Στερεώνοντας την Ελλάδα στην καρδιά τους ακόμη πιο σταθερά και συνειδητά, με άμεσα σημεία αναφοράς σε εικόνες και μνήμες πλούσιες και συγκεκριμένες, όπως αποτυπώθηκαν στις 4 εβδομάδες περιήγησης σε όλη τη Μεσσηνία και σε εμβληματικά αρχαιολογικά μέρη, αποχαιρέτισαν οι 34 νεαροί ομογενείς το φετινό πρόγραμμα του Θερινού Σχολείου Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού. Την περασμένη Τρίτη, τελευταία ημέρα του προγράμματος (9 Ιουλίου-6 Αυγούστου 2024), τα παιδιά βρέθηκαν στην Ακρόπολη των Αθηνών και το γειτονικό αρχαιολογικό μουσείο, τον πλέον εμβληματικό τόπο του ελληνισμού, της αρμονίας και της δημοκρατίας.
Η ημέρα έκλεισε με αγκαλιές και συγκίνηση, αφιερώσεις και υποσχέσεις επανασύνδεσης, που είναι σίγουρο ότι θα εκπληρωθούν, καθώς, εκτός από τις αξέχαστες αναμνήσεις, το Θερινό Σχολείο, που διοργανώνει η Παμμεσσηνιακή Ομοσπονδία Αμερικής και Καναδά, χτίζει φιλίες και δεσμούς ζωής. Αυτή ήταν, άλλωστε, και η «παρακαταθήκη» του προέδρου της Ομοσπονδίας, Γιώργου Βλαχάκη, στην τελευταία του ομιλία προς τα παιδιά. Τα προέτρεψε να διαδώσουν τον ελληνισμό, να διατηρήσουν και να επεκτείνουν τις σχέσεις τους με την Ελλάδα και τους υπόλοιπους Έλληνες και να συμμετάσχουν στις κοινές δράσεις της Ομογένειας. Σχεδιάζεται, μάλιστα, μια μεγάλη συνάντηση επανένωσης, πιθανότατα στο Τορόντο, και, βέβαια, το Θερινό Σχολείο θα επανέλθει με νέους μαθητές, το καλοκαίρι του 2025.
Ένα ιδανικό πρόγραμμα για τα παιδιά της ομογένειας
Το «Θ» είχε την ευκαιρία να ακολουθήσει την τελευταία αποστολή του 16ου θερινού ομογενειακού σχολείου στην Αθήνα (όπως συνέβη και πέρυσι σε Μυκήνες-Επίδαυρο) και να καταγράψει τις (θερμές) εντυπώσεις από νεαρά Ελληνόπουλα που ζουν στο εξωτερικό:
-Έφη και Γεωργία: Λίγο πριν φτάσουμε στην Ακρόπολη, μιλήσαμε με δύο κορίτσια που μοιράζονταν το ίδιο κάθισμα στο λεωφορείο. Πιο επιφυλακτική η Έφη, επειδή δεν τα καταφέρνει και τόσο με τα ελληνικά, πιο θαρρετή η Γεωργία, η οποία τα μιλάει πολύ καλά. Η δεύτερη διαμένει με την οικογένειά της στο Κονέκτικατ των ΗΠΑ, ενώ η καταγωγή του μπαμπά της είναι από την Καλαμάτα και της μαμάς της από τη Σπάρτη. «Μου άρεσε πολύ το πρόγραμμα, γνώρισα πολλές κοπέλες που θα είμαστε καλές φίλες για πάντα. Μου άρεσαν πολύ οι εκδρομές και συγκεκριμένα η Μεθώνη», μας λέει η Γεωργία, η οποία συμφωνεί, λέγοντας ότι «ήταν φανταστικά», στη συμπλήρωση της Έφης ότι και το σπήλαιο του Δυρού ήταν από τις εκδρομές και τα αξιοθέατα που ξεχώρισαν. Επίσης, ο «γύρος» του Μεσσηνιακού Κόλπου, με βάρκα, ήταν από τις πιο όμορφες εμπειρίες και για τις δύο φίλες.
«Γνώρισα ανθρώπους που γίναμε φίλοι και μου άρεσε πάρα πολύ το φαγητό», μας λέει η Έφη… ψηφίζοντας μουσακά! Όσο για τους προορισμούς που ανακαλεί αυθόρμητα, είναι η Μάνη, η Κορώνη, η Μεθώνη και όλες οι όμορφες παραλίες, όπου είχαν την ευκαιρία να κολυμπήσουν. Η Έφη μένει μόνιμα στο Τορόντο, ενώ οι ρίζες καταγωγής της εντοπίζονται σε Μεγαλόπολη, Μολάους και Κρήτη.
-Νίκος (και Αναστασία) Κάντας: Ο Νίκος Κάντας έχει καταγωγή από τη Μεθώνη και τα Μέγαρα και ήρθε με την αδελφή του, Αναστασία, από το Βανκούβερ του Καναδά, για το Θερινό Σχολείο της Παμμεσσηνιακής Ομοσπονδίας. Με αρκετά καλά ελληνικά μάς είπε: «Πέρασα πολύ ωραία και έκανα πολλούς φίλους. Μου άρεσε πάρα πολύ η Καλαμάτα και το Ναύπλιο. Είναι πάρα πολύ ωραίο το πρόγραμμα. Είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε πολλούς Έλληνες, από το Τορόντο, τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο, με πολλούς από τους οποίους θα διατηρήσουμε επαφή».
-Χάνα και Σοφία: Η Χάνα Πέτρου και η Σοφία Σαιντ Αμούρ νιώθουν ότι ήρθαν πολύ πιο κοντά στην Ελλάδα μέσα από αυτό το ταξίδι 4 εβδομάδων. Οι δυο τους ήταν ήδη φίλες από το Τορόντο, όπου διαμένουν μόνιμα, και τη… σοφή ιδέα για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα είχε η γιαγιά της Σοφίας. Οι νεαρές ομογενείς φοιτήτριες μεταφέρουν ότι μέσα από τα μαθήματα στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου πήραν πιο καλές βάσεις για την ελληνική γλώσσα. Θεωρούν ότι το πρόγραμμα είναι περισσότερο εκπαιδευτικό παρά διακοπές, και, μέσα από αυτό, είχαν την ευκαιρία να μάθουν για τη γλώσσα, τον πολιτισμό, την ιστορία της Ελλάδας. Τους άρεσε πάρα πολύ όλο το πρόγραμμα, η επαφή με τις διάφορες εκφάνσεις της ελληνικής κουλτούρας και οι επισκέψεις στα μουσεία, ενώ απόλαυσαν ιδιαίτερα την περιήγηση με σκάφος στον Μεσσηνιακό Κόλπο.
Η Χάνα έχει καταγωγή από τη Βόρεια Ελλάδα, τη Φλώρινα και τις Σέρρες, και η Σοφία είναι Μεσσηνία, με ρίζες από το Δώριο και την Καλαμάτα.
-Η Ιφιγένεια Ρούβα ήρθε από το Τορόντο (με Καστοριανό πατέρα και Κύπρια μητέρα), καταλαβαίνει πολύ καλά τα ελληνικά, αλλά έχει δυσκολία να τα μιλήσει. Έτσι, το θερινό σχολείο τη βοήθησε να μάθει περισσότερα και να εξασκήσει τη γλώσσα, αποκτώντας μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και στην ομιλία. Ήταν η πρώτη φορά που γνώρισε τη Νότια Ελλάδα, με την Καλαμάτα να την «κερδίζει». Η αγάπη της για την Ελλάδα είναι μεγάλη και σκοπεύει να συνεχίζει να έρχεται σε κάθε ευκαιρία.
–Πέτρος Χρηστέας: Με καταγωγή της μητέρας του από την Καλαμάτα και του πατέρα του από την Τρίπολη, ο Πέτρος Χρηστέας μιλάει εξαιρετικά τα ελληνικά, καθώς «ο παππούς και η γιαγιά μιλάνε μόνο ελληνικά και τους βλέπουμε συχνά, οπότε από μικρό παιδί στην οικογένεια πάντα μιλάω ελληνικά στο σπίτι. Στο Μόντρεαλ μαθαίνουμε από το Δημοτικό Σχολείο αγγλικά, γαλλικά και ελληνικά και μετά στο Γυμνάσιο μαθαίνουμε τα ελληνικά στο Σαββατιανό σχολείο. Δεν τα γνωρίζω όπως τα γαλλικά ή τα αγγλικά, αλλά προσπαθώ να κρατήσω τη γλώσσα μου και όταν, ταξιδεύω στην Ελλάδα, προσπαθώ να μιλάω ελληνικά όσο πιο πολύ μπορώ. Κι αυτό είναι το καλύτερο για να τα βελτιώσουμε».
Μιλώντας για το Θερινό Σχολείο νέων Ομογενών, ο Πέτρος λέει: «Ήταν πολύ καλή εμπειρία, έμαθα πολλά και στα μαθήματα και στις εκδρομές, γνώρισα φίλους. Κάναμε και μαθήματα χορού. Δεν ήμουν πολύ καλός, αλλά έμαθα φιγούρες που μου έδειξε ο κος Άγης, ο οποίος είναι πολύ καλός δάσκαλος. Αυτό μου άρεσε πιο πολύ. Και οι εκδρομές, φυσικά. Η Costa Navarino είναι πανέμορφο μέρος και οι θάλασσες που κολυμπήσαμε όλες πολύ ωραίες».
-Νίκος Λιάπης: Με ρίζες καταγωγής από Θεσσαλονίκη, Αλεξανδρούπολη, Καβάλα και Χίο, ο Νίκος Λιάπης ζει στο Βανκούβερ και συμμετείχε στο φετινό Σχολείο της Παμμεσσηνιακής Ομοσπονδίας Αμερικής-Καναδά. Έκανε λόγο για μια πολύ όμορφη εμπειρία, ιδανική για τα παιδιά της Ομογένειας. Παρά την κούραση μέσα από το πρόγραμμα, «κάθε μέρα μαθαίνεις κάτι καινούργιο για την Ελλάδα, την ιστορία και τον πολιτισμό της».
-Αντωνία Χρηστέα: Ενθουσιασμένη με το πρόγραμμα και η Αντωνία Χρηστέα, μάς ανέφερε: «Γνώρισα πολλούς νέους φίλους, που θα τους κρατήσω σε όλη μου τη ζωή. Όταν ακούς ότι έχεις “γλώσσα”, το πρωί δεν θες να ξυπνήσεις, αλλά δεν ήταν πολύ δύσκολα τα μαθήματα που κάναμε μαζί όλα τα παιδιά. Περάσαμε πολύ χρόνο με όλοι μαζί κι αυτό το κομμάτι μου άρεσε πολύ». Η Αντωνία συμπλήρωσε ότι παρ’ ότι ήταν ένα κουραστικό πρόγραμμα, μέσα από τις επισκέψεις σε πολλά μέρη, τα παιδιά έμαθαν και κέρδισαν πολλά, νιώθοντας πληρότητα, καθώς γέμισαν δημιουργικά τον χρόνο τους.
Γιάννης Σφέτσας: “Να διοργανώσουν σχολεία ομογενών και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας!”
Σταθερός συνοδός-βοηθός του προγράμματος, τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια, και ιδιαίτερα αγαπητός από τα παιδιά, ο Γιάννης Σφέτσας έχει ζήσει πολλά χρόνια στον Καναδά και πλέον έχει επαναπατριστεί, διαμένοντας μόνιμα στην Αθήνα. Απορεί με το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αντίστοιχες πρωτοβουλίες σε άλλες ελληνικές πόλεις: «Το πρόγραμμα είναι τέλειο! Αυτά τα παιδιά γίνονται οι καλύτεροι πρεσβευτές της Ελλάδος. Είναι όλα μορφωμένα, είναι σε πανεπιστήμια, παίρνουν τις καλύτερες εντυπώσεις από το πρόγραμμα και την Ελλάδα και τις μεταδίδουν με τον καλύτερο τρόπο. Μακάρι αυτό να γινόταν σε όλη την Ελλάδα, μέσω του απόδημου ελληνισμού. Να έπαιρναν 50 Ελληνόπουλα από τα πανεπιστήμιά τους στο εξωτερικό, να είχαν συντονιστές και να το έκαναν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδος.
Τώρα, το κάνει μόνο η Καλαμάτα, μέσω της Παμμεσσηνιακής Ομοσπονδίας Αμερικής και Καναδά. Υπάρχουν δυσκολίες στην υλοποίησή του και στον συντονισμό, αλλά, αν αρχίσει ένα πρόγραμμα και μπει μια σειρά, μετά είναι εύκολο. Ο κος Θοδωρής Τζαλαλής είχε την προνοητικότητα να δημιουργήσει το Θερινό Σχολείο πριν πολλά χρόνια και η βάση του παραμένει η ίδια, με εκπαιδευτικές εκδρομές και διδασκαλία στην αίθουσα. Ό,τι καλύτερο μπορούσε να συμβεί για αυτά τα παιδιά, τα οποία λένε τα καλύτερα. Είναι κάτι που δεν θα το ξεχάσουν ποτέ και θα συνεχίσουν να έρχονται με τις οικογένειές τους κάθε χρόνο. Χωρίς το πρόγραμμα, δεν θα είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν με αυτό τον τρόπο την Ελλάδα, με τις φυσικές ομορφιές, τους αρχαιολογικούς χώρους, τη γλώσσα, τις φιλίες που έκαναν…».
Της Χριστίνας Ελευθεράκη