Ο διάσημος Αμερικανός συγγραφέας Έρνεστ Χεμινγουέι, στο βραβευμένο έργο του «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», είχε πει τα εξής: Όταν ακούσεις να κτυπά η καμπάνα προκειμένου να αναγγείλει το θάνατο κάποιου συνανθρώπου μας, μη ρωτήσεις ποιος είναι αυτός, γιατί αυτός που φεύγει είναι ένα κομμάτι από εσένα, από τον ίδιον σου τον εαυτό.
Την παρελθούσα Παρασκευή, δυστυχώς, η καμπάνα κτύπησε για να αναγγείλει το θάνατο μιας ευκλεούς προσωπικότητας, ενός ιδιαίτερου ανθρώπου, του καθηγητή της Αρχαιολογίας ΠΕΤΡΟΥ ΘΕΜΕΛΗ. Αναμφίβολα η επιστήμη της Αρχαιολογίας, της αρχαιοελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού γενικότερα στη χώρα μας, είναι πλέον φτωχότερη. Είναι δε φτωχότερη, γιατί χωρίς αμφιβολία ο καθηγητής Πέτρος Θέμελης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους αρχαιολόγους της πατρίδας μας.
Το έργο του και η προσφορά του στον τομέα ανάδειξης του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, υπήρξε τεράστιο, με κορωνίδα εκείνο της Αρχαίας Μεσσήνης, στο οποίο και θα εστιάσω.
Όταν ο εν λόγω καθηγητής ήλθε το 1986 στην Αρχαία Μεσσήνη να αναλάβει το ανασκαφικό του έργο, ο αρχαιολογικός της χώρος δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα που βλέπει και θαυμάζει σήμερα κάθε επισκέπτης. Το μόνο μνημείο που τότε δέσποζε του χώρου, ήταν το Εκκλησιαστήριο και αυτό όχι στη σημερινή του καλλιεπή μορφή που το ανέδειξε ο μακαριστός πλέον καθηγητής. Ολόκληρος ο υπόλοιπος χώρος ήταν ένα μεγάλο χωράφι που καλλιεργούνταν από τους κατοίκους της περιοχής. Δεν υπήρχε το περικαλλές θέατρο, ήταν καλλιεργήσιμος αγρός, δεν υπήρχε το μνημείο το Σεφιδών, δεν υπήρχε το καταπληκτικό Στάδιο με τις καταπληκτικές κιονοστοιχίες που βλέπουμε και θαυμάζουμε σήμερα.
Όλα ήταν σωριασμένες πέτρες και κίονες σκεπασμένες με χώμα και λάσπη, όπως και τα περισσότερα μνημεία, εκείνο της Αγοράς, του Γυμναστηρίου, των ναών και, φυσικά, τα αγάλματα που κοσμούν σήμερα το Μουσείο, με κορυφαίο εκείνο της Θεάς του κυνηγίου Αρτέμιδος.
Όλα αυτά που αναφέρω ήταν αποκλειστικό έργο δικό του, το οποίο πραγμάτωσε σε χρόνο ρεκόρ μέσα από τεράστιες δυσκολίες. Δε γνωρίζω να υπάρχει ιστορικό προηγούμενο αρχαιολόγου με παραγωγή τέτοιου κολοσσιαίου έργου σε τόσο λίγο χρόνο.
Ο άνθρωπος αυτός πήρε μια πόλη που ουσιαστικά δεν υπήρχε, ήταν ξεχασμένη στη λήθη του χρόνου και μόνο ερείπια μαρτυρούσαν το ιστορικό της παρελθόν. Την ξέθαψε από τη λησμονιά, την ανυπαρξία και την αναδόμησε σε αυτήν τη θαυμαστή κατάσταση και εικόνα που βλέπει και θαυμάζει σήμερα ο κάθε επισκέπτης.
Την επικοινώνησε και την έκανε γνωστή σε όλον τον κόσμο, ώστε να θεωρείται και είναι σήμερα ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της χώρας, με τεράστια επισκεψιμότητα, συνεχώς αυξανόμενη.
Όλα αυτά που αναφέρω, αλλά και πολλά άλλα, όπως το ότι είχε καταστήσει την Αρχαία Μεσσήνη σχολείο Αρχαιολογίας και κάθε χρόνο έρχονταν ξένες πανεπιστημιακές αποστολές για να διδαχθούν από αυτόν την επιστήμη της Αρχαιολογίας, τον καθιστούν δικαιωματικά έναν από τους πιο κορυφαίους σύγχρονους αρχαιολόγους της χώρας, με μεγάλη εθνική προσφορά και σαν τέτοιον οφείλει η πατρίδα να τον αναγνωρίσει, γιατί του αξίζει και του πρέπει.
Παράλληλα δε, η Μεσσηνία και οι Μεσσήνιοι του οφείλουμε απόδοση τεράστιας τιμής και σεβασμού αδιαλείπτως. Προσωπικά δε, επειδή είχα την αγαθή τύχη να έχω προσωπική σχέση μαζί του, αλλά και αγαστή συνεργασία σε διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις που έκανε ο Δήμος Μεσσήνης στον αρχαιολογικό χώρο, ένεκα του θεσμικού μου ρόλου ως αντιδήμαρχος Πολιτισμού, θέλω δημόσια να εκφράσω στη μνήμη του ένα τεράστιο ευχαριστώ ευγνωμοσύνης, γι’ αυτά που πήρα σε γνώσεις.
Κλείνοντας, εύχομαι στον πολύ σεβαστό και αγαπητό σε μένα καθηγητή, Πέτρο Θέμελη, το ποτισμένο με τον ιδρώτα του, αλλά και με τη ζωτική του ενέργεια, περίπου μισού αιώνα, χώμα της Αρχαίας Μεσσήνης, που σκεπάζει το σώμα του όπως ο ίδιος ζήτησε, να είναι ελαφρύ.
Καλό σου ταξίδι στον κόσμο του φωτός και της ειρήνης στα Ιλίσια πεδία, που σίγουρα πλέον έχεις εισέλθει, πολυσέβαστε καθηγητά μου.
Γ. Δαβίλλας
Δημοτικός Σύμβουλος Μεσσήνης