«Αργός θάνατος» η πτώση τζίρου για τα περίπτερα όλης της χώρας

«Αργός θάνατος» η πτώση τζίρου  για τα περίπτερα όλης της χώρας

Ακόμα και στην επαρχία, και στην Καλαμάτα συγκεκριμένα, ο αριθμός τους μειώνεται σταδιακά

Κάθε χρόνος που περνά είναι και πιο επιβαρυντικός για το χώρο των περιπτέρων ανά την Ελλάδα.

Το πρώτο μεγάλο «χτύπημα» για τα ελληνικά παραδοσιακά περίπτερα ήταν η οικονομική κρίση, με αποτέλεσμα την περίοδο 2010-2020 να καταγραφεί η μεγαλύτερη συρρίκνωση στον κλάδο, με το κλείσιμο ενός στα δύο πανελλαδικά.

Στο διάστημα που ακολούθησε ο κλάδος δέχθηκε κι άλλες προκλήσεις, αφού η πανδημία και η βαριά φορολόγηση έχουν μετατρέψει την καθημερινότητα των περιπτερούχων σε «αγώνα επιβίωσης».

Η ιστορία του ελληνικού περιπτέρου

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ιστορία πίσω από το ελληνικό περίπτερο, καθώς εμφανίστηκε για πρώτη φορά περί το 1828, στην πρώτη πρωτεύουσα του σύγχρονου ελληνικού κράτους, το Ναύπλιο, λειτουργώντας ως μικρό καπνοπωλείο, ενώ με το πέρασμα των χρόνων άρχισε να πλησιάζει στη σημερινή του μορφή.

Στο μεταξύ, περί το 1889, θέλοντας να συνδράμει όλους όσοι πολέμησαν για την πατρίδα, το ελληνικό κράτος αποφάσισε να δώσει συγκεκριμένες άδειες πώλησης καθημερινών προϊόντων σε αναπήρους πολέμου (όπως είχε καθιερωθεί να αναφέρονται) ως ευεργέτημα, για να βιοπορίζονται οι ίδιοι και οι οικογένειές τους.

Έτσι, τα περίπτερα άρχισαν να εξαπλώνονται σε διάφορες περιοχές της χώρας.

Το 1911 εμφανίστηκε το πρώτο περίπτερο στην Αθήνα, και συγκεκριμένα στην οδό Πανεπιστημίου, απέναντι από τη Στοά Αρσάκη, το οποίο «επιβίωσε» μέχρι και το 1997, οπότε κατέρρευσε ως… παράπλευρη απώλεια του μετροπόντικα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1914 ήταν συμβολική χρονιά για τον κλάδο των περιπτέρων, καθώς αποφασίστηκε ότι στο εξής όλα θα λειτουργούν έχοντας ομοιόμορφη εικόνα, κίνηση που καθιέρωσε το κίτρινο χρώμα και τη χαρακτηριστική τέντα τριγύρω για σκίαση.

Στα χρόνια που ακολούθησαν το ελληνικό περίπτερο κατέγραψε έναν μικρό «θρίαμβο», αφού σταδιακά ξεκίνησε να πουλά αναψυκτικά, ζαχαρώδη, τσίχλες και σοκολάτες, πέρα από εφημερίδες.

Λίγο αργότερα, το περίπτερο έγινε ο χώρος που ανταλλάσσονταν τα αναγκαία τηλεφωνήματα (κυρίως ανάμεσα σε όσους ήθελαν να επικοινωνήσουν με την επαρχία από τα αστικά κέντρα και αντίστροφα), με αποτέλεσμα να συνδέεται άρρηκτα με την καθημερινότητα των περισσότερων.

Τελευταία χρονιά-ορόσημο για τους Έλληνες περιπτερούχους ήταν το 2012, καθώς τότε απελευθερώθηκαν οι άδειες από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και αποδόθηκαν στο υπουργείο Εσωτερικών. Μέσα από αυτή την κίνηση αποδόθηκε το 70% στον εκάστοτε Δήμο, ενώ το 30% σε ΑμεΑ και πολύτεκνες οικογένειες. Επίσης, αποφασίστηκε ότι οι υφιστάμενες άδειες δε μεταβιβάζονται ούτε κληροδοτούνται.

Οι λόγοι συρρίκνωσής τους

Στους λόγους για τους οποίους οδεύει προς συρρίκνωση ο κλάδος των περιπτέρων στην Ελλάδα αναφέρθηκε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Περιπτερούχων Ελλάδος, Θοδωρής Μάλλιος μιλώντας στο «Θ».

Όπως σημείωσε, μέρος της τρέχουσας κατάστασης οφείλεται στην οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα την τελευταία δεκαετία και, κατ’ επέκταση, τη μικροεπιχειρηματικότητα, όπως και η ολοένα μεταβαλλόμενη φορολογία, αλλά και η πρόσφατη υγειονομική κρίση, η οποία οδήγησε στο κλείσιμο πολλών περιπτέρων ανά τη χώρα.

Σύμφωνα με τον κ. Μάλλιο, τα περίπτερα πριν από το 2010 υπολογίζονταν περίπου σε 11.000, ενώ έκτοτε έχουν μειωθεί κατά 50-60%.

Ακόμα και στη Μεσσηνία συναντάται αντίστοιχη εικόνα. Όπως εξήγησε, ο πρόσφατος υπολογισμός, του 2021, καταγράφει 59 περίπτερα σε λειτουργία σε όλη τη Μεσσηνία. Συγκεκριμένα στην Καλαμάτα είναι περίπου σαράντα, που εξακολουθούν να λειτουργούν μέχρι και σήμερα.

«Αυτό που προτρέπω όλα τα μέλη της Ομοσπονδίας είναι να στοχεύουν στην εξωστρέφεια, παίρνοντας παράδειγμα από τη διαδρομή άλλων επιτυχημένων περιπτέρων. Σ’ αυτή την κατεύθυνση μπορούν να προσανατολιστούν στην τοποθέτηση νέων προϊόντων στα περίπτερά τους, κάτι το οποίο μπορεί να τους επιφέρει κατά το δυνατόν βελτίωση του τζίρου», παρατήρησε.

Από την άλλη πλευρά, για το μέλλον των ελληνικών περιπτέρων, αλλά και για το κατά πόσο η σημερινή πραγματικότητα τα φέρνει πιο κοντά στην ολοκληρωτική συρρίκνωση του κλάδου, ο κ. Μάλλιος δήλωσε: «Θεωρώ ότι παρά τη φθίνουσα πορεία που ακολουθούν τα ελληνικά περίπτερα, δε θα ακολουθήσει ο οριστικός αφανισμός τους. Κι αυτό, διότι ακόμα και σήμερα υπάρχουν άγονες περιοχές στις οποίες δε γίνεται να ανοίξουν mini market, κάτι το οποίο είναι θετικό για εμάς, αφού έτσι δεν πολλαπλασιάζεται ο ανταγωνισμός που βιώνουμε».

«Κάθε πέρσι και καλύτερα»

Μιλώντας για την κατάσταση που βιώνει ο κ. Παναγιώτης, ιδιοκτήτης περιπτέρου στην κεντρική πλατεία Καλαμάτας τα τελευταία δέκα χρόνια, τόνισε ότι «κάθε πέρσι και καλύτερα»: «Η φορολογία έχει φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ ακόμη και η αναγκαστική προσθήκη POS έρχεται να επιδεινώσει την ήδη άσχημη κατάσταση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια».

Σύμφωνα με τον ίδιο, ο τζίρος μειώνεται όλο και περισσότερο, για να προσθέσει: «Δεν υπάρχει σωτηρία σε αυτό το θέμα. Πλέον δε βγάζουμε ούτε τα έξοδά μας, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς το ρεύμα και όλα τα υπόλοιπα πάγια έξοδα που “τρέχουν” κάθε μήνα για τη λειτουργία του περιπτέρου».


Ασφυκτική η πτώση τζίρου

Αντίστοιχη εικόνα περιέγραψε και η κα Βίκυ, ιδιοκτήτρια περιπτέρου επί της οδού Φαρών τα τελευταία επτά χρόνια: «Η κίνηση στα περίπτερα, αλλά και στο δικό μας συγκεκριμένα, έχει πέσει πάρα πολύ, ειδικά μετά τον κορωνοϊό».

Η κα Βίκυ εκτίμησε ότι αυτό οφείλεται και στο ότι ο κόσμος έχει αλλάξει τρόπο ζωής, προτιμώντας να ψωνίζει από αλυσίδες αλλά και το διαδίκτυο.

Όσο για το μέλλον, τόνισε: «Ευελπιστούμε να δούμε καλύτερες μέρες, αλλά δεν υπάρχει και κάτι το οποίο να δείχνει ότι πάμε προς αυτή την κατεύθυνση».

Τα περίπτερα που έμειναν στην ιστορία

Έχοντας διαγράψει μια πορεία που προσεγγίζει τους δύο αιώνες μέχρι σήμερα τα περίπτερα, δύο, τουλάχιστον, πέρασαν στην ιστορία:

Η πρώτη περίπτωση αφορά στην ιστορία των πέντε αδερφών της οικογένειας Χόντου, οι οποίοι φεύγοντας από την περιοχή των Αγράφων και μετακινούμενοι στην Αθήνα, ξεκίνησαν να εργάζονται ως πλασιέ σαπουνιών. Περί το 1967, ανέλαβαν ένα περίπτερο επί της οδού Ομήρου. Λίγο αργότερα τα αδέλφια Χόντου, έχοντας «πιάσει» το σφυγμό της αγοράς, αποφάσισαν να μετεξελίξουν το περίπτερο, ανοίγοντας το πρώτο Hondos Center, ακριβώς απέναντι από το περίπτερο της οδού Ομήρου, διαγράφοντας έκτοτε μια επιτυχημένη διαδρομή.

Αντίστοιχη επιτυχημένη πορεία είχε και το περίπτερο που άνοιξε το 1934 ο Γιάννης Γεωργακάς στην οδό Σταδίου, το οποίο αργότερα μεταφέρθηκε στην Αιόλου. Το όνομα του περιπτέρου ήταν «Μινιόν» από τον ιδιοκτήτη του, το οποίο και έγινε ένα από τα πιο γνωστά πολυκαταστήματα της δεκαετίας του ’90, διατηρώντας την αρχική του ονομασία.

Της Χριστίνας Μανδρώνη