Ελληνικό γραφείο Greenpeace και Ευρωαϊκή Συμμαχία Δημόσιας Υγείας
Καμπανάκι κινδύνου κρούουν το ελληνικό γραφείο της Greenpeace και η Ευρωπαϊκή Συμμαχία Δημόσιας Υγείας, αφού οι καύσωνες είχαν σοβαρές συνέπειες αυτό το καλοκαίρι.
Με τον πλανήτη να γίνεται μάρτυρας υπερβολικής ζέστης και με πρόσφατες στις μνήμες μας τις δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα, οι δύο οργανισμοί αναφέρουν πως η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αναπτύξει μακροπρόθεσμες λύσεις για την προστασία των ανθρώπων από τις ακραίες καλοκαιρινές θερμοκρασίες στη χώρα.
Πρόσφατη μελέτη
Μια πρόσφατη μελέτη για τους καύσωνες του 2022 έδειξε ότι σε όλη την Ευρώπη 61.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Η Ελλάδα είχε τη δεύτερη υψηλότερη αναλογία θανάτων με 280 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού – αμέσως μετά την Ιταλία. Οι ηλικιωμένοι και οι πιο ευάλωτοι υπέστησαν τις χειρότερες συνέπειες.
Οι ειδικοί στη δημόσια υγεία ανησυχούν
Το να διατηρεί κανείς το σπίτι του δροσερό είναι σημαντικό στοιχείο για τη δημόσια ασφάλεια. Η υπερθέρμανση του κτηρίου μπορεί να επηρεάσει την υγεία των ανθρώπων μέσω θερμοπληξίας, αφυδάτωσης και επιδείνωσης χρόνιων και αναπνευστικών ασθενειών.
Την περασμένη χρονιά, το 34% των Ελλήνων δήλωσαν ότι δεν αισθάνονται άνετα στο σπίτι τους το καλοκαίρι. Σε ένα πλαίσιο όπου η Ελλάδα μόλις γνώρισε τον μεγαλύτερο και πιο έντονο καύσωνα στην ιστορία της χώρας, οι ειδικοί στη δημόσια υγεία ανησυχούν για τις συνέπειες.
Ο Dr. Cale Lawlor, Senior Policy Manager στην Ευρωπαϊκή Συμμαχία Δημόσιας Υγείας (European Public Health Alliance), δήλωσε: «Η υπερθέρμανση στα κτήρια δεν είναι απλώς ένα ζήτημα άνεσης. Θέτει ζωές σε κίνδυνο. Η Ελλάδα πρέπει να πάρει πολύ σοβαρά υπόψη τις ακραίες θερμοκρασίες».
Οι ηλικιωμένοι ή οι άνθρωποι με ιστορικό ιατρικών παθήσεων διατρέχουν φυσικά τον υψηλότερο κίνδυνο. Αλλά στην πραγματικότητα, το εισόδημα είναι ο παράγοντας που σχετίζεται περισσότερο με την καθημερινή θνησιμότητα κατά τη διάρκεια ακραίων φαινομένων όπως του καύσωνα, απλώς και μόνο επειδή οι ομάδες χαμηλού εισοδήματος δεν έχουν την ίδια δυνατότητα να διατηρήσουν τα σπίτια τους δροσερά.
Ελλάδα και παλαιές κτηριακές υποδομές
Η Ελλάδα έχει τις παλαιότερες κτηριακές υποδομές σε σχέση με το μέσο όρο της Ε.Ε.: πάνω από το 50% των κτηρίων και κατοικιών στερείται θερμομόνωσης. Αυτό οδηγεί σε αύξηση της θερμοκρασίας του εσωτερικού αέρα κατά τη διάρκεια καύσωνα και ακόμη και σε περιπτώσεις που εγκαθίστανται συστήματα ψύξης, η χαμηλή ενεργειακή απόδοση στα σπίτια τα καθιστά εξαιρετικά αναποτελεσματικά.
Εάν δεν εφαρμοστούν αποτελεσματικά μέτρα μετριασμού της θερμότητας, οι ειδικοί εκτιμούν ότι η ευρωπαϊκή ήπειρος θα μπορούσε να δει 68.116 θανάτους κατά μέσο όρο έως το έτος 2030 και ακόμη και 120.610 θανάτους έως το 2050.
Η Μυρτώ Πισπίνη, Project Manager στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, δήλωσε: «Οι καύσωνες δείχνουν ότι η αναβάθμιση των σπιτιών μας θα είναι σωτήρια για τους ηλικιωμένους και τους ευάλωτους πληθυσμούς μας. Όσοι ζουν σε καλής ποιότητας, ενεργειακά αποδοτικά κτήρια, εξακολουθούν να είναι μόνο μία μειοψηφία του πληθυσμού.
Η αναθεώρηση της EPBD σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι μια μοναδική ευκαιρία για την παροχή σταθερών, μακροπρόθεσμων σχεδίων κτηριακής αναβάθμισης που θα ωφελήσουν τους πολίτες και θα διασφαλίσουν ότι οι ηλικιωμένοι και οι ευάλωτοι πληθυσμοί μας προστατεύονται από τη ζέστη. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να αγκαλιάσει αυτό το φιλόδοξο πλαίσιο αναβάθμισης κτηρίων και στη συνέχεια να διασφαλίσει την έγκαιρη εφαρμογή του για να υποστηρίξει την τόσο αναγκαία μετάβαση σε ανθεκτικά σπίτια».
Η Greenpeace έχει συμμετάσχει σε πολλά έργα ανακαίνισης που δείχνουν πώς πρέπει να είναι τα ελληνικά σπίτια και κτήρια. Μία παλιά προσφυγική εργατική κατοικία στον Ταύρο, μάλιστα, θα ανακαινιστεί πλήρως από το ελληνικό γραφείο της Greenpeace σε συνεργασία το Ελληνικό Ινστιτούτο Παθητικού Κτηρίου και τον τοπικό Δήμο, δίνοντας τη δυνατότητα στους ενοίκους να απολαμβάνουν μια ασφαλή και επαρκή υποδομή.
Σύμφωνα με την Greenpeace, η κυβέρνηση θα πρέπει να ενισχύσει το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης για να επιτρέψει στις οικογένειες να ανακαινίσουν τα σπίτια τους, ειδικά τις οικογένειες με χαμηλό εισόδημα.