευρά μου ζητώ συγγνώμη από τον ελληνικό λαό, διότι συνέργησα σε αυτή την ψευδαίσθηση, πριν όμως να είναι πολύ αργά, ας αντιδράσουμε». Αργότερα ο ίδιος δήλωνε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξευτελίζει την ιδέα της αριστεράς και καλούσε τους αριστερούς να ψηφίσουν ΚΚΕ.
Όλα τα παραπάνω και πολλά άλλα, έγιναν τον πρώτο μήνα διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, που κατ’ ευφήμιστο ονομάστηκε: «Πρώτη φορά κυβέρνηση της αριστεράς».
Η απάντηση θεωρώ ότι είναι αυτονόητη .
Ο κ. Τσίπρας, αφού έδωσε τα διαπιστευτήριά του σε όλα τα κέντρα του διεθνούς κεφαλαίου, είχε προσυμφωνήσει τη συγκυβέρνηση με την ακροδεξιά του Καμένου και δεν προτίμησε την άνετη αυτοδυναμία, που σίγουρα θα του έδινε ο λαός, ακριβώς για να έχει το άλλοθι των δήθεν εμποδίων από τον Καμένο.
Επίσης, με την εκλογή του Παυλόπουλου εξασφάλισε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα υπέγραφε άνετα την προδοσία του ελληνικού λαού και «πριν αλέκτορα φωνήσαι τρεις», απαρνήθηκε την όποια αριστερή του ταυτότητα και πρόδωσε συνειδητά την εμπιστοσύνη και τις προσδοκίες του ελληνικού λαού που τον ψήφισε.
Τι ακολούθησε μετά τον πρώτο μήνα είναι γνωστό, με αποκορύφωμα τη μεγάλη απάτη και προδοσία του δημοψηφίσματος και το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο, σε αγαστή συνεργασία με όλα τα κόμματα, πλην ΚΚΕ, χωρίς κανέναν ενδοιασμό και χωρίς καμία αναστολή.
Μόνο που σήμερα έχουν γνώση οι φύλακες και ο κόσμος της αριστεράς θα του γυρίσει την πλάτη και θα συναντηθεί στην κοίτη του μεγάλου ριζοσπαστικού, επαναστατικού ποταμού που θα σαρώσει κάθε ηττοπάθεια και κάθε απογοήτευση.
Γιατί ο λαός μόνο μπορεί να σώσει το λαό με αγώνες, ρήξεις και ανατροπές.
Του Αντώνη Κατσά,
Δικηγόρου