Την οδύνη της, αλλά και την αγανάκτησή της για το φοβερό δυστύχημα με τους τέσσερις νεκρούς, στην εθνική οδό Πύργου-Καλού Νερού και στην περιοχή της Ελαίας, εξέφρασε η παράταξη της μείζονος μειοψηφίας του Δημοτικού Συμβουλίου “Καλαμάτα_Μετά”, στη συνεδρίαση του Σώματος την Τετάρτη το βράδυ.
Όπως σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση της παράταξης: «Ο επικεφαλής της παράταξης, Βασίλης Τζαμουράνης χαιρέτισε την πρωτοβουλία των Εμπορικών Συλλόγων της Μεσσηνίας και της Ηλείας, για τη διεκδίκηση της συνέχισης του αυτοκινητόδρομου από τον Πύργο στο Καλό Νερό μέχρι την Τσακώνα. Επισήμανε ότι ο δήμαρχος και η Δημοτική Αρχή Καλαμάτας πρέπει να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεκδίκηση αυτή, η οποία αφορά πρώτιστα στην ασφάλεια των ταξιδιωτών και ακολούθως στην ανάπτυξη της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου και της Μεσσηνίας.
Η παράταξή μας, μεταξύ πολλών σημαντικών ζητημάτων, ανέδειξε για μία ακόμη φορά το ζήτημα της λειψυδρίας και την αδυναμία της Δημοτικής Αρχής να λάβει έγκαιρα προληπτικά μέτρα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν κάτοικοι και επισκέπτες από τις διακοπές της υδροδότησης!
Σχετικά με τη μετεγκατάσταση των Ρομά από την Αγία Τριάδα Καλαμάτας στην Μπιρμπίτα, η παράταξή μας ήταν σαφής ότι η μετεγκατάσταση πρέπει να γίνει και να αποδοθούν τα οικόπεδα που έχουν καταληφθεί εδώ και 30 χρόνια περίπου στους ιδιοκτήτες τους.
Ο επικεφαλής κ. Τζαμουράνης τόνισε ότι πριν από 20 χρόνια περίπου, όταν φτιάχτηκε η πρώτη κατασκήνωση Ρομά στην Μπιρμπίτα, το εγχείρημα πολύ γρήγορα κατέρρευσε, με αποτέλεσμα να χαθούν και τα πολλά χρήματα που δαπανήθηκαν, αναφέροντας με έμφαση ότι πρέπει να αποφευχθεί κάθε πιθανότητα να επαναληφθεί η αποτυχία και η αναποτελεσματικότητα στο συγκεκριμένο θέμα!
Οι σύμβουλοι της παράταξης, Δημήτρης Φαββατάς, Κώστας Τσαπόγας, Γιάννης Χριστόπουλος και Σπύρος Χανδρινός, σημείωσαν στις τοποθετήσεις τους ότι πρέπει να εξασφαλιστεί τουλάχιστον μια μίνιμουμ αποδοχή από τους ίδιους τους Ρομά της Αγίας Τριάδας, για τη μετεγκατάστασή τους στην Μπιρμπίτα, και ότι η μετεγκατάσταση από μόνη της δε θα οδηγήσει στην επίλυση κοινωνικών προβλημάτων, εάν δεν περιλαμβάνει συνοδευτικές υπηρεσίες, κυρίως στους τομείς της εκπαίδευσης, της απασχόλησης, της υγείας και της κοινωνικής στήριξης».