Παναγιώτης Γιαννόπουλος: Η ζωή του χειρουργού χωρίς τη μάσκα

Παναγιώτης Γιαννόπουλος: Η ζωή του χειρουργού χωρίς τη μάσκα

Έχοντας στο μυαλό μου, στη συνάντηση με το γνωστό χειρουργό και συμπολίτη μας, Παναγιώτη Γιαννόπουλο, να αποφύγουμε όσο μπορούμε τα ιατρικά θέματα και να βγει από την κουβέντα ο άνθρωπος Γιαννόπουλος, η ιστορία του (όλοι έχουμε μιαν ιστορία να πούμε), η καθημερινότητα, τα θέλω του, η ζωή του,

προβληματίστηκα αν θα ήθελε αυτού του τύπου τη συνομιλία. Το πρότεινα, μου είπε «ό,τι θέλεις, Κώστα», συμφωνήσαμε να μιλάμε στον ενικό γιατί ο πληθυντικός είναι τυπικός και σκληρός, κι έτσι ξεκίνησε η κουβέντα.

Ένας γιατρός χειρουργός τον οποίο ηρεμούν τα ταξίδια, το μαγείρεμα, ο Ολυμπιακός και, κυρίως, οι βόλτες με καροτσάκι στο σούπερ μάρκετ.

-Παναγιώτη, σκέφτηκα να ξεκινήσουμε με μια πολύ σημαντική στιγμή στη ζωή σου. Θα σου πω μία ημερομηνία και θέλω να μου πεις τι σου θυμίζει: Αθήνα 9 Ιουλίου 1972…
Εκεί που άρχισαν όλα. 9 Ιουλίου 1972 στην Αθήνα. Η μέρα της γεννήσεώς μου. Ήταν Κυριακή. Αυτό το έμαθα έπειτα από πολλά χρόνια, φαντάσου, γιατί κάποτε με ρωτούσαν «τι μέρα γεννήθηκες, τι ώρα», για να μου βρουν ωροσκόπο και τέτοια πράγματα. Τον βρίσκουν με τη μέρα και την ώρα, νομίζω.

-Τι ωροσκόπο έχεις; Αλήθεια, γιατί στην Αθήνα;
Πρέπει να είναι Σκορπιός. Γεννήθηκα στην Αθήνα, γιατί εκεί δούλευαν οι γονείς μου, στο υπουργείο Συγκοινωνιών τότε, στη Μεσογείων, δύο χρόνια. Τον Ιούλιο του ’74 κατεβήκαμε στην Καλαμάτα, γιατί οι δικοί μου είχαν κανονίσει κάποια μετάθεση. Εν τω μεταξύ, είχε γεννηθεί και η μικρότερη αδελφή μου και πλέον κατοικήσαμε εδώ. Από τότε, μέχρι που έφυγα για σπουδές, έμεινα εδώ.

-Ως έφηβος ήσουν ζωηρός;
Ε, όχι και πολύ. Χαλαρά πιστεύω. Όπως όλοι οι έφηβοι στην εποχή τους, κάναμε τις πλάκες μας στο σχολείο και τις εξόδους μας. Τότε ήταν και διαφορετικές εποχές, θα έλεγα, σε σχέση με σήμερα.

-Φλερτ υπήρχε;
Αρκετά θα έλεγα. Σίγουρα ήταν διαφορετικά τα πράγματα, με άλλες καταστάσεις. Θυμάμαι, πηγαίναμε σε πάρτι γενεθλίων σε σπίτια, και σε μια-δυο ντίσκο που υπήρχαν για γιορτές. Όλοι μαζί. Σε μια γωνία τα αγοράκια και σε μία τα κοριτσάκια. Κοιταζόμαστε και περιμέναμε πότε θα σηκωθούμε να χορέψουμε.

-Ήταν καλύτερη εποχή τότε από σήμερα;
Ήταν πιο αγνή εποχή τότε, με συναισθήματα που ταιριάζουν καλύτερα στην ιδιοσυγκρασία του εφήβου. Τώρα νομίζω ότι έχουν ξεφύγει λίγο τα πράγματα, και δε λέω ότι είναι ανήθικοι οι νέοι μας. Απλά γίνονται πράγματα της εποχής. Όμως, το σημαντικότερο είναι ότι οι νέοι μας σήμερα χάνουν το ρομαντισμό και τα όμορφα συναισθήματα που νιώθαμε εμείς παλαιότερα. Νομίζω τώρα ξεπερνούν την ηλικία τους. Δεν κρατούν την ηλικία τους, κι αυτό που χάνουν δεν ξανακερδίζεται, μιας και μιλάμε για τις πρώτες αγάπες κ.λπ. που θυμάσαι. Τώρα, νομίζω, αυτό το έχουν χάσει τα παιδιά.

-Έχεις δύο όμορφα κορίτσια. Μιλάς μαζί τους, τις ακούς;
Έχω δύο κούκλες. Η μία φέτος είναι τρίτη Λυκείου και δίνει πανελλήνιες και η άλλη τρίτη Γυμνασίου. Μιλάμε καθημερινά, ναι. Νομίζω ότι πρέπει να ακούμε τα παιδιά μας. Θα πρέπει να μαθαίνουμε από τα παιδιά μας, και για να μαθαίνουμε, πρέπει να τα ακούμε. Τα παιδιά ψάχνουν έναν πατέρα και μια μάνα για να τους λύσουν κάποια προβλήματα στο μυαλό τους που ακόμα δεν έχουν λύσει.

-Πράγμα που σε μεγάλο βαθμό δε γίνεται, από ό,τι νομίζω. Γιατί;
Νομίζω ότι μεγάλο ρόλο έχει παίξει ο σύγχρονος τρόπος ζωής με τα κινητά. Ουσιαστικά εγκαταλείπουμε τα παιδιά μας εντός και εκτός εισαγωγικών, γιατί θέλουμε την ησυχία μας από τις πολλές ώρες επαγγελματικής δραστηριότητας. Οπότε ή παίρνουμε εμείς ένα κινητό και δεν τους μιλάμε, ή δίνουμε ένα κινητό στα παιδιά και αποξενωνόμαστε. Αυτό θα πρέπει λίγο να κοπεί. Το κινητό δεν μπορείς να το πάρεις από τα παιδιά, όταν όλα έχουν κινητό. Μπορείς, όμως, να τους δώσεις να καταλάβουν ποια είναι η σωστή χρήση του και πόσο μπορούν να το χρησιμοποιούν προς όφελός τους.

-Να επανέλθουμε λίγο στην εφηβεία σου. Ήρθατε Καλαμάτα. Σχολεία;
Πήγα Δημοτικό στο παλιό 11ο, στο Νησάκι. Δεν ξέρω αν γνωρίζουν κάποιοι, εκτός από τους συμμαθητές και φίλους, πού ήταν το 11ο. Ήταν στη Θεμιστοκλέους. Με πεύκα τότε η περιοχή. Πολύ ωραία περιοχή, που δεν υπάρχει τώρα. Μετά 1ο Γυμνάσιο και 1ο Λύκειο, και θα πω μια κουβέντα που θα θυμίσει πράγματα σε πολλούς. Το έλεγαν «Ροζαλία», γιατί μας είχαν βάψει το σχολείο λίγο ροζ, κι έτσι από τη μια χρονιά στην άλλη γίναμε οι «Ροζαλίες».

-Από ό,τι καταλαβαίνω, πέρασες όμορφη εφηβεία. Τελειώνεις το Λύκειο και έρχεται η ώρα του πανεπιστημίου…
Ναι, έφυγα από την Καλαμάτα. Αναγκαστικά πήγα εξωτερικό. Στη Ρώμη. Τι να πρωτοθυμηθώ και τι να πω για εκεί! Άλλες παρέες, καινούργιες, από όλη την Ελλάδα. Έζησα πάρα πολύ όμορφες φοιτητικές στιγμές. Εκεί μπήκε και το μικρόβιο της πολιτικής. Έφτιαξα με ένα φίλο μια ΔΑΠ Ρώμης. Το άλλο που έφτιαξα, γιατί η άλλη αγάπη είναι ο Ολυμπιακός, ήταν μια ΠΕΦ Ρώμης. Μέσω αυτών των δύο γνωρίστηκα με πολλά παιδιά.

-Το νυστέρι πότε μπήκε στο μυαλό σου;
Το νυστέρι μπήκε στο μυαλό μου από τότε που ξεκίνησε η Ιατρική. Ουσιαστικά ξεκίνησα Ιατρική με σκοπό να κάνω Χειρουργική. Όταν τελείωσα την Ιατρική, ένιωθα πως μου λείπει κάτι. Είχα κάνει μια προεργασία βέβαια. Τότε, το δικό μου πανεπιστήμιο είχε ξεκινήσει να κάνει μεταμοσχεύσεις. Τώρα είναι από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης. Ήμουν εσωτερικός εκεί, για τρία χρόνια. Μια τεράστια εμπειρία, όχι μόνο χειρουργικά, αλλά και χειρουργικής κουλτούρας.

Τότε μου είχε γίνει και η πρόταση να μείνω στην Ιταλία, αλλά κάτι με «έτρωγε» να επιστρέψω στην Ελλάδα. Έλειπα από 18 χρόνων. Θυμάμαι, μόλις τους είπα ότι γυρίζω στην Ελλάδα για να πάω φαντάρος, είχε γίνει το ανέκδοτο της κλινικής. Έλεγαν τότε: θα φύγει ο Έλληνας να πάει φαντάρος και δεν κάθεται να κάνει ειδικότητα. Ήρθα στην Ελλάδα και πήγα στρατιώτης. Άρτα, Μυτιλήνη, Θεσσαλονίκη και, τελικά, πήρα το απολυτήριό μου στην Αυλώνα ως μαυροσκούφης που ήμουν.

-Και ξεκινά το δρομολόγιό σου στην Ιατρική. Πώς ξεκίνησες;
Ξεκίνησα το αγροτικό μου στο Χανδρινό Πυλίας και εφημερίες στο Κέντρο Υγείας Πύλου. Πάρα πολύ ωραία χρόνια κι αυτά.

Αφού τελείωσε το αγροτικό, πήγα ειδικευόμενος στη Χειρουργική Κλινική στο Νοσοκομείο Καλαμάτας, όπου έκανα για δύο χρόνια ειδικότητα. Μετά άνοιξε η θέση μου στο Ιπποκράτειο και πήγα. Εκεί ήταν ένα τεράστιο σχολείο. Πραγματικά ήταν χρόνια που θα μου μείνουν αξέχαστα, αλλά, όπως όλα τα ωραία, τελειώνουν κάποια στιγμή και θα πρέπει να σταθείς στα πόδια σου μόνος σου. Έτσι τελείωσε. Έπειτα από εξετάσεις για την ειδικότητα, ήμουν πλέον και επίσημα χειρουργός. Ύστερα από διάφορες προτάσεις για εργασία σε ιδιωτικά στην Αθήνα, αποφάσισα ότι ίσως έπρεπε να επιστρέψω για άλλη μια φορά στην Καλαμάτα.

Κάποια στιγμή άνοιξε μια θέση επικουρικού χειρουργού στο νοσοκομείο, την οποία πήρα. Νομίζω, το 2007 ή 2008, δε θυμάμαι, κι από τότε και μέχρι πριν από ένα χρόνο που παραιτήθηκα, ήμουν σερί στο Νοσοκομείο Καλαμάτας, από όλες τις θέσεις που μπορούσα να καταλάβω. Από επικουρικός μέχρι διευθυντής και ούτω καθεξής.

-Γιατί παραιτήθηκες; Οι αναγνώστες μας σίγουρα θα ήθελαν να ακούσουν κάποια πράγματα από σας για το νοσοκομείο μας.
Πρώτον, γιατί διαπίστωσα ότι είχα αρχίσει να χάνω τον έλεγχο των ασθενών. Δηλαδή, δεν προσφέρεις στον κάθε ασθενή αυτά που του ανήκουν κι αυτά που του αξίζουν. Ο κόσμος ήταν πάρα πολύς. Δεν μπορούσες να του προσφέρεις αυτά που έπρεπε. Άρα, έβλεπες ότι ερχόταν ο κόσμος με μια στάση αγανάκτησης. Από την άλλη, ενώ πάλευες προς μια κατεύθυνση για να κάνεις κάτι, πολιτικά γινόταν το αντίθετο για να το χαλάσει.

-Ως πολίτη αυτά που λες με τρομάζουν…
Είναι σοβαρό πρόβλημα. Είχαμε μια κατάσταση ακόμα πιο τρομακτική με τον covid, χωρίς κανέναν προγραμματισμό, κεντρικά και περιφερειακά. Το Νοσοκομείο Καλαμάτας με αποφάσεις κάποιων έγινε κέντρο covid, με μονάδα covid, χωρίς να υπάρχουν οι αντίστοιχοι γιατροί. Εμείς εδώ φτάσαμε να δεχόμαστε ασθενείς και από τους γύρω νομούς, χωρίς να έχουμε την υποδομή, χωρίς να έχουμε τους γιατρούς, χωρίς να μπορούμε να προσφέρουμε αυτά που πρέπει. Κάποια στιγμή έφτασε να έχουμε 90 ασθενείς. Αν δείτε απλά τι λέει ο οργανισμός υγείας για το πόσους γιατρούς πρέπει να έχει μια τέτοια κλινική με τόσους ασθενείς, θα δείτε ότι εμείς, όχι μόνο υπολειπόμασταν, αλλά πρέπει και κάποιοι να δουν κάποια στιγμή αν ήμαστε και επικίνδυνοι.

Αποτέλεσμα αυτού που περιγράφω ήταν να χαθεί ένας συνάδελφος λόγω covid, αλλά και λόγω των υπεράνθρωπων προσπαθειών τις οποίες κατέβαλε ο φίλος μου ο Νίκος Γραμματικόπουλος, διευθυντής Πνευμονολογικής. Ένας εξαίρετος συνάδελφος, που έδωσε και τη ζωή του σε αυτό που πίστευε. Με αυτή την ευκαιρία θα ήθελα να εξάρω το χαρακτήρα του, ήταν ένας άνθρωπος που 6.00 ώρα το πρωί έβλεπε 60 ασθενείς covid και έπαιρνε αίμα από όλους. Ασύλληπτα πράγματα.

Το νοσοκομείο βγήκε και από αυτή την κρίση, κι εκεί που περιμέναμε ότι μπορούσαμε να δημιουργήσουμε πράγματα, γιατί είχαμε βάλει σοβαρή πλάτη, ακόμα και τώρα δεν υπάρχει προγραμματισμός. Δηλαδή, ακόμα και οι θέσεις που βγαίνουν είναι θέσεις που δεν καταλαβαίνεις τι εξυπηρετούν, αντί να υπάρχει ένα πλάνο ενίσχυσης τμημάτων και κλινικών που θα δώσουν ανάσα στον κόσμο.

-Έχω και ένα ερώτημα σχετικά με τα Επείγοντα (ΤΕΠ) του νοσοκομείου. Πιστεύεις ότι λειτουργούν σωστά;
Είναι απαράδεκτο το Νοσοκομείο Καλαμάτας να έχει 5- 6 και 7 ώρες αναμονής. Ένα χρόνο ιδιωτεύω και με παίρνουν τηλέφωνο και μου λένε ότι για να βάλουν ένα ράμμα στο παιδί τους περίμεναν 7 ώρες στα ΤΕΠ. Το έχουμε πληρώσει με ζωές. Θα πρέπει να μπει σε μια διαδικασία επίλυσης. Με κόστος; Με κόστος. Από το να έχει κόστος σε ανθρώπινες ζωές, καλύτερα να έχει πολιτικό κόστος.

-Να μιλήσουμε και λίγο για την Περιφέρεια, μια και είστε νέος σύμβουλος;
Ένα μεγάλο καινούργιο κομμάτι, καινούργιες εμπειρίες μετά τη θητεία μου στο Δήμο Καλαμάτας. Δυστυχώς, όμως, κι εδώ, ενώ θα έπρεπε να είναι το κέντρο επίλυσης των προβλημάτων της Πελοποννήσου, ουσιαστικά δεν μπορεί να το κάνει. Κι αυτό λόγω κυβερνητικών αποφάσεων και νόμων. Δεν είναι ότι δεν μπορεί να το κάνει ο περιφερειάρχης, κι αυτό το λέω σύμφωνα με αυτά που βλέπω κι αυτά που γίνονται. Δεμένα χέρια. Αποφασίζει κάθε υπουργός ό,τι θέλει κι όπου θέλει. Το χειρότερο είναι ότι αποφασίζει με κάποιες πολιτικές πεποιθήσεις. Δυστυχώς, βλέπω ότι οι παρεμβάσεις του κεντρικού κράτους είναι  αποφασιστικότερες από ό,τι θέλει η Περιφέρεια, και το χειρότερο είναι ότι η συγκεκριμένη Περιφερειακή Αρχή είναι μέχρι εκεί που είναι η κυβέρνηση. Τα θέλω, όμως, των Πελοποννησίων δεν μπορεί να είναι αυτά που θέλει να λύσει η κυβέρνηση. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι μεγάλα έργα έχουν πάει μέχρι εκεί που θέλει η κυβέρνηση.

Σημείωση: Είπαμε ακόμη κι άλλα πολλά και ενδιαφέροντα με τον κύριο Γιαννόπουλο, αλλά λόγω χωροθέτησης στις σελίδες του «Θάρρους» έκοψα αρκετά, για να χωρέσει η κουβέντα μας και να την απολαύσετε πιο εύκολα.

Παναγιώτης Γιαννόπουλος
Μεταπτυχιακός διδάκτωρ Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Ιατρικής Σχολής Αλεξανδρούπολης, Ήπατος-Παγκρέατος – Χοληφόρων. Υποψήφιος διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιατρικής Σχολής. Διευθυντής Χειρουργικής στο City Hospital.
Αντιπρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Μεσσηνίας. Περιφερειακός σύμβουλος με το συνδυασμό Τατούλη.

Με το ευρωπαϊκό κύπελλο της μεγάλης του αγάπης, του Ολυμπιακού
Το όμορφο «παζλ» της ζωής του

«Θυμάμαι από μικρό παιδί ήταν το όνειρό μου να γίνω χειρουργός, όχι απλά γιατρός, και να προσφέρω με κάθε τρόπο στους συνανθρώπους μου. Μάλιστα, παίρνοντας το πτυχίο της Ιατρικής αισθανόμουν πως είχα κάνει το μισό δρόμο για την εκπλήρωση των ονείρων μου»

Του Κώστα Δεληγιάννη