Όπως γερνάει ο πληθυσμός της Ελλάδας, έτσι μεγαλώνει και ο μέσος όρος ηλικίας των ανθρώπων που ασχολείται με τον πρωτογενή τομέα
Το πρόβλημα αυτό αναδεικνύει έρευνα της διαΝΕΟσις για τον αγροτικό τομέα στην Ελλάδα.
Από την έρευνα δε, προκύπτει ότι δύο στους τρεις αγρότες είναι τουλάχιστον 55 ετών (οι περισσότεροι εξ’ αυτών άνω των 65 ετών).
Φυσιολογικά λοιπόν, το 94% δεν έχει κανενός είδους εκπαίδευση και αδυνατεί να παρακολουθήσεις τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Την επόμενη δεκαετία θα χρειαστούν 350.000 νέοι αγρότες για να καλύψουν τις ανάγκες της παραγωγής και ασφαλώς αποτελεί μία εθνική πρόκληση.
Πάντως, παρά τη χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας και εδάφους, οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων σταθερά αυξάνονται.
Τα βασικά στοιχεία της έρευνας
- Το 2023, η συνολική αξία της ελληνικής αγροτικής παραγωγής (αγαθών) ήταν σχεδόν €12,9 δισεκ., μειωμένη κατά 3% έναντι του 2022. Σε πραγματικούς όρους όμως, απομονώνοντας τις επιδράσεις των τιμών, η μεταβολή έφτανε στο -16,1%. Η εξέλιξη αυτή μπορεί να αποδοθεί εν πολλοίς στις συνέπειες της κακοκαιρίας Daniel, ωστόσο η πλήρης έκταση αυτών θα αποκαλυφθεί το 2024 (με την ολοκλήρωση της σοδειάς 2023-24). Από τη διαχρονική ανάλυση προκύπτει μια διαχρονική αδυναμία της ελληνικής αγροτικής παραγωγής να μεγεθυνθεί σε πραγματικούς όρους (εξαιρουμένου του 2023, διατηρείται ένας μέσος ετήσιος ρυθμός συρρίκνωσης ~0,3% τα τελευταία 30 έτη).
- Η συνολική παραγωγή του ΑΤ στην Ελλάδα, μαζί με τις αγροτικές υπηρεσίες καθώς και τις μη-διαχωρίσιμες δευτερεύουσες δραστηριότητες, ξεπέρασε τα €14 δισεκ. το 2023, επίσης μειωμένη κατά 1,4% σε σχέση με το 2022.
- Σε όρους ΑΠΑ, το 2023, ο ΑΤ συνεισέφερε €7 δισεκ. στο ελληνικό ΑΕΠ, έχοντας ένα μερίδιο συμμετοχής 3,6% (μερίδιο στη συνολική εγχώρια ΑΠΑ), πολύ κοντά στα διαχρονικά του επίπεδα (3,5%). Αν απομονώσουμε την εξέλιξη της ΑΠΑ του ΑΤ από τις μεταβολές των τιμών, η πραγματική ΑΠΑ του ΑΤ μειώθηκε το 2023 κατά περισσότερο από ¼ (-25,55%), φτάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα μας, ενώ η διαχρονική ανάλυση της ΑΠΑ του ΑΤ επιβεβαιώνει την αδυναμία του να μεγεθύνει την πραγματική προστιθέμενη αξία που παράγει (σταθερή τάση, εξαιρουμένου του 2023).
- Οι εξαγωγές “τροφίμων, ποτών και ειδών καπνού” (υπερσύνολο των προϊόντων του ΑΤ, στο οποίο όμως ο ΑΤ έχει σημαντικό άμεσο και έμμεσο αποτύπωμα) διατηρούν μια μόνιμα αυξητική πορεία μετά το 2004, με επιταχυνόμενο μάλιστα ρυθμό, η οποία δεν ανεκόπη ακόμα και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το 2023 ξεπέρασαν τα €8,8 δισεκ., αυξανόμενες κατά 9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
- Αν περιοριστούμε στις εξαγωγές των προϊόντων που παράγονται απευθείας από τον ΑΤ, αυτές παρουσιάζουν επίσης σημαντικά θετική μακροχρόνια τάση (αν και με μεγαλύτερη μεταβλητότητα), με τον μέσο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης να φτάνει στο 3,9% την περίοδο 2005-2019 και να επιταχύνεται άνω του 7,4% την περίοδο 2020-2023. Από το 2012 οι ελληνικές εξαγωγές στα είδη αυτά ξεπερνούν διαρκώς τις αντίστοιχες εισαγωγές και μάλιστα η διαφορά έχει μια γενική τάση διεύρυνσης, κάτι που υποδηλώνει μια σαφή βελτίωση της μέσης ανταγωνιστικότητας του ελληνικού ΑΤ στις διεθνείς αγορές.
- Από το σύνολο της αξίας των προϊόντων του ΑΤ, ένα ποσοστό που πλέον ξεπερνάει το 15% οδεύει σε εξαγωγές, με το υπόλοιπο σχεδόν 85% να διατίθεται για εγχώριες χρήσεις. Το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας χρήσης διατίθεται στην τελική κατανάλωση των νοικοκυριών (μερίδιο >1/3 της συν. παραγόμενης αξίας), ενώ ακολουθούν οι εισροές της βιομηχανίας τροφίμων, ποτών και ειδών καπνού (26%), οι ενδιάμεσες αναλώσεις του ίδιου του ΑΤ (16%) και οι εισροές της διαμονής και εστίασης (5,6%). Οι τρεις κύριοι εγχώριοι χρήστες των προϊόντων που παράγει ο ΑΤ (εξαιρουμένου του ιδίου) καλύπτουν τη συντριπτική πλειονότητα των σχετικών χρήσεών τους από τους εγχώριους παραγωγούς: τα νοικοκυριά κατά 82%, η βιομηχανία τροφίμων, ποτών και καπνού κατά 89%, και η διαμονή και εστίαση κατά 92%.
- Το 2023 απασχολήθηκαν στον ΑΤ περισσότερα από 461 χιλ. άτομα (σε όρους ετήσιας ισοδύναμης απασχόλησης), με το μερίδιο στη συνολική απασχόληση να φτάνει στο 11%. Τα τελευταία τρία έτη παρατηρείται μια τάση αύξησης της απασχόλησης στον ΑΤ, όπως και του μεριδίου της, χωρίς όμως αυτό να αντικατοπτρίζεται στην αντίστοιχη πραγματική μεταβολή στην αξία παραγωγής ή στην προστιθέμενη αξία. Αντίθετα, η αξία παραγωγής και η ΑΠΑ ανά απασχολούμενο, είναι σημαντικά χαμηλότερα από τα αντίστοιχα μέσα επίπεδα στην ΕΕ και, μάλιστα, η απόκλιση είναι έντονα διευρυνόμενη τα τελευταία χρόνια.
Δείτε όλη την έρευνα εδώ.