Αποφάσισε να πραγματοποιήσει το «Αμερικανικό Όνειρο» με το ελαιόλαδο… και το πέτυχε
Η LIA Cultivators ιδρύθηκε το 2010 από τη Χριστίνα Στριμπάκου, μια γυναίκα που γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Φιλιατρά, με το ελαιόλαδο να αποτελεί το πάθος της.
Δίνοντας βάρος στην ποιότητα, κατάφερε σε αυτά τα χρόνια να κερδίζει το ένα βραβείο μετά το άλλο, ενώ επισφράγιση της όλης προσπάθειάς της είναι ότι το Lia αναδείχθηκε το καλύτερο μονοποικιλιακό ελαιόλαδο στον κόσμο.
Η ίδια, άλλωστε, θεωρείται από τις καλύτερες γευσιγνώστριες ελαιολάδου, ενώ συμμετέχει ως κριτής σε διεθνείς διαγωνισμούς.
Το «Θάρρος» μίλησε μαζί της για τον «πράσινο χρυσό» της Μεσσηνίας, το παρόν, αλλά και το μέλλον του:
-Πώς μπήκε το ελαιόλαδο στη ζωή σας και τι σημαίνει για εσάς;
Το ελαιόλαδο δε θα μπορούσε να μην είναι στη ζωή μου! Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής και γαστρονομικής μας κληρονομιάς. Άλλωστε, γεννήθηκα κατά τη διάρκεια του χειμώνα και ακόμα και λίγο πριν από τη γέννησή μου, η μητέρα μου μάζευε ελιές. Μάλλον δε θα μπορούσα να ξεφύγω! Για μένα, το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο σημαίνει δύο βασικά πράγματα: γεύση και πολιτισμός. Η γεύση του εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου είναι μοναδική και αναγνωρίσιμη, προσδίδοντας σε κάθε πιάτο μια ξεχωριστή νότα πλούσιας γεύσης. Είναι η βάση πολλών από τα πιο αγαπημένα μας φαγητά και δίνει ζωή στη μεσσηνιακή μας κουλτούρα. Επιπλέον, το ελαιόλαδο αντιπροσωπεύει τον πολιτισμό μας. Είναι καθοριστικό στοιχείο της πλούσιας ιστορίας της περιοχής μας. Το ελαιόλαδο είναι πολύ περισσότερο από ένα απλό τρόφιμο, είναι ένα σύμβολο της ταυτότητας, της ιστορίας και της ζώσας πολιτιστικής κληρονομιάς μας.
-Μιλήστε μας για την εταιρεία σας…
Η εταιρεία μας, η LIA Cultivators, ιδρύθηκε πριν από δέκα χρόνια, θα έλεγα με ένα φιλόδοξο όραμα, αλλά και αποφασιστικό πνεύμα. Από την αρχή, αποφασίσαμε να ασχοληθούμε, όχι μόνο με την παραγωγή εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου υψηλής ποιότητας που προέρχεται από τους οικογενειακούς ελαιώνες μας, αλλά και με την ολοκληρωμένη διαχείριση της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένου του marketing, των πωλήσεων και της διάθεσης των προϊόντων μας σε διεθνείς αγορές.
Το εγχείρημά μας ήταν αρκετά δύσκολο, δεδομένης της οικονομικής κρίσης της εποχής, αλλά αντεπεξήλθαμε και νομίζω ότι ίσως τώρα μπορώ να πω ότι έχουμε καταφέρει να καθιερωθούμε σε κάποιες αγορές. Αυτό αντικατοπτρίζει την προσήλωση στη φύση και στην ποιότητα. Και όπως λέει το αγαπημένο μας απόφθεγμα: «Είμαστε αυτό που επαναλαμβανόμενα κάνουμε. Η αριστεία, λοιπόν, δεν είναι πράξη, αλλά συνήθεια» – (Αριστοτέλης). Όλα αυτά τα χρόνια το ελαιόλαδο LIA έχει κερδίσει πολλά βραβεία ποιότητας, μεταξύ αυτών ως το καλύτερο μονοποικιλιακό ελαιόλαδο στον κόσμο. Για μας, βέβαια, το μεγαλύτερο βραβείο είναι η αγάπη και η εμπιστοσύνη των πελατών μας όλο αυτό το διάστημα.
-Πρόκειται για εταιρεία κυρίως εξαγωγική. Τι είναι αυτό που σας ώθησε στις αγορές του εξωτερικού και τι σημαίνει για τους ξένους το ελαιόλαδο;
Ειλικρινά, αυτό που μας ώθησε στις αγορές του εξωτερικού είναι αυτό το «Αμερικανικό Όνειρο». Όταν ξεκινήσαμε, να σας θυμίσω ότι στη χώρα μας είχαμε μια βαθιά οικονομική κρίση και εν συνεχεία capital controls. Ξέρετε, ακόμα και σήμερα προσπαθώ να εξηγήσω στους Ευρωπαίους φίλους μου τι σήμαινε capital controls και δεν το καταλαβαίνουν. Είμαστε μια μπουτίκ εταιρεία, θα έλεγα, που ήθελε να δώσει προστιθέμενη αξία σε ένα παραδοσιακό τρόφιμο, συνεπώς οι αγορές της Αγγλίας και της Ελβετίας, από όπου ξεκινήσαμε, ήταν ιδανικές για αυτό το πλάνο. Δε νομίζω να υπάρχει ξένος που να μην αγαπά το ελαιόλαδο. Ίσως να μην ξέρουν να ξεχωρίζουν την ποιότητα ή οι διατροφικές τους συνήθειες να είναι διαφορετικές και να μην μπορούν να το υιοθετήσουν καθημερινά, όλοι όμως ξέρουν ότι είναι ένα υγιεινό τρόφιμο. Τα τελευταία χρόνια, δεδομένου ότι έχουμε όλο και περισσότερο συνειδητούς καταναλωτές που προτιμούν μια πιο χορτοφαγική διατροφή και όλο και λιγότερο τρόφιμα ζωικής προέλευσης, νομίζω ότι το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο εκτιμάται περισσότερο.
-Έχει παρατηρηθεί τόσο οι παραγωγοί να πωλούν χύμα ελαιόλαδο όσο και να γίνονται έτσι εξαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος. Ποιες οι επιπτώσεις από ένα τέτοιο φαινόμενο;
Οι παραγωγοί είναι λογικό να πωλούν χύμα το ελαιόλαδό τους, έχουν έξοδα και χρειάζονται ρευστότητα. Σας είπα και πριν, εμείς ακολουθήσαμε το πιο δύσκολο πλάνο, παραγωγή και διάθεση.
Ο μέσος όρος ηλικίας του Έλληνα παραγωγού είναι 65 χρόνων, εσείς νομίζετε ότι ένας εξηνταπεντάχρονος θα μπορούσε ξαφνικά να πάψει να πουλάει χύμα και να ασχοληθεί με τις εξαγωγές; Πολύ δύσκολο αν δεν έχει βοήθεια. Εδώ εμείς και προσπαθούμε να ακολουθήσουμε τις εξελίξεις της αγοράς, on line πλατφόρμες, αλγόριθμους κ.τ.λ. Τώρα το ερώτημα είναι γιατί ο επόμενος κρίκος της αλυσίδας, οι μεγαλύτεροι έμποροι ή οι συνεταιρισμοί, δεν ασχολούνται περισσότερο με την τυποποίηση και εξαγωγή επωνύμου προϊόντος. Σίγουρα, από τη μια πλευρά, η τυποποίηση και η εξαγωγή απαιτούν μεγαλύτερη προσπάθεια, χρόνο, δουλειά και θέλουν νέους επιστήμονες. Από την άλλη πλευρά, οι χύμα εξαγωγές οδηγούν σε αποδυνάμωση του ελληνικού brand name και βραχυπρόθεσμα αυτό θα έχει αρνητικές συνέπειες για τη χώρα, δεδομένου ότι πλέον έχουμε και νέους ανταγωνιστές.
-Κατά τη γνώμη σας, ποιο θα ήταν το ιδανικό μοντέλο πώλησης;
Παραγωγοί που καλλιεργούν με σωστές προδιαγραφές και φιλικές πρακτικές προς το περιβάλλον, που έχουν επιχειρηματικό πνεύμα, που τυποποιούν το προϊόν τους ή συνεργάζονται με τυποποιητικές μονάδες, δουλεύουν με υψηλά κριτήρια ποιότητας και συμβάλλουν στην καλή φήμη του επωνύμου ελαιολάδου. Όπως κάνουν, άλλωστε, οι Ιταλοί – δεν αναφέρομαι στους κολοσσούς.
Πρώτα, βέβαια, θα πρέπει να λύσουμε το ερώτημα: ποιος-α θα παράγει το ελαιόλαδο τα επόμενα 10 χρόνια; Αυτό πρέπει να διασφαλίσουμε, το προφίλ του σύγχρονου αγρότη-αγρότισσας και τη βιωσιμότητα της ελληνικής υπαίθρου.
-Μιλήσαμε για τους παραγωγούς… Φέτος ήταν μια καλή χρονιά με καλή τιμή. Ήταν κάτι πού έτυχε; Ποιες οι προβλέψεις σας για την ελαιοπαραγωγική χρονιά που ξεκινά σε λίγο καιρό;
Όταν μιλάμε για ένα φυσικό προϊόν, δεν μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις. Σήμερα είναι όλα καλά, αύριο έχουμε ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο και χάνονται όλα. Όλα δείχνουν ότι θα είναι μια χρονιά με μικρή παραγωγή.
Να σημειώσουμε ότι η τιμή στην Ελλάδα σήμερα είναι αποτέλεσμα της παγκόσμιας έλλειψης και όχι της εθνικής στρατηγικής ή του αυξημένου κόστους και της σωστής κοστολόγησης.
-Το ελληνικό ελαιόλαδο πού κερδίζει και πού υστερεί σε σχέση με τα ξένα ελαιόλαδα;
Θα σας πω καλύτερα πού κερδίζει ο ελληνικός ελαιώνας! Οι περισσότεροι ελαιώνες στην Ελλάδα καλλιεργούνται σε φυσικά οικοσυστήματα, που προσφέρουν καλές συνθήκες ανάπτυξης των ελιών. Αυτό θα πρέπει αρχικά να καταλάβουμε και να διαφυλάξουμε, το οικοσύστημα. Χωρίς αυτό δεν θα μπορούμε τα επόμενα χρόνια να παράγουμε ελαιόλαδο. Προσωπικά αγαπώ το ελαιόλαδο κορωνέικης ποικιλίας (όταν έχει παραχθεί σωστά)!
Υπερέχει, γιατί έχει αυτή την άριστη αρμονία, την ισορροπία μεταξύ φρουτώδες, πικρού και πικάντικου, τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Είναι ένα από τα μοναδικά ελαιόλαδα στον κόσμο που μπορεί συνδυαστεί άριστα με πάρα πολλά διαφορετικά πιάτα και κουζίνες. Αλλά πρέπει να παραχθεί σωστά, για να ξετυλίξει αυτό το γευστικό χαρακτήρα.
Εκτιμώ πολύ τον ελαιοκομικό πλούτο της χώρας μας και τις ελληνικές ποικιλίες. Κάθε μία έχει ένα ξεχωριστό γευστικό χαρακτήρα. Μέσα από τις ελαιογνωσίες παρατηρώ ότι αρέσουν πολύ στους ξένους. Πιστεύω ότι μπορούν να έχουν μεγάλη αποδοχή σε αρκετές χώρες. Το ελληνικό ελαιόλαδο δεν υστερεί ποιοτικά σε σχέση με τα ξένα ελαιόλαδα, σε αυτό που υστερεί είναι στο όνομα, το made in.
-Βλέπετε «αντίπαλες» αγορές να μπαίνουν στο χώρο του ελαιολάδου;
Αναμφίβολα η Τουρκία και η Τυνησία. Βελτιώνουν την ποιότητα, τις ποσότητες, καθώς επίσης δείχνουν να έχουν και μια στρατηγική για τη διείσδυσή τους στις αγορές με τυποποιημένα προϊόντα. Η Τουρκία σύντομα θα ξεπεράσει την Ελλάδα.
-Ποιοτικά χαρακτηριστικά και γευσιγνωσία: ποια η σημασία τους και ποια είναι αυτά που κερδίζουν;
Θέλουμε αρχικά ασφαλή προϊόντα, χωρίς υπολείμματα φυτοφαρμάκων, υδρογονάνθρακες, πλαστικοποιητές. Έπειτα το ελαιόλαδο είναι το μόνο τρόφιμο, βάσει κανονισμού, του οποίου η ποιοτική κατηγορία (εξαιρετικό παρθένο, παρθένο ή μειονεκτικό) και η εμπορική αξία είναι άμεσα συνδεδεμένες με το οργανοληπτικό του προφίλ (γεύση – αρώματα).
Σύμφωνα με την οδηγία, εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο χαρακτηρίζεται ένα ελαιόλαδο όταν η διάμεση τιμή των ελαττωμάτων είναι ίση με 0 και η διάμεση τιμή για το φρουτώδες είναι μεγαλύτερη του 0. Δε θα σας πω για τα αρώματα και όλες τις λεπτομέρειες, γιατί αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι δεν πρέπει να έχει κανένα ελάττωμα και καμία υπολειμματικότητα.
Φέτος δοκίμασα ένα υπέροχο ελαιόλαδο, μεσαίο φρουτώδες άρωμα φρέσκιας ελιάς, νότες αγκινάρας, λουλούδια, με ισορροπημένο πικρό και πικάντικο, ωραία επίγευση, ένα όνειρο. Όταν το έστειλα για έλεγχο, είχε υπολείμματα από απαγορευμένο φυτοφάρμακο. Αντιλαμβάνεστε τη σοβαρότητα του θέματος. Άρα, θα κερδίσουν και θα μείνουν στην αγορά τα ελαιόλαδα που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις ποιότητας και ασφάλειας τροφίμων.
-Οι Έλληνες παραγωγοί δίνουν έμφαση σε αυτά ή απλά κοιτούν να «σπρώξουν» το λάδι τους;
Νομίζω ότι υπάρχουν παραγωγοί που προσέχουν πολύ, αγαπούν το περιβάλλον και σέβονται το προϊόν τους, και άλλοι που ασχολούνται μόνο με την ποσότητα.
-Η δική σας εταιρεία έχει δώσει έμφαση και στην εμφάνιση. Είναι κάτι που μετράει; Πόσο σημαντική είναι, επίσης, η συμμετοχή στις εκθέσεις;
Δε συμμετέχω σε εκθέσεις. Είναι πολύ ακριβές για μια εταιρεία σαν εμάς. Η εμφάνιση δεν παίζει κανέναν ρόλο, αν πίσω δεν υπάρχει μια δομή, μια αληθινή ιστορία, μια σταθερή ποιότητα. Εντυπωσιάζομαι με τις επενδύσεις που γίνονται στις συσκευασίες, αλλά δεν έχουν κανένα νόημα, όταν δε γίνονται με επαγγελματικό πλάνο ή στρατηγική.
-Μιλήστε μας για τα σχέδιά σας…
Σχέδια πολλά! Νομίζω ότι το πιο σημαντικό που θέλω πολύ να μοιραστώ μαζί σας είναι μια επετειακή νέα συσκευασία, η οποία θα παραχθεί με τη νέα συγκομιδή και έχει ήδη κερδίσει το ενδιαφέρον καταστημάτων στην Αγγλία.
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση