«ΘΑΡΡΟΣ» 3 Νοεμβρίου 1929: Η Καλαμάτα όπως… δεν την ξέρουμε

«ΘΑΡΡΟΣ» 3 Νοεμβρίου 1929: Η Καλαμάτα όπως… δεν την ξέρουμε

Μία επίσκεψη εις τας φυλακάς Αλεξανδράκη και Ζέρβα
Εκατόν τριάκοντα άνθρωποι κλεισμένοι εις τα κοτέτσια υποφέρουν
Ο Θεός θέλει και ζουν
Ανάγκη να κατεδαφισθούν δια δυναμίτιδος προς αποφυγήν εξόδων

«Επιτρέπομεν εις τον Σπυρίδωνα Πήδημα, δημοσιογράφον, να επισκεφθή δια σήμερον τας φυλακάς, o Εισαγγελεύς κ.λπ.».

Iδού το σημείωμα που μoυ έφερε δια να επισκεφθώ τας φυλακάς. Η είσοδός μου εχαιρετίσθη ως είσοδος ανθρώπου της Σωτηρίας!… Ηπόρησα, γιατί τάχα; Ποιος είμαι; Πώς κάνουν αυτοί εδώ οι άνθρωποι; Μα δεν είναι εγκληματίαι, ξέρουν κι αυτοί τρόπους, ξέρουν να φέρνωνται; Έμαθαν τι το καλό στη ζωή τους;

Ψέμματα είναι…

  • Στην αρχή απέδωκα τη μεγάλη υποδοχή που μου έκαναν οι φυλακισμένοι στο συναίσθημα εκείνο της περιεργείας. Παρέβαλα για μια στιγμή τον εαυτό μου με κάτι το πρωτότυπον, το σπάνιον, το δυσεύρετον, με κάτι λέγω, το μεγάλο, που πέφτει σε χείρες άγριες, σε τόπους που δεν ξαναείδα. Ήμουν, εφαντάσθην, ένα πελώριο μηχάνημα σπανιωτάτης εφευρέσεως, που έπεσα σαν από την τύχη στο άντρο αυτό της δυστυχίας, που κάθε τι που γίνεται τα ’κούνε χωρίς να το βλέπουν…
  • Λίγο αργότερα όμως, σαν πέρασε η πρώτη εντύπωσις, που πάντα φέρνει στον άνθρωπο μια συγκίνησι και όταν ακόμα είναι φτιαγμένος από γρανίτη, σαν κρύωσε ο ενθουσιασμός μου, που μ’ έκαμε για μια στιγμή να λησμονήσω τον προορισμό μου και να βγάλω λίγο στο πλήθος αυτό ανάμεσα στον κύκλο, του οποίου έστησα για λίγο ώρα το χαμένο βασίλειό μου, εξήγησα τα πάντα…
  • Όλος ο κόσμος εκείνος που ξεχύθηκε μπροστά μου, εκινείτο προς τον ίσκιο μου, ο καθένας από μία ατομική αγιάτρευτη ανάγκη και το σύνολον από πολλές.
  • Είδα μπροστά μου ανθρώπους γέρικους, νέους και παλληκάρια, είδα ανθρώπους σακατεμένους, τρεμουλιασμένους, κακοφτιαγμένους, καλούς και κακούς. Είδα καλλίτερα, ολόκληρη την κορδέλλα του παραξένου δημιουργού με όλες του τις ιδιοτροπίες… Τί πολύς κόσμος!  Μα όλοι αυτοί, είπα, είναι εγκληματίαι; Όλοι τους έκαμαν κακό στην κοινωνία; Βεβαίως, εξήγησα αμέσως για να είμαι εδώ…

Ας τους ρωτήσω, ας γράψω για τον καθένα στο καρνέ μου.

  • Συ τι έκαμες; Σκότωσες; Ποίον; Πόσους;
  • Όχι κύριε δεν σκότωσα!
  • Έκλεψες;
  • Όχι κύριε, δεν έκλεψα!
  • Μα τότε, πώς εδώ; Γιατί;
  • Χρωστώ κύριε στο δημόσιο!… η απάντησις!…
  • Σύ τι έκαμες; Γιατί είσαι μέσα;
  • Για κλοπή διαρρήξεως!… 
  • Τι πλάνη!… Και ο άνθρωπος αυτός, ένας σακάτης, ούτε το ψωμί του δεν μπορεί να κρατήση… τρέμει – άλλο να σας το λέγω και άλλο να τον ιδήτε – σαν πλατανόφυλλο κιτρινισμένο το χειμώνα.

Τέλος για να μη σας κουράζω έβγαλα το πόρισμα, ότι από τους 130 που κάθονται στη φυλακή, οι περισσότεροι κρατούνται για αδικήματα που οι Τούρκοι τα πλήρωναν μια φορά μονάχα με δύο χαστούκια!… Αλλά σε μας το ξύλο απαγορεύεται… Είμεθα κράτος του πολιτισμού και της προόδου!… ή καλλίτερα το ξύλο είναι το ευγενικό εκείνο μέσον, που εφαρμόζουν συνήθως οι αστυνομικοί μας κατά την προανάκρισι!… Το ξύλο απαγορεύεται και οι εγκληματίαι των οκτακοσίων δραχμών στέλνονται στη φυλακή για ένα ολόκληρο τρίμηνο, τρέφονται εις βάρος του Δημοσίου και… σωφρωνίζονται!…

Η κατάστασις των φυλακών
Αυτά  για τους φυλακισμένους.
Και η γενική κατάστασις των φυλακών, τι αθλιότης!
Οι θάλαμοι. Τι φρίκη απερίγραπτος, πόση ανθρωπίνη αθλιότης συμπυκνωμένη σε κάθε έναν απ’ αυτούς. Το δάπεδο χαλασμένο, γουβιασμένο αφήνει μια υγρασία τόση δυνατή, που ανεβαίνει  και νωτίζει τους τοίχους ως τη μέση. Επάνω το πάτωμα κατατρυπημένο. Οι τοίχοι με την αφάνταστον βρωμερότητά τους, μαρτυρούν ότι η εποχή του ασβεστοχρίστου πρέπει να αποδειχθή μάλλον εις την φροντίδα να μην καταστραφούν άδικα τόσες αράχνες, που εστοίχισαν τόσους κόπους και τόσην υπομονή εις τα χαριτωμένα πολύποδα και ακόμη σπουδαιότερος λόγος, να μη καταστρέψη η βάναυση βούρτσα του ασβεστοχρίστου τας τοιχογραφίας.

Και τι δεν μαρτυρούν οι τοίχοι αυτοί! Ολόκληρα δράματα! Έρωτα, παράπονα, ελπίδας, επιθυμίας, υστεροφημίας, φόνους, και φόνους εκατοντάδων κορέων! Των οποίων η αθλία ύπαρξις συνετρίβη, μεταβληθείσα εις μία μαυροκόκκινη δαχτυλιά στον τοίχο! Η διακοσμητική τέχνη θα είχε πολλά μοτίβα να πάρη απ’ αυτά τα ίχνη του θανάτου. Κάποιος – δεν υπογράφεται – εκαλλιγράφησε όσον ημπορούσε το όνομα «Μαρίκα και από κάτω το δίστοιχο «Κι αν δεν σε αποκτήσω, τι μ’ ωφελεί να ζήσω;» αλλά ο ίδιος γίνεται παραστατικώτερος εις την ιδέαν του θανάτου δια του έρωτος! Η σχετική καρδιά περασμένη με το στιλέτο και με την επιγραφήν εις πεζόν «μαρίκα για σένα θ’ αποθάνω», κοσμεί άλλο μέρος του τοίχου. Έπειτα έρχεται η ιστορία και ιδού μερικά κεφάλαια «Χριστός Ανέστη» – «Ωραία Λακωνία». Άλλο «Ι.Μ.» εκ Κουρτσαούσι, άνευ άλλων λεπτομερειών. Άλλο «Σ.Γ.» εκ Μικρομάνης, υπόδικος. Αλλά χρησιμεύουν οι τοίχοι και ως μνημόνιον.  Βλέπεις λοιπόν γραμμένο αριθμ. 2387 7-6-19 αίτησις χάριτος. Κατά το καθιερωθέν σύστημα δια να λάβουν χάριν έπρεπε να κάμουν αίτησιν.

Εις αυτούς λοιπόν τους τοίχους κατά παράταξιν κοιμούνται ένας επάνω στον άλλο συνάνθρωποι. Την ημέρα οι θάλαμοι Σιβηρία, ψυγεία ανθρώπων, την νύκτα ατμόσφαιρα τόσο βρωμισμένη που όλοι αυτοί οι άνθρωποι ξυπνούν με φρικτό πονοκέφαλο.

Στην άκρη του εκάστου θαλάμου υπάρχει το W (βούτα) και κάθε πρωί – είναι αληθέστατον – από τις βρωμερές αυτές εκχύνεται έξω το περιεχόμενόν των κατά την μεταφοράν και γεμίζει ο θάλαμος από ανυπόφορο – μέχρι λιποθυμίας – βρώμα.

Η υγεία… των φυλακισμένων
Κάθησα προχθές μία ώρα μαζί τους, είδα 130 ανθρώπους εις διάφορον ηλικίαν αδυνατισμένους, κιτρινισμένους, σουφρωμένους, χτικιασμένους.

Η βρωμιά των ανθρώπων αυτών δεν ημπορεί να περιγραφή, δεν έχουν ούτε πουκάμισο να αλλάξουν, ούτε, ούτε… τους έχει αφανίσει η ψείρα και η βρώμα. Όλοι πάσχουν. Άλλοι φυματικοί, από αφροδίσια, από… από… και δεν γίνεται η ελαχίστη θεραπεία. Παρουσιάσθησαν εμπρός μου ένα σωρό και μου εδήλωσαν:

  • Πάσχομεν στείλτε ένα γιατρό να μας κυττάξη.

Και έτσι τρώγοντας και πίνοντας  και κοιμούμενοι εις αυτόν τον θάλαμον αλληλομολύνονται. Και σαν αναφέραμεν για γιατρό, πριν υπήρχε θέσις τοιούτου, ήδη το κράτος λόγω οικονομικών κατήργησε την θέσιν αυτήν, ενώ θα εχρειάζετο ένας τακτικός ιατρός δια τους 130 φυλακισμένους, όπου όλοι είναι άρρωστοι.

H αδιαφορία των αρμοδίων
Έφυγα από εκεί και για πολλήν ώραν εσκεπτόμην, έχοντας υπόψη μου ότι άνθρωποι μεγαλόσχημοι που τους βαρύνουν τεράστιες καταχρήσεις, απάτες και λωποδυσίες, νέμονται ανενόχλητοι τους καρπούς των εγκλημάτων των, ενώ αυτοί οι δυστυχείς πεθαίνουν μέσα στη φυλακή, εσκεπτόμην λοιπόν, πόσο δίκαιο είχε ο Γκόρκη όταν έγραφε «Στον κόσμο που βασιλεύει η ατιμία, ο καλλίτερος τόπος για έναν τίμιον άνθρωπον, είναι η φυλακή».

Πολύ σωστό, αλλά υπό έναν όρον: Να μην είναι, προς Θεού οι φυλακές του Αλεξανδράκη και του Ζέρβα. Αλλά πού τα λέγομεν αυτά, εις ποίους αρμοδίους; Μήπως  έτυχε κανείς να καταδεχθή να πατήση το πόδι του έως εκεί, γιατί αν πατούσε και λίγη και πολύ καρδιά αν είχε και λίγο ανθρωπισμό, σίγουρα θα ‘κανε την σχετικήν πρότασιν εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν να μεταφερθή το ανθρώπινο υλικό, που μέσα εκεί χτικιάζει και σαπίζει, κάπου αλλού ανθρωπινώτερα και εν συνεχεία της προτάσεώς του να έλεγε δια να αποφύγουμε τα έξοδα του κατεδαφισμού, βάλτε τους στις τέσσαρες γωνίες κάθε κτηρίου… δυναμίτη και γκρεμίστε τα.

Εύγε σου λοιπόν Κράτος, εύγε σου!

ΣΠΥΡΟΣ ΠΗΔΗΜΑΣ

***

ΟΜΙΛΟΥΝ ΟΙ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΙ
«ΘΑΡΡΟΣ» 12 Νοεμβρίου 1929
Αξιότιμε κ. Διευθυντά,
Από τας στήλας της εγκρίτου υμών εφημερίδος ανεγνώσαμεν προ εβδομάδος μίαν καμπάνιαν σας εν τη οποία περιεγράφατε τόσον εκτενώς την αθλίαν κατάστασιν των φυλακών και εξεδηλώνατε το ζωηρόν ενδιαφέρον σας δι’ ημάς τους αποκλήρους της ζωής.

Μαζί με τας απείρους ευχαριστίας και ευγνωμοσύνην μας, που δια ταύτης σας εκφράζομεν, σας παρακαλούμεν κ. Διευθυντά όπως ενθυμείσθε κάποτε – κάποτε και ημάς τους δυστυχείς. Το κράτος βλέπετε δεν συγκινείται να ανεγείρη φυλακάς ή να επισκευάση μερικάς, αι οποίαι είναι «μπουντρούμια» και κάτι χειρότερον, όπως και των Καλαμών.

Ο πρωθυπουργός μόνον εις την Νέαν Ελλάδα πραγματοποιεί τας υποσχέσεις του, την Παλαιάν Ελλάδα την αφήνει εις την τύχην της.

Ανεγνώσαμε προ μηνών ότι πρόκειται να επισκευασθώσιν αι εις αθλίαν κατάστασιν ευρισκόμεναι φυλακαί και να ανεγερθώσι και νέαι. Εις την Νέαν Ελλάδα ήρχισαν καθώς γνωρίζεται να επισκευάζωνται  και να ανεγείρωνται κτήρια δια φυλακάς, εις την παλαιάν όμως… και τούτο διότι η Νέα Ελλάς του δίδει περισσότερους βουλευτάς και γερουσιαστάς.

Ας είναι όμως, ευελπιστούμεν να ίδωμεν και ημείς κοινωνίαν κάποιαν ημέραν.

Μετ’ εξαιρέτου τιμής

ΠΟΛΛΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ