Ένοχος για επικίνδυνη σωματική βλάβη ο ιερέας στη Γιάλοβα

Ένοχος για επικίνδυνη σωματική βλάβη ο ιερέας στη Γιάλοβα

Ένοχος για πρόκληση επικίνδυνης σωματικής βλάβης και αθώος για απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κρίθηκε χθες από το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Καλαμάτας ιερέας της Μεσσηνίας, ο οποίος το Σεπτέμβριο του 2011 παρέσυρε με το όχημά του κάτοικο στη Γιάλοβα με τον οποίο είχαν προσωπικές διαφορές.
Στο πρώτο δικαστήριο, στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Γυθείου, ο ιερέας είχε αθωωθεί με ψήφους 6-1, όμως ασκήθηκε αναίρεση από τον εισαγγελέα Εφετών και έγινε δεκτή, με αποτέλεσμα να επαναληφθεί η δίκη χθες στην Καλαμάτα.
Το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Καλαμάτας με ψήφους 6-1 τον έκρινε ένοχο για επικίνδυνη σωματική βλάβη (διαφώνησε ο πρόεδρος της Έδρας, ο οποίος έκρινε ότι πρέπει να καταδικασθεί για απόπειρα ανθρωποκτονίας) και τον καταδίκασε σε φυλάκιση 2 ετών με τριετή αναστολή, απορρίπτοντας την αναγνώριση ελαφρυντικών.
 
Διαφορετικές καταθέσεις
Το περιστατικό συνέβη ξημερώματα στις 4 Σεπτεμβρίου του 2011 στην περιοχή της Γιάλοβας. Στην αρχή το περιστατικό χαρακτηρίσθηκε ως τροχαίο, αλλά στη συνέχεια ασκήθηκε δίωξη στον ιερέα για απόπειρα ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και προφυλακίσθηκε για 13 μήνες.
Ο παθών περιέγραψε ότι είχαν διαφορές με τον ιερέα, καθώς ήθελε να τον διώξει από το μαγαζί που του νοίκιαζε η γιαγιά του ιερέα και υπήρχε σε εξέλιξη δικαστική διαδικασία.
Για το περιστατικό, περιέγραψε ότι είχαν τελειώσει από το μαγαζί και μαζί με το γιο του περίμεναν έξω στο δρόμο λίγο μετά τις 5.30 το πρωί, προκειμένου να πάνε για ψάρεμα. Στο σημείο ήταν και μία κοπέλα που εργαζόταν στο μαγαζί του με την αδελφή της, ενώ περνούσε κι ένας κάτοικος.
Όταν κάποια στιγμή προσπάθησε να πάει στο μαγαζί για να πάρει κάτι, άκουσε ένα αυτοκίνητο και είδε το όχημα που οδηγούσε ο παπάς, ενώ τον χτύπησε με τον προφυλακτήρα και τον πέταξε πάνω στο παμπρίζ. Στη συνέχεια ανέπτυξε ταχύτητα και διένυσε απόσταση, σύμφωνα με τον παθόντα, 100-130 μέτρων. Μετά αυτός έπεσε κάτω και ο κατηγορούμενος χωρίς να σταματήσει το όχημα,  έφυγε. Αρχικά μεταφέρθηκε στο Κέντρο Υγείας Πύλου και στη συνέχεια στο νοσοκομείο, όπου διαπιστώθηκε ρωγμώδες κάταγμα στην ωμοπλάτη και εκδορές. Τόνισε, δε, πως αν δεν είχε καταφέρει να κρατηθεί στο αυτοκίνητο πάνω ή ο ιερέας πατούσε απότομα φρένο, θα τον είχε πατήσει.
Περιέγραψε ακόμη ότι είχαν σημειωθεί κι άλλα περιστατικά με τον ιερέα και είχε καταδικαστεί για σωματική βλάβη σε βάρος του.
Επίσης, στην κατάθεσή του το θύμα άφησε να εννοηθεί ότι ο ιερέας τού είχε κάνει και άσεμνες προτάσεις, ενώ και ο γιος του θύματος στην κατάθεσή του είπε πως ο πατέρας του τον είχε ενημερώσει γι’ αυτές.
Επίσης,  περιέγραψε πως, όταν ο πατέρας του διέσχιζε το δρόμο, ο παπάς ξεκίνησε σιγά το αυτοκίνητό του και μετά «σπίνιαρε» και τον παρέσυρε για 100 μέτρα.
Το περιστατικό επιβεβαίωσε στην κατάθεσή της και η μία από τις δύο κοπέλες που βρίσκονταν εκείνο το βράδυ στο σημείο.
Άλλος μάρτυρας κατέθεσε πως ο ιερέας, όταν ήταν σε νησί του Ιονίου, τον κάλεσε για Σαββατοκύριακο και εκεί δέχθηκε κι αυτός άσεμνες προτάσεις, τις οποίες στην αρχή δεν πήρε στα σοβαρά, αλλά είδε ότι επέμενε. Μετά, όπως είπε, ένας άλλος ιερέας τού είπε ότι κινδυνεύει η ζωή του από τον κατηγορούμενο, γι’ αυτό και έφυγε από τη χώρα.
Επίσης, διαβάστηκε η κατάθεση του κατοίκου που περνούσε εκείνη τη στιγμή και ανέφερε ότι άκουσε το σπινιάρισμα του αυτοκινήτου, το χτύπημα και είδε το χτυπημένο μαγαζάτορα. Ακόμη, ότι στο σημείο ήταν ο γιος του θύματος, οι δύο κοπέλες, αλλά όχι ο πατέρας του ιερέα, ενώ κατέληγε στο ότι φοβάται και δε θέλει να πει κάτι άλλο.
 
Απολογία
Τελείως διαφορετικά παρουσιάστηκαν τα γεγονότα από την άλλη πλευρά. Φίλος του ιερέα κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος τού είχε ζητήσει και κατέβηκε από την Αθήνα, επειδή φοβόταν για τη ζωή του από το θύμα.
Ο πατέρας του ιερέα κατέθεσε ότι εκείνο το πρωί θα πήγαινε μαζί με το γιο του στην εκκλησία, ήταν λίγο πιο πάνω και είδε πως το θύμα ανέβηκε πάνω στο αυτοκίνητο και προσπαθούσε να σπάσει το παμπρίζ.
Ο ιερέας στην απολογία του κατέθεσε ότι δύο ημέρες πριν είχε βγει η απόφαση του δικαστηρίου για να κάνει έξωση στο μαγαζάτορα επειδή 9 χρόνια δεν του έδινε το ενοίκιο και πως όταν κατέβαιναν τα σκαλιά του Δικαστικού Μεγάρου, ο παθών τον απείλησε. Υποστήριξε πως, όταν ξεκίνησε εκείνο το πρωινό με το αυτοκίνητό του, είδε μια σκιά στα δέντρα και ξαφνικά τον παθόντα να πηδάει πάνω στο όχημα και να χτυπάει με μπουνιές το παμπρίζ. Τρόμαξε, όπως είπε, σταμάτησε έπειτα από ελάχιστα μέτρα, αυτός κατέβηκε και ο ίδιος έφυγε χωρίς να σταματήσει. Πήρε τον πατέρα του, από τον οποίο, όπως είπε, είχε ζητήσει από το βράδυ να πάει μαζί του γιατί φοβόταν, και μετέβη στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής.
Επίσης, όταν ήταν φυλακή, ο παθών τού διεμήνυσε με το δικηγόρο του να του δώσει πάλι το μαγαζί για να αποσύρει τις κατηγορίες. Τέλος, είπε ότι έχει περάσει τρεις φορές από το Επισκοπικό Δικαστήριο και η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο.
Ο εισαγγελέας στην αγόρευσή του τόνισε ότι από τα στοιχεία δεν προκύπτει ότι το όχημα παρέσυρε το θύμα, καθώς δεν υπάρχουν σημάδια χτυπήματος μπροστά. Δέχτηκε, λοιπόν, ότι το θύμα πήδηξε πάνω στο αυτοκίνητο και γι’ αυτό, όπως είπε, δεν υπάρχει απόπειρα ανθρωποκτονίας, αλλά επικίνδυνη σωματική βλάβη, διότι  ο κατηγορούμενος ιερέας δε σταμάτησε αμέσως το αυτοκίνητό του.
 
Της Βίκυς Βετουλάκη