Ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα (χωρίς να λείπουν και οι ενοχές για την πρότερη άγνοιά μου). Έχουμε τέτοιον μουσικό στην Καλαμάτα, με δισκογραφικές συνεργασίες και συναυλίες με πλειάδα γνωστών και κορυφαίων συνθετών και τραγουδιστών; Μίκη Θεοδωράκη, Ανδρέα Μποτσέλι, Ξαρχάκο, Μαρκόπουλο, Κατσαρό, Σαββόπουλο, Κηλαηδόνη, Χατζηνάσιο, Πάριο, Γ. Θεοφάνους, Δάκη, Στ. Κόκοτα, Μητσιά, Καλογιάννη, Γ. Βογιατζή, Αδελφούς Κατσάμπα, Λιδάκη, Μπάσση, Πασχάλη, Λένα Αλκαίου, Μητροπάνο, Ανδρεάτο, Φραγκούλη, Γαργανουράκη, Θέμη Ανδρεάδη, Μακεδόνα, Παπαρίζου, Ρέμο, Φαραντούρη, Τ. Πανδή, Φοίβο Δεληβοριά, Γιοκαρίνη, Κότσιρα, Ρόκκο, Μελίνα Ασλανίδου, Κλ. Λενάρδου, Τάκη Ζαχαράτο, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Χρ. Δάντη, Βόσσου, Αρβανιτάκη, Ελεονώρα Ζουγανέλη, Αλκίνοο Ιωαννίδη, Ζωζώ Σαπουντζάκη, Λέκκα, Γλυκερία, Μελίνα Τανάγρη, Γ. Πετρόπουλο, Γαϊτάνο, Παντελή Θαλασσινό, Γ. Ντουνιά, Στέλιο Διονυσίου, Κώστα Χατζή, Λ. Παπαδόπουλο, Μηλιώκα, Τάκη Κωσταντακόπουλο, Γ. Λογοθέτη (ΛΟΓΟ), Ηρώ Σαΐα, Μ. Τσαϊρέλη, Δ. Αναστασιάδη, Φάμελλο, Ζερβουδάκη, Ζιώγαλα, Καίτη Γαρμπή, Μάικ Ροζάκη, Φ. Δάρρα, Ολ. Βενέτη, Β. Δεληκούρα, Π. Αμπαζή, Στ. Γεωργιάδου, ΟΝΕΙΡΑΜΑ, STEREOMATIC κ.ά…
Όλες αυτές οι συνεργασίες, μαζί με τη σταθερή παρουσία του από το 2000 και εντεύθεν, ως πρώτος κορυφαίος τρομπετίστας στη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων, αρκούν για να καταλάβει κάποιος το καλλιτεχνικό μέγεθος του Τάσου Δράμπαλη, το όνομα του οποίου προβλήθηκε πριν από λίγο καιρό με αφορμή τη συμμετοχή του στη συναυλία για τα 90χρονα του μουσικοσυνθέτη και σαξοφωνίστα Γιώργου Κατσαρού.
Πίσω από αυτή τη διαδρομή που συνεχίζεται, υπάρχει «όρεξη, τύχη, τρέλα, όνειρο, πείσμα, πάθος», πολλή δουλειά, μα πάνω απ’ όλα η αγάπη για τη μουσική. Ο Τάσος Δράμπαλης έχει κι άλλες σημαντικές μουσικές ιδιότητες, είναι επίσης μαέστρος, δάσκαλος πνευστών, αρχιμουσικός στη Φιλαρμονική του Δήμου Δυτικής Μάνης, αλλά το όργανο που έχει επιλέξει να υπηρετήσει αποδίδει με πολύ παραστατικό τρόπο το πόσο η μουσική είναι ταυτισμένη με την ανάσα του και, επομένως, την ίδια του τη ζωή…
Ο ίδιος λέει στο «Θ»: «Ξεκίνησα 8 ετών κιθάρα και στα 10 πήγα στη Φιλαρμονική της Καλαμάτας. Ο πατέρας μου έπαιζε κλαρινέτο και με έπαιρνε με το που γεννήθηκα. Παίζω μουσική, λοιπόν, και μαθαίνω (γιατί κάθε μέρα μαθαίνω παίζοντας συνέχεια νέα έργα-τραγούδια) από τα 8 μου ως τα 46 που είμαι τώρα, 38 χρόνια, και ακόμα είμαι στην αρχή».
Φυσικά ο Τάσος Δράμπαλης δεν είναι στην αρχή. Είναι ένας μουσικός που έχει ταξιδέψει για σεμινάρια και συναυλίες σε Αμερική, Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Πολωνία, Τουρκία, Κύπρο, Σκόπια. Επιλέγεται διαχρονικά να παίξει σε εμβληματικούς χώρους και μεγάλα θέατρα: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Auditorium National de Musica στη Μαδρίτη, Auditorio Centro Social Caixanova (Pontevedra στο Vigo της Ισπανίας), Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, Λυρική Σκηνή, Ε.Ρ.Α. Ηρώδειο, Επίδαυρο, Καλλιμάρμαρο, Ρωμαϊκή αγορά, Θέατρο Δ. Πειραιά, Βεάκειο, Κατράκειο, Παλλάς, Θέατρο Παρνασσός, Αττικό Θέατρο Γαλατσίου, Θέατρο πέτρας, Θέατρο Άλσος, Αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ακροπόλ, Θέατρο Κέρκυρας, Πνύκα, Μέγαρο Χορού Καλαμάτας, Κάστρο Καλαμάτας κ.α.
Αυτόν τον καιρό εμφανίζεται με τη Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών στο Ολύμπια – Δημοτικό Μουσικό Θέατρο “Μαρία Κάλλας”, σε όπερες και μιούζικαλ, ενώ θα είναι επίσης «παρών» εκεί στις 18 Νοεμβρίου, στο αφιέρωμα για το Μίκη Θεοδωράκη, με το «Πνευματικό Εμβατήριο». Στην Καλαμάτα μάλλον δεν έχει αξιοποιηθεί όσο θα έπρεπε και έχει κάθε λόγο να μην κρύβει την πικρία του.
Ας γνωρίσουμε καλύτερα τον Τάσο Δράμπαλη, μέσα από την παρακάτω συνέντευξη -αν και ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι μέσα από τις ζωντανές εμφανίσεις του και από τις ηχογραφήσεις του στο διαδίκτυο, δεκάδες από τις οποίες υπάρχουν και στο κανάλι του στο youtube, όπου με την τρομπέτα ή το σαξόφωνό του μοιράζεται με τον κόσμο συναισθήματα και ιστορίες ανθρώπων…
-Πώς ήταν η όλη εμπειρία στην τελευταία μεγάλη συναυλία για τον Κατσαρό; Τι θα κρατήσετε ως ανάμνηση;
Ήταν μια ακόμα μοναδική εμπειρία βλέποντας, ακούγοντας, αγγίζοντας όλους αυτούς τους «Μεγάλους» καλλιτέχνες. Ο Γ. Κατσαρός, 90 ετών, να ανοίγει τη συναυλία στις πύλες του Ηρωδείου, η Ζωζώ Σαπουντζάκη να είναι από τις πρόβες ως τη συναυλία μέσα στο κέφι, τη ζωντάνια και το μπρίο και πάντα ζεστή και χαμογελαστή κάθε φορά που την πλησίαζες… Ο Γιάννης Πάριος μας ταξίδεψε στα ομορφότερα ερωτικά του τραγούδια (Τι Κρίμα, Δεν Ξεχνιέσαι, Υπήρξε ο Θεός μου κ.ά.), ο Στέλιος Διονυσίου μοναδικός, όπως και η Μ. Ασλανίδου, ο Τ. Ζαχαράτος. Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στον Κώστα Χατζή και στο Γ. Θεοφάνους, που έδωσαν το δικό τους μουσικό διάλειμμα στο κατάμεστο Ηρώδειο, με τη συνοδεία του σαξοφώνου του Γ. Κατσαρού σε «Αεροπλάνο», «Σ’ αγαπώ», «My Way» και άλλα…
Κρατώ ως ανάμνηση, λοιπόν, πως όλους αυτούς τους «Μεγάλους» που άκουγα όταν ήμουν μικρός από τους δίσκους του πατέρα μου, που με έβαζε να τους ακούω στο σπίτι και εγώ έπαιζα από πάνω ως μαθητής με την τρομπέτα, τώρα τους είχα δίπλα μου, τους άκουγα και έπαιζα μαζί τους τα αγαπημένα μου τραγούδια.
Η μουσική δεν έχει ηλικία, γιατί την υπηρετείς μέχρι να πεθάνεις πάνω στη σκηνή και αυτό μου το σχόλιο είναι για το γεγονός που ζήσαμε, με τη στιγμή της Μαρινέλλας την ώρα της συναυλίας της και τα σχόλια που ακολούθησαν… Γεννιόμαστε και πεθαίνουμε κάνοντας αυτό που αγαπάμε και μόνο έτσι είμαστε ευτυχισμένοι και γεμάτοι.
-Γνωρίζατε και είχατε συνεργαστεί και με τον Πλέσσα, ο οποίος έφυγε πριν από λίγο καιρό από τη ζωή. Πώς (θα) τον θυμάστε;
Ο Μίμης Πλέσσας ήταν ένας από τους πιο γλυκούς, σεμνούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει και τόσο «Μεγάλος» για να δείχνει τόσο μικρός, γιατί έτσι ήθελε να δείχνει, επειδή έσκυβε για να υπηρετήσει αυτό που αγαπούσε: τη μουσική. Ήμουν 18 και υπηρετούσα στη Μουσική Μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού, όταν τον πλησίασα στο Μέγαρο Μουσικής, σε μια συναυλία που παρακολουθούσα, και για μεγάλη μου τύχη κι αυτός. Τον πλησίασα. Του είπα πως παίζω τρομπέτα και διάφορα άλλα όργανα.Μετά την επικοινωνία που είχαμε, με κάλεσε στο σπίτι του. Εκεί παίξαμε αυτός στο πιάνο και εγώ με την τρομπέτα μου. Μετά μου είπε κάποιες σκέψεις για μελλοντικές μας συνεργασίες. Στο τηλέφωνο ήταν πάντα τόσο γλυκός και ήρεμος. Κάποτε ξαναβρεθήκαμε σε μια συναυλία που είχε έρθει να μας ακούσει. Στο τέλος που συναντηθήκαμε και χαιρετηθήκαμε, μου λέει: «Με συνοδεύεις έξω, σε παρακαλώ;»… Ήταν τόσο όμορφο συναίσθημα να κάθομαι δίπλα του και το ίδιο ένιωσα για τα όμορφα σχόλιά του όταν ξαναβρεθήκαμε σε μια συναυλία με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δ. Χαλκιδέων, όπου έπαιξα το «Χώμα βάφηκε κόκκινο» κι εκείνος ήταν ανάμεσα στο κοινό. Μας άφησε πάρα πολλά που θα μας ταξιδεύουν πάντα.
-Τι σημαίνει για εσάς η συμμετοχή σε τέτοιες σημαντικές, μεγάλης εμβέλειας, διοργανώσεις;
Η κάθε συμμετοχή είναι ένας στόχος και ένα όνειρο. Το να παίζεις με τα μεγαλύτερα ονόματα της Ελλάδας και όχι μόνος σου, είναι ένα υπέροχο όμορφο συναίσθημα. Όλοι αυτοί οι «Μεγάλοι» που έβλεπες από μικρός στην τηλεόραση ή άκουγες από το ραδιόφωνο, το δίσκο ή την κασέτα, έρχονται να πάρουν «σάρκα και οστά» μπροστά σου και να συνεργαστείς μαζί τους. Ακούς τις παρατηρήσεις στις πρόβες, την ιστορία του τραγουδιού που θα ερμηνεύσεις, τις τεχνικές μουσικές δυσκολίες, τις ενορχηστρώσεις. Γνωρίζεις από κοντά τους συνθέτες και τραγουδιστές και τους ακούς ζωντανά. Και μετά ως δάσκαλος, ως μαέστρος ή ως σολίστ έχεις την ευκαιρία να ερμηνεύσεις αυτά τα έργα μπαίνοντας πιο βαθιά στο νόημα του τραγουδιού.
-Πόσο δύσκολο είναι να ζεις στην περιφέρεια και να μπορείς να ακολουθείς τους ρυθμούς και όσα συμβαίνουν καλλιτεχνικά στο κέντρο;
Δεν ξέρω αν είναι δύσκολο. Όρεξη, τύχη, τρέλα, όνειρο, πείσμα χρειάζεται και πάθος, κάνοντας αυτό που αγαπάς, νιώθεις και ονειρεύεσαι. Πάντα σε συνδυασμό με τη μελέτη που σε κάνει ακόμα καλύτερο, γιατί δεν μπορείς να βασιστείς μόνο στο ταλέντο. Γενικά δεν είχα ποτέ πρόβλημα να ακολουθώ τους ρυθμούς, όχι μόνο στο κέντρο, αλλά όπου υπήρχε κάποια ενδιαφέρουσα συνεργασία για την οποία μου γινόταν πρόσκληση. Έφευγα από Αθήνα για Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ρόδο, Χαλκίδα, Ναύπλιο, Τρίκαλα, Σπέτσες, Κέρκυρα κ.λπ. και σε πολλά απ’ αυτά και αυθημερόν. Έχει τύχει, για παράδειγμα, το πρωί να δουλεύω στη Συμφωνική του Δήμου Αθηναίων, να πηγαίνω για μαθήματα στη Χαλκίδα, να γυρίζω για τη συναυλία στο Μέγαρο με το Γιάννη Μαρκόπουλο, μετά να παίζω σε νυχτερινό μαγαζί με ηθοποιούς και τραγουδιστές και όταν τελείωνα κι από εκεί να πηγαίνω στις 3.00 για να παίξω με τον Αντώνη Ρέμο και την Έλενα Παπαρίζου στο «Διογένη»…
Κι όμως γινόταν, και έβγαιναν και οι ώρες, και η ενέργεια ήταν αρκετή και στο «κόκκινο», γιατί μου άρεσε, έκανα αυτό που αγαπούσα και δημιουργούσα.
-Τα τελευταία χρόνια συνεργάζεστε και με το Δήμο Δυτικής Μάνης. Τι περιλαμβάνει αυτή η συνεργασία και τι θα λέγατε ως ένα σύντομο απολογισμό για όσα έχουν γίνει εκεί έως τώρα;
Στο Δήμο Δυτικής Μάνης εργάζομαι ως αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής από το 2014 έως και σήμερα. Συμμετέχουμε σε όλες τις εκδηλώσεις του Δήμου και η Φιλαρμονική μας αποτελείται κατά πλειοψηφία από παιδιά και μερικούς ενήλικες. Το έργο που έχει γίνει όλα αυτά τα χρόνια είναι αρκετά μεγάλο, μιας και όταν ανέλαβα (μετά τη μετάταξή μου απ’ τη Φιλαρμονική του Δήμου Πειραιά όπου ήμουν Α’ κορυφαίος τρομπετίστας) δε γνώριζαν τίποτα από τα πνευστά και τα κρουστά όργανα της μπάντας. Υπήρξε εποχή που τα μέλη είχαν φτάσει τα 33 σε παρελάσεις και λοιπές εκδηλώσεις. Τα τελευταία χρόνια τα μέλη της Φιλαρμονικής μας φοιτούν στο Μουσικό Σχολείο της Καλαμάτας, σε Ωδεία, Μουσικές Σχολές, αλλά και συμμετέχουν σε μουσικά σχήματα. Αυτό δείχνει πως ο τόπος είχε και έχει ανάγκη να κρατήσει, αλλά και να συνεχίσει να στηρίζει αυτή τη δημιουργία της Φιλαρμονικής και των παιδιών της, που προβάλλουν τον πολιτισμό του τόπου.
-Τι άλλα σχέδια έχετε για το 2024-2025;
Σχέδια δεν κάνω γιατί όλα ανατρέπονται και μετά απελπίζεσαι. Προβλέπονται όμως κάποιες μεγάλες συναυλίες με τη Συμφωνική του Δήμου Αθηναίων στο θέατρο Ολύμπια, που θα είναι μεγάλες παραγωγές με μεγάλα Έργα. Επίσης, θα συμμετέχω σε ό,τι διοργανωθεί στο Δήμο Δυτικής Μάνης, στα ωδεία σε Καλαμάτα και Αθήνα όπου εργάζομαι, συναυλίες και οτιδήποτε άλλο μπορεί να βοηθήσει προς ένα καλύτερο μέλλον τους μαθητές μας και ταυτόχρονα να ανεβάσει το επίπεδο του τόπου μας.
-Πώς είναι το επίπεδο και η καλλιτεχνική δράση στη Μεσσηνία; Πώς και ένα άτομο σαν εσάς, με τόσα προσόντα, γνώσεις και όρεξη, δεν το έχει «εκμεταλλευτεί» ο τόπος που γεννήθηκε;
Θα ξεκινήσω αντίστροφα, με τη ρήση «Ουδείς προφήτης στον τόπο του», και θα κλείσω μ’ αυτό και όποιος κατάλαβε. Όμως, για να είμαι δίκαιος, μου είχε γίνει πρόταση να συμμετέχω με τη Συμφωνική Ορχήστρα της πόλης μας στη συναυλία που έγινε τα Χριστούγεννα του 2018 στο Μέγαρο Χορού, αλλά δεν ευοδώθηκε τελικά.
Δυστυχώς, το επίπεδο δε δείχνει να αλλάζει από εκεί που είναι και δεν οφείλεται στους μουσικούς που κάνουν την προσπάθειά τους καθημερινά να γίνουν καλύτεροι για τους ίδιους και την πόλη τους. Το επίπεδο θα αλλάξει όταν αυτοί που θα θέλουν να το αλλάξουν και να του δώσουν τη θέση που του αξίζει, θα πάρουν τις αποφάσεις να το κάνουν.
Σημαντικά, φυσικά, και υποχρεωτικά τα θέατρα, ανοιχτά ή κλειστά, αλλά αυτό που έχει ανάγκη κάθε τόπος είναι να κρατήσει με θέσεις εργασίας τους επαγγελματίες μουσικούς-ηθοποιούς κ.λπ. καλλιτέχνες, δίνοντάς τους την ευκαιρία να μείνουν και να προσφέρουν.
-Τι θεωρείτε ως μεγαλύτερη προσωπική καλλιτεχνική επιτυχία και ποιο είναι το μεγάλο σας όνειρο ως μουσικός;
Η κάθε μία είναι μοναδική. Η συνεργασία μου με το Andrea Bochelli στο Καλλιμάρμαρο, με το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο, με το Σταύρο Ξαρχάκο στο Θέατρο Ολύμπια, με το Γ. Χατζηνάσιο, το Γ. Κατσαρό και το Γιάννη Μαρκόπουλο στο Ηρώδειο, με το Μ. Θεοδωράκη στο Canto General στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και άλλα πολλά σε πολλά θέατρα της χώρας με μεγάλα ονόματα. Επίσης, αυτό που εισπράττεις προσωπικά είναι τι μπορείς να «πάρεις» από αυτές τις μεγάλες προσωπικότητες. Π.χ. συνομιλώντας με τον αγαπημένο μου Γ. Χατζηνάσιο και λεγοντάς του «ο κόσμος ρωτάει, παίζει ακόμα ο Χατζηνάσιος;», η απάντησή του ήταν: «Διαβάζω 3 ώρες την ημέρα, γιατί αν κάτι δεν παίξω καλά, θα θεωρηθεί ατύχημα και όχι αδυναμία”. Οπότε μπορώ να πω πως έχω αγγίξει το μεγάλο μου όνειρο παίζοντας με όλους αυτούς τους «Μεγάλους» που πάντα ονειρευόμουν, και συνεχίζω να ελπίζω πως θα παίξω και με τους υπόλοιπους.
Τέλος, θεωρώ σημαντικό ότι ηχογραφώντας τραγούδια που αγαπώ με το σαξόφωνο ή την τρομπέτα και ανεβάζοντάς τα στο Youtube, στο προσωπικό μου κανάλι, εγώ και οι άνθρωποι που υπάρχουν ή υπήρχαν στη ζωή μου, μαζί και οι άνθρωποι που τα ακούνε, ταξιδεύουμε! Αυτό με κάνει ευτυχισμένο, γιατί κάθε τραγούδι έχει να πει πολλά, έχει το λόγο του και έχει πρόσωπο…
-Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες της τρομπέτας και γιατί την επιλέξατε ανάμεσα σε τόσα όργανα;
Η τρομπέτα θεωρώ πως είναι μια προέκταση της φωνής μας, μια άλλη πλευρά να εκφράσουμε τη λύπη, τη χαρά, τον πόνο, την ελπίδα, την αγάπη με τη μελωδία της, τις λαμπρές και σκοτεινές της νότες. Με κέρδισε όταν πρωτοάκουσα κάποια τραγούδια όπως το «Βροχή και σήμερα», «Μα εσύ ποτέ». Σε αυτά και σε άλλα τραγούδια ακούς μια τρομπέτα να προσπαθεί να βγάλει την «Αγάπη» με το «κλάμα» της… Γι’ αυτό και τα τραγούδια που ανεβάζω στο Youtube ή παίζω στις συναυλίες μου, είναι κυρίως ερωτικά.
Της Χριστίνας Ελευθεράκη